Σε μια διαρκή πορεία προσαρμογής και συναίνεσης με τις κυρίαρχες δυνάμεις του συστήματος ο ΣΥΡΙΖΑ
Αυτός δεν είναι ο Αλέξης Τσίπρας του 2010», διαπιστώνει το διεθνές
πρακτορείο «Ρόιτερ», προσθέτοντας ότι «ο Τσίπρας ετοιμάζεται να γίνει
πρωθυπουργός και έτσι πρέπει να αποδείξει ότι είναι προσιτός και
ευέλικτος».
Στην κατεύθυνση αυτή κινούνται οι κινήσεις του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και οι διαλλακτικές προς το σύστημα δηλώσεις του ίδιου και στελεχών του, σε μια προσπάθεια να μετριάσει τις παλιές ριζοσπαστικές αριστερές ρητορείες, κλειδί για την άνοδο του κόμματος στην εξουσία. Επανειλημμένες είναι οι αναφορές ότι η πρότασή του ουσιαστικά δεν αφορά σε καμιά αμφισβήτηση των πυλώνων του συστήματος (ΕΕ-ΝΑΤΟ-ΟΝΕ-ΣΕΒ-Στρατός-Παπάδες-επιχειρηματική κερδοφορία), αλλά στην «τροποποίηση του μείγματος διαχείρισης» και στην «ανάγκη αλλαγής μείγματος διαχείρισης του χρέους» και αυτή είναι η προϋπόθεση για την περίφημη «συνεννόηση», στην οποία όλο και πιο έντονα και συχνά καλούν τα αστικά επιτελεία και ΜΜΕ. Συχνά ενδύεται τον μανδύα του κόμματος που νοιάζεται για τα «εθνικά» θέματα, για τα οποία απαιτείται «συνεννόηση», «εθνική συναίνεση» και για τα οποία διαπιστώνει «συγκλίσεις» με πολλά κόμματα, ακόμη και με αυτά της συγκυβέρνησης. «Δεν υπάρχει μεγαλύτερο εθνικό θέμα από το θέμα του χρέους», δηλώνει ο εκπρόσωπος τύπου του κόμματος Π. Σκουρλέτης, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι «πηγαίνει στην κρίσιμη διαπραγμάτευση με χαμηλωμένα τα όπλα», ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει μια καλύτερη, «σκληρή» διαπραγμάτευση.
Σαν βασική προϋπόθεση της περιβόητης «συναίνεσης» με άλλες αστικές δυνάμεις στη διαχείριση του χρέους, θέτει την παραδοχή όλων ότι το χρέος είναι μη βιώσιμο, γιατί «όποιος δεν έχει αυτήν τη θέση, υπονομεύει τη διαπραγμάτευση», πράγμα που κάνει η κυβέρνηση, επιδιώκοντας να πάρει «πιστοποιητικό βιωσιμότητας», υπονομεύοντας με την κίνησή της αυτή την όποια «αξιόπιστη διαπραγμάτευση». Σαφής είναι λοιπόν η επιδίωξη του κόμματος κατά τον Σκουρλέτη, στα «κρισιμότατα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε», να αποκατασταθεί «ένα μίνιμουμ επικοινωνίας και σε όσα πράγματα μπορεί να υπάρξει συνεννόηση αυτή τελικά να αποτυπωθεί και μέσα από συγκεκριμένες πια επιλογές». Ακόμη πιο σαφής ο Γ. Μπαλάφας, μέλος της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ, για το ενδεχόμενο συνεννόησης με τη συγκυβέρνηση : «Αν αλλάξουν πολιτική, τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής τους που λέει ότι το χρέος είναι βιώσιμο, τότε αλλάζουν πολλά πράγματα». Στις προτάσεις ΣΥΡΙΖΑ για «συνεννόηση» ανταποκρίθηκαν στελέχη από το χώρο της ΝΔ, που συζητούν το ενδεχόμενο και που συντηρούν τα σενάρια συγκυβέρνησης ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ, στο φόντο των διεργασιών αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος. Ο αντιπρόεδρος της ΝΔ και νεοδιορισμένος Επίτροπος στην Κομισιόν, Δημήτρης Αβραμόπουλος, σε ερώτηση πόσο εφικτή είναι μια κυβέρνηση «εθνικής συνεργασίας» που θα περιλαμβάνει τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, απάντησε «σε μια δημοκρατία εφικτό είναι ό,τι αποφασίσει ο κυρίαρχος λαός, αυτός αποφασίζει», ενώ η Ντ. Μπακογιάννη παρουσίασε ως ένα πρώτο πεδίο επίτευξης τέτοιας «συσπείρωσης του εθνικού μετώπου» τα λεγόμενα εθνικά θέματα. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να πείσει τις δυνάμεις του συστήματος ότι για να ξεπεραστεί η «παρατεταμένη αίσθηση αβεβαιότητας» και για να εξασφαλιστεί καλύτερα η «ομαλότητα» για την επιχειρηματική δραστηριότητα, χρειάζεται να υιοθετηθεί η πολιτική που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι καθησυχάζουν τις αγορές για τη ρευστότητα των τραπεζών, λέγοντας για τα 11,5 δις του ΤΧΣ:«Μα εμείς δε λέμε να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό ... Εμείς λέμε ότι αυτά τα χρήματα, που δόθηκαν για τις τράπεζες, θέλουμε να τα αξιοποιήσουμε για τις τράπεζες». Ο Π. Σκουρλέτης κάλεσε τα μονοπώλια να επενδύσουν στην Ελλάδα, διαβεβαιώνοντας ότι δεν κινδυνεύουν διόλου απ' τον ΣΥΡΙΖΑ! Ακόμη και για το θέμα της ρύθμισης των «κόκκινων δανείων», ο ΣΥΡΙΖΑ το «λύνει» με έναν ταχυδακτυλουργικό τρόπο, με τον οποίο τράπεζες και υγιείς επιχειρήσεις έχουν κοινά συμφέροντα με τα λαϊκά στρώματα, χωρίς όμως σε καμιά περίπτωση να διακινδυνεύσουν οι «ισολογισμοί» των τραπεζών (μεγάλη έγνοια του). Σύμφωνα με την πρόταση νόμου που κατέθεσε δε χαρίζεται ούτε ένα ευρώ από τις «οφειλές» των λαϊκών νοικοκυριών σε Εφορίες, Τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία. Η περιβόητη «διαγραφή χρεών», αφορά μόνο περιπτώσεις που τα δάνεια είναι από χέρι χαμένα για τις τράπεζες: «...για ανθρώπους πάρα πολύ μεγάλης ηλικίας, χωρίς κανένα εισόδημα, ασθενείς κλπ.», όπως ανέφερε Γ. Μηλιός, υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Το μόνο που προβλέπεται στις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι η «παροχή» επιπλέον δόσεων. Εν τω μεταξύ και για να τονώσει το προφίλ του ως δύναμης με «θεσμικό ρόλο» ο Τσίπρας συνεχίζει τις συναντήσεις του με εκπροσώπους του συστήματος. Έτσι για να ρίξει τους τόνους και να φιλοτεχνήσει προφίλ «σοβαρής» και «αξιόπιστης» δύναμης στα μάτια του κεφαλαίου, συναντήθηκε και με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Στουρνάρα, με τον οποίο διαπιστώθηκε συμφωνία σε αρκετά, ξεχνώντας την πρόταση μομφής που του είχε κάνει ως υπουργού Οικονομικών και τις αντιδράσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την τοποθέτησή του στη θέση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας. Στην συνάντηση αυτή μάλιστα ο Τσίπρας, που συχνά επικαλείται τη συμφωνία του με τις «τεχνικές» που προτείνει το ΔΝΤ για την «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους («κούρεμα», επιμήκυνση, κ.ά.), φέρεται να αναρωτιέται, χωρίς αυτό να έχει διαψευστεί, ότι «Όχι ότι έχω ερωτευθεί το ΔΝΤ, αλλά δεν μας εξασφαλίζει η παρουσία του;» ! Στην ίδια κατεύθυνση ο Τσίπρας, εντείνοντας και τη φημολογία για σκέψεις που αναπτύσσονται στην Κουμουνδούρου να υποστηριχθεί προσωπικότητα της κεντροδεξιάς για την Προεδρία της Δημοκρατίας, συναντήθηκε στο γραφείο του στη Βουλή, με τη γνωστή από την αμαρτωλή Ολυμπιάδα, και εξέχουσα προσωπικότητα της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, Γιάννα Αγγελοπούλου - Δασκαλάκη η οποία τον ενημέρωσε για την πρωτοβουλία της να φιλοξενηθεί το ετήσιο Συνέδριο του Ιδρύματος Κλίντον (πρώην Προέδρου των ΗΠΑ), τον Ιούνη του 2015, στην Αθήνα. Ο Τσίπρας δέχτηκε μετά χαράς την πρόσκληση, μη παραλείποντας να παρουσιάσει το Συνέδριο σαν ευκαιρία ανάδειξης των «σημαντικών δυνατοτήτων» που διαθέτει η χώρα, απευθυνόμενος προφανώς σε όσους αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες για κέρδη. Ακολουθεί συνέχεια των επαφών «συναντίληψης» Τσίπρα εντός και εκτός Ελλάδας, με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζ. Κ. Γιουνκέρ, στον οποίο θα υποβάλει την «πρόταση για τροποποίηση του μείγματος διαχείρισης» και με τους ηγέτες Ιταλίας, Γαλλίας με τους οποίους έχουν τα ίδια επιχειρήματα υπέρ της ανάπτυξης. Παράλληλα, συνεχίζονται αλλεπάλληλες οι δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ εξωραϊσμού της ΕΕ, με τον γραμματέα της Κ.Ε., Δ. Βίτσα, να δηλώνει: «Χρειάζεται να αναδείξουμε την Ευρώπη και την ΕΕ ως γεωπολιτικό χώρο που θα συμβάλλει στην ισότιμη συνεργασία, στην παγκόσμια ειρήνη και στη διευθέτηση των διαφορών με ειρηνικά μέσα» και τον κοινοβουλευτικό του εκπρόσωπο, Π. Κουρουμπλή, να χαρακτηρίζει την ΕΕ «όαση για τους λαούς». Εν τω μεταξύ συνεχίζεται το «προσκύνημα» στελεχών και μελών του ΠΑΣΟΚ που ζητούν την ένταξή τους στον ΣΥΡΙΖΑ και αυξάνεται η ουρά στην ΠΑΣΟΚογενή Σοσιαλιστική Τάση του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ φουντώνει ο υπόγειος πόλεμος μεταξύ των συνιστωσών, που υποτίθεται ότι έχουν καταργηθεί, για τη σύνθεση των ψηφοδελτίων και τη στελέχωση της μελλοντικής κυβέρνησης. Οι παλιοί ΣΥΡΙΖΑοι δεν βλέπουν με καλό μάτι τις κινήσεις αυτές παλαιών ΠΑΣΟΚων, αλλά και όσων «νεοφώτιστων» τελευταία χτυπούν την πόρτα του ΣΥΡΙΖΑ, μετατρέποντας έτσι τον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κλασσικό κόμμα αστικού τύπου. Γίνεται πλέον ξεκάθαρο ότι οι υποσχέσεις που δίνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ψεύτικες, καλλιεργεί αυταπάτες και κάλπικα διλήμματα, με τα οποία εκβιάζει το λαό και η πολιτική του είναι μια πολιτική που βάζει στο περιθώριο το λαϊκό παράγοντα, πολιτική εξυπηρέτησης των μεγάλων ξένων και εγχώριων οικονομικών, επιχειρηματικών συμφερόντων, που επιχειρεί να δώσει ώθηση στην ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας και να φορτώσει όλα τα σπασμένα της κρίσης στο μόνιμο υποζύγιο, τον εργαζόμενο λαό.
Στην κατεύθυνση αυτή κινούνται οι κινήσεις του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και οι διαλλακτικές προς το σύστημα δηλώσεις του ίδιου και στελεχών του, σε μια προσπάθεια να μετριάσει τις παλιές ριζοσπαστικές αριστερές ρητορείες, κλειδί για την άνοδο του κόμματος στην εξουσία. Επανειλημμένες είναι οι αναφορές ότι η πρότασή του ουσιαστικά δεν αφορά σε καμιά αμφισβήτηση των πυλώνων του συστήματος (ΕΕ-ΝΑΤΟ-ΟΝΕ-ΣΕΒ-Στρατός-Παπάδες-επιχειρηματική κερδοφορία), αλλά στην «τροποποίηση του μείγματος διαχείρισης» και στην «ανάγκη αλλαγής μείγματος διαχείρισης του χρέους» και αυτή είναι η προϋπόθεση για την περίφημη «συνεννόηση», στην οποία όλο και πιο έντονα και συχνά καλούν τα αστικά επιτελεία και ΜΜΕ. Συχνά ενδύεται τον μανδύα του κόμματος που νοιάζεται για τα «εθνικά» θέματα, για τα οποία απαιτείται «συνεννόηση», «εθνική συναίνεση» και για τα οποία διαπιστώνει «συγκλίσεις» με πολλά κόμματα, ακόμη και με αυτά της συγκυβέρνησης. «Δεν υπάρχει μεγαλύτερο εθνικό θέμα από το θέμα του χρέους», δηλώνει ο εκπρόσωπος τύπου του κόμματος Π. Σκουρλέτης, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι «πηγαίνει στην κρίσιμη διαπραγμάτευση με χαμηλωμένα τα όπλα», ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει μια καλύτερη, «σκληρή» διαπραγμάτευση.
Σαν βασική προϋπόθεση της περιβόητης «συναίνεσης» με άλλες αστικές δυνάμεις στη διαχείριση του χρέους, θέτει την παραδοχή όλων ότι το χρέος είναι μη βιώσιμο, γιατί «όποιος δεν έχει αυτήν τη θέση, υπονομεύει τη διαπραγμάτευση», πράγμα που κάνει η κυβέρνηση, επιδιώκοντας να πάρει «πιστοποιητικό βιωσιμότητας», υπονομεύοντας με την κίνησή της αυτή την όποια «αξιόπιστη διαπραγμάτευση». Σαφής είναι λοιπόν η επιδίωξη του κόμματος κατά τον Σκουρλέτη, στα «κρισιμότατα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε», να αποκατασταθεί «ένα μίνιμουμ επικοινωνίας και σε όσα πράγματα μπορεί να υπάρξει συνεννόηση αυτή τελικά να αποτυπωθεί και μέσα από συγκεκριμένες πια επιλογές». Ακόμη πιο σαφής ο Γ. Μπαλάφας, μέλος της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ, για το ενδεχόμενο συνεννόησης με τη συγκυβέρνηση : «Αν αλλάξουν πολιτική, τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής τους που λέει ότι το χρέος είναι βιώσιμο, τότε αλλάζουν πολλά πράγματα». Στις προτάσεις ΣΥΡΙΖΑ για «συνεννόηση» ανταποκρίθηκαν στελέχη από το χώρο της ΝΔ, που συζητούν το ενδεχόμενο και που συντηρούν τα σενάρια συγκυβέρνησης ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ, στο φόντο των διεργασιών αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος. Ο αντιπρόεδρος της ΝΔ και νεοδιορισμένος Επίτροπος στην Κομισιόν, Δημήτρης Αβραμόπουλος, σε ερώτηση πόσο εφικτή είναι μια κυβέρνηση «εθνικής συνεργασίας» που θα περιλαμβάνει τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, απάντησε «σε μια δημοκρατία εφικτό είναι ό,τι αποφασίσει ο κυρίαρχος λαός, αυτός αποφασίζει», ενώ η Ντ. Μπακογιάννη παρουσίασε ως ένα πρώτο πεδίο επίτευξης τέτοιας «συσπείρωσης του εθνικού μετώπου» τα λεγόμενα εθνικά θέματα. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να πείσει τις δυνάμεις του συστήματος ότι για να ξεπεραστεί η «παρατεταμένη αίσθηση αβεβαιότητας» και για να εξασφαλιστεί καλύτερα η «ομαλότητα» για την επιχειρηματική δραστηριότητα, χρειάζεται να υιοθετηθεί η πολιτική που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Έτσι καθησυχάζουν τις αγορές για τη ρευστότητα των τραπεζών, λέγοντας για τα 11,5 δις του ΤΧΣ:«Μα εμείς δε λέμε να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό ... Εμείς λέμε ότι αυτά τα χρήματα, που δόθηκαν για τις τράπεζες, θέλουμε να τα αξιοποιήσουμε για τις τράπεζες». Ο Π. Σκουρλέτης κάλεσε τα μονοπώλια να επενδύσουν στην Ελλάδα, διαβεβαιώνοντας ότι δεν κινδυνεύουν διόλου απ' τον ΣΥΡΙΖΑ! Ακόμη και για το θέμα της ρύθμισης των «κόκκινων δανείων», ο ΣΥΡΙΖΑ το «λύνει» με έναν ταχυδακτυλουργικό τρόπο, με τον οποίο τράπεζες και υγιείς επιχειρήσεις έχουν κοινά συμφέροντα με τα λαϊκά στρώματα, χωρίς όμως σε καμιά περίπτωση να διακινδυνεύσουν οι «ισολογισμοί» των τραπεζών (μεγάλη έγνοια του). Σύμφωνα με την πρόταση νόμου που κατέθεσε δε χαρίζεται ούτε ένα ευρώ από τις «οφειλές» των λαϊκών νοικοκυριών σε Εφορίες, Τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία. Η περιβόητη «διαγραφή χρεών», αφορά μόνο περιπτώσεις που τα δάνεια είναι από χέρι χαμένα για τις τράπεζες: «...για ανθρώπους πάρα πολύ μεγάλης ηλικίας, χωρίς κανένα εισόδημα, ασθενείς κλπ.», όπως ανέφερε Γ. Μηλιός, υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Το μόνο που προβλέπεται στις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι η «παροχή» επιπλέον δόσεων. Εν τω μεταξύ και για να τονώσει το προφίλ του ως δύναμης με «θεσμικό ρόλο» ο Τσίπρας συνεχίζει τις συναντήσεις του με εκπροσώπους του συστήματος. Έτσι για να ρίξει τους τόνους και να φιλοτεχνήσει προφίλ «σοβαρής» και «αξιόπιστης» δύναμης στα μάτια του κεφαλαίου, συναντήθηκε και με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Στουρνάρα, με τον οποίο διαπιστώθηκε συμφωνία σε αρκετά, ξεχνώντας την πρόταση μομφής που του είχε κάνει ως υπουργού Οικονομικών και τις αντιδράσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την τοποθέτησή του στη θέση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας. Στην συνάντηση αυτή μάλιστα ο Τσίπρας, που συχνά επικαλείται τη συμφωνία του με τις «τεχνικές» που προτείνει το ΔΝΤ για την «ελάφρυνση» του κρατικού χρέους («κούρεμα», επιμήκυνση, κ.ά.), φέρεται να αναρωτιέται, χωρίς αυτό να έχει διαψευστεί, ότι «Όχι ότι έχω ερωτευθεί το ΔΝΤ, αλλά δεν μας εξασφαλίζει η παρουσία του;» ! Στην ίδια κατεύθυνση ο Τσίπρας, εντείνοντας και τη φημολογία για σκέψεις που αναπτύσσονται στην Κουμουνδούρου να υποστηριχθεί προσωπικότητα της κεντροδεξιάς για την Προεδρία της Δημοκρατίας, συναντήθηκε στο γραφείο του στη Βουλή, με τη γνωστή από την αμαρτωλή Ολυμπιάδα, και εξέχουσα προσωπικότητα της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, Γιάννα Αγγελοπούλου - Δασκαλάκη η οποία τον ενημέρωσε για την πρωτοβουλία της να φιλοξενηθεί το ετήσιο Συνέδριο του Ιδρύματος Κλίντον (πρώην Προέδρου των ΗΠΑ), τον Ιούνη του 2015, στην Αθήνα. Ο Τσίπρας δέχτηκε μετά χαράς την πρόσκληση, μη παραλείποντας να παρουσιάσει το Συνέδριο σαν ευκαιρία ανάδειξης των «σημαντικών δυνατοτήτων» που διαθέτει η χώρα, απευθυνόμενος προφανώς σε όσους αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες για κέρδη. Ακολουθεί συνέχεια των επαφών «συναντίληψης» Τσίπρα εντός και εκτός Ελλάδας, με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζ. Κ. Γιουνκέρ, στον οποίο θα υποβάλει την «πρόταση για τροποποίηση του μείγματος διαχείρισης» και με τους ηγέτες Ιταλίας, Γαλλίας με τους οποίους έχουν τα ίδια επιχειρήματα υπέρ της ανάπτυξης. Παράλληλα, συνεχίζονται αλλεπάλληλες οι δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ εξωραϊσμού της ΕΕ, με τον γραμματέα της Κ.Ε., Δ. Βίτσα, να δηλώνει: «Χρειάζεται να αναδείξουμε την Ευρώπη και την ΕΕ ως γεωπολιτικό χώρο που θα συμβάλλει στην ισότιμη συνεργασία, στην παγκόσμια ειρήνη και στη διευθέτηση των διαφορών με ειρηνικά μέσα» και τον κοινοβουλευτικό του εκπρόσωπο, Π. Κουρουμπλή, να χαρακτηρίζει την ΕΕ «όαση για τους λαούς». Εν τω μεταξύ συνεχίζεται το «προσκύνημα» στελεχών και μελών του ΠΑΣΟΚ που ζητούν την ένταξή τους στον ΣΥΡΙΖΑ και αυξάνεται η ουρά στην ΠΑΣΟΚογενή Σοσιαλιστική Τάση του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ φουντώνει ο υπόγειος πόλεμος μεταξύ των συνιστωσών, που υποτίθεται ότι έχουν καταργηθεί, για τη σύνθεση των ψηφοδελτίων και τη στελέχωση της μελλοντικής κυβέρνησης. Οι παλιοί ΣΥΡΙΖΑοι δεν βλέπουν με καλό μάτι τις κινήσεις αυτές παλαιών ΠΑΣΟΚων, αλλά και όσων «νεοφώτιστων» τελευταία χτυπούν την πόρτα του ΣΥΡΙΖΑ, μετατρέποντας έτσι τον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κλασσικό κόμμα αστικού τύπου. Γίνεται πλέον ξεκάθαρο ότι οι υποσχέσεις που δίνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ψεύτικες, καλλιεργεί αυταπάτες και κάλπικα διλήμματα, με τα οποία εκβιάζει το λαό και η πολιτική του είναι μια πολιτική που βάζει στο περιθώριο το λαϊκό παράγοντα, πολιτική εξυπηρέτησης των μεγάλων ξένων και εγχώριων οικονομικών, επιχειρηματικών συμφερόντων, που επιχειρεί να δώσει ώθηση στην ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας και να φορτώσει όλα τα σπασμένα της κρίσης στο μόνιμο υποζύγιο, τον εργαζόμενο λαό.
Σχόλια