Πανηγυρισμοί για την οικονομία ή τελικά υπουργοί για τα πανηγύρια
Πέρασε και ο Γενάρης και όπως γίνεται συνήθως στο τέλος κάθε μήνα, λαμβάνουμε δελτία Τύπου από τους υπουργούς και υφυπουργούς )ικονομικών. Το περίεργο είναι ότι ανεξάρτητα από ποια είναι η κυβέρνηση, κάθε μήνα, τρίμηνο, εξάμηνο, το ανακοινωθέν μπορεί να συνοψιστεί στο εξής σύνθημα: παρά τις αντιξοότητες, η ελληνική οικονομία πατάει γερά στα πόδια της και το μέλλον προδιαγράφεται λαμπρό.
Κατά το έθιμο, λοιπόν, αυτόν το μήνα έχουμε τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Θ. Σκυλακάκη να δηλώνει με στόμφο πως η Ελλάδα καταγράφει βελτίωση σε όλους τους δείκτες αποτελεσματικότητας της οικονομίας. Προφανώς, ο Σκυλακάκης δεν θεωρεί το χρέος κεντρικής κυβέρνησης δείκτη αποτελεσματικότητας της οικονομίας. Δεν εξηγείται αλλιώς, μιας και το χρέος κεντρικής κυβέρνησης έσπασε ρεκόρ, ξεπερνώντας τα 400 δισ. ευρώ (400.276 δισ. για την ακρίβεια). Ξεπέρασε μάλιστα κατά 8 δισ. την πρόβλεψη του υπουργείου, που έγινε μόλις πριν από δυο μήνες στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού για το 2023.
Ο οποίος προϋπολογισμός χαρακτηρίστηκε ως ιστορικός από τον υπουργό Οικονομικών Χρ .Σταϊκούρα. Μιλάμε για τεράστιους αναλυτές! Στην εισηγητική έκθεση το χρέος προβλεπόταν στα 392,3 δισ. ευρώ ή 186,7% επί του ΑΕΠ (που και αυτό αποτελεί πρόβλεψη) . Επομένως, με τα δεδομένα στοιχεία, μιλάμε για δείκτη χρέους προς ΑΕΠ 190,4%! Επίσης, όπως γράψαμε χθες, «βγήκαμε» ξανά στις αγορές με νέο δεκαετές ομόλογο, με κουπόνι 4,25% (υψηλότερο από τα προηγούμενα δεκαετή ομόλογα), το οποίο θα ανατροφοδοτήσει με τη σειρά του το χρέος. Ο,τι πρέπει για πανηγύρια!
Επιπρόσθετα, ο αναπληρωτής υπουργός δεν πρέπει να θεωρεί ούτε το ΑΕΠ σημαντικό οικονομικό δείκτη. Σύμφωνα με τα στοιχεία των ΕΛΣΤΑΤ και Eurostat, ανάμεσα στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του 2022 το ελληνικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,5%. Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι είναι μια αμελητέα μείωση μπροστά στις αναπτυξιακές προοπτικές του 2023 (θα δούμε, βέβαια, και το τέταρτο τρίμηνο πού θα κυμανθεί ο δείκτης).
Ο Σταϊκούρας, σαν άλλη Πυθία έτσι κι αλλιώς, έχει κάνει διάφορες προβλέψεις για το ΑΕΠ του 2023. Ξεκίνησε από 3% και τώρα το μαζεύει στο 2%. Από την άλλη, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προσγειώνει στην πραγματικότητα τους υπουργούς, προβλέποντας πως η ελληνική οικονομία θα αυξηθεί με πιο αργούς ρυθμούς, της τάξης του 1,1%. Χωρίς να θέλουμε να… αμφισβητήσουμε το οικονομικό επιτελείο της χώρας, θεωρούμε πως το νούμερο του ΟΟΣΑ είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα της αναιμικής ελληνικής οικονομίας.
Βέβαια, υπάρχουν και άλλοι δείκτες «αποτελεσματικότητας», για τους οποίους δεν δεχόμαστε δυστυχώς καμία ενημέρωση από τους υπουργούς. Τέτοιοι δείκτες είναι το διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα σε συνδυασμό με την κατανομή του εισοδήματος (ΑΕΠ) ανά ποσοστημόριο πληθυσμού. Οι δείκτες αυτοί μετρούνται σε PPS (Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης). Παρενθετικά, η ισοτιμία αγοραστικής δύναμης χρησιμοποιείται για να εξαλειφθούν οι διαφορές του επιπέδου των τιμών ανάμεσα στις συγκρινόμενες χώρες και λειτουργεί σαν ενιαία και κοινή χρηματική μονάδα. Με απλά λόγια, μέσω αυτής της τεχνικής, το ευρώ στην Ελλάδα αγοράζει τα ίδια προϊόντα με το ευρώ στην Γερμανία.
Η Ελλάδα για το 2021 (υπολογίζεται το εισόδημα του 2020) είχε από τα πιο χαμηλά διάμεσα διαθέσιμα εισοδήματα, της τάξης των 9.917 PPS (8.752 ευρώ), πάνω μόνο από τη Σερβία, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία. Δηλαδή, ο «μέσος» (χωρίς να υπολογίζεται η επίδραση ακραίων τιμών, όπως πχ το εισόδημα των εφοπλιστών) άνθρωπος διαθέτει το προαναφερθέν εισόδημα, το οποίο απέχει κατά πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 18.019 PPS (18.372 ευρώ).
Ταυτόχρονα, ο δείκτης S80/S20 μετράει τη διαφορά του 20% του πληθυσμού με το υψηλότερο εισόδημα σε σχέση με το 20% του πληθυσμού με το χαμηλότερο εισόδημα. Για παράδειγμα, ο δείκτης για την Ευρωζώνη συνολικά είναι 5, που σημαίνει πως το πιο πλούσιο κομμάτι των ευρωπαϊκών πληθυσμών έχει πενταπλάσιο μερίδιο εισοδήματος από το φτωχότερο. Για την Ελλάδα, ο δείκτης αυτός είναι 5,8 και μάλιστα αυξήθηκε κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2020.
Δεν πιστεύουμε ότι θα εισακουστεί η πρόταση μας από τους αρμόδιους υπουργούς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι έρχονται εκλογές, οπότε η επικοινωνιακή στρατηγική θα διαθέτει σίγουρα μπόλικες δηλώσεις για τη «γρανιτένια» ελληνική οικονομία, μήπως και στραφεί ο δημόσιος διάλογος μακριά από τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα των αρίστων. Ολοι αυτοί οι δείκτες, στην καλύτερη περίπτωση, αποτυπώνουν ένα ψήγμα από τη δεινή κατάσταση που έχει βρεθεί ο εργαζόμενος λαός, που στην τελική «αποτιμά» καλύτερα τους δείκτες: σε σχέση με το πορτοφόλι του.
Σχόλια