Η άτακτη αναδίπλωση του Μπαράκ Ομπάμα
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου - "Επίκαιρα"
Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013. Πάνω στη δωδέκατη επέτειο των φονικών επιθέσεων της Αλ Κάιντα στους Δίδυμους Πύργους και στο Πεντάγωνο, η αμερικανική Γερουσία ψηφίζει υπέρ της στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία, φέρνοντας την Αμερική σε de facto κοινό μέτωπο με τα... παρακλάδια της Αλ Κάιντα στη Συρία και στο Ιράκ!
Οι Ταλιμπάν πανηγυρίζουν και ο διάδοχος του Οσάμα μπιν Λάντεν, Αϊμάν αλ Ζαουάχρι, καλεί τους οπαδούς του να ολοκληρώσουν τον «ιερό πόλεμο» που διεξάγουν εναντίον του «άθεου» καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ, εκμεταλλευόμενοι τους δρόμους που θα ανοίξουν οι αμερικανικοί πύραυλοι Τόμαχοκ.
Με την κραυγή «Αλάχ Ακμπάρ» και ριπές όπλων Καλάσνικοφ, υποδέχονται την είδηση οι τζιχαντιστές του Μετώπου Αλ Νούσρα, που έχουν καταλάβει τη χριστιανική πόλη Μααλούλα, βόρεια της Δαμασκού, ένα από τα ελάχιστα μέρη όπου διασώζεται η αραμαϊκή, η γλώσσα του Χριστού.
Ευτυχώς, το παρανοϊκό αυτό σενάριο έχει μπει για την ώρα στο συρτάρι του Μπαράκ Ομπάμα, στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου - αν και τίποτα δεν εγγυάται ότι δεν θα το ξαναδούμε αύριο, μεθαύριο πάνω στο τραπέζι.
Και μόνο το γεγονός, όμως, ότι μέχρι το πρωί της Τρίτης η Ουάσιγκτον κινούνταν προς αυτή την κατεύθυνση, προετοιμάζοντας τον πιο ανόητο πόλεμο στην αμερικανική Ιστορία, αποτελεί μνημείο στρατηγικής τύφλωσης.
Αλλά και ο τρόπος που διάλεξε ο Ομπάμα να αναστείλει, στις «δώδεκα παρά πέντε», την απόφαση του για πόλεμο κατά του Άσαντ, μαρτυρά πλήρη σύγχυση. Είχε προγραμματίσει έξι (!) τηλεοπτικές συνεντεύξεις για το βράδυ της Δευτέρας και ένα διάγγελμα προς το έθνος την Τρίτη, όπου θα εξηγούσε την «αναγκαιότητα» του πολέμου. Αντί γι'αυτό, οι Αμερικανοί τηλεθεατές είδαν έναν παγωμένο και αμήχανο Ομπάμα να καλωσορίζει τη ρωσική πρόταση -να παραδώσει ο Ασαντ τα χημικά του όπλα με αντάλλαγμα να μην γίνει πόλεμος- και να αναβάλει επ' αόριστον την κρίσιμη ψηφοφορία στη Γερουσία.
Όλα είχαν ξεκινήσει λίγες ώρες νωρίτερα στο Λονδίνο. Εκεί ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζον Κέρι, σε κοινή συνέντευξη Τύπου με το Βρετανό ομόλογο του, Γουίλιαμ Χέιγκ, αιφνιδίασε τους πάντες δηλώνοντας ότι ο Άσαντ θα μπορούσε να αποφύγει τον, πόλεμο αν παρέδιδε, εντός μίας εβδομάδας, στη διεθνή κοινότητα τα χημικά του όπλα.
Εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσπάθησε να υποβαθμίσει το τελεσίγραφο-αναδίπλωση του Κέρι, χαρακτηρίζοντας το «ρητορικό επιχείρημα». Ωστόσο, η εξέλιξη των πραγμάτων υποδηλώνει ότι επρόκειτο για προσχεδιασμένη κίνηση, πιθανότατα συμφωνημένη από τους Μπαράκ Ομπάμα και Βλαντιμίρ Πούτιν, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του G-20 στην Αγία Πετρούπολη. Η Ρωσία παίρνοντας «πάσα» από τον Κέρι, πρότεινε αμέσως να παραδώσει η Συρία τα χημικά της όπλα ώστε να μην γίνει πόλεμος, για να βρει αμέσως ανταπόκριση από τη Βρετανία, τη Γαλλία, το γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν, και, φυσικά, από την ίδια τη Συρία.
Η αγωνία του Μπαράκ Ομπάμα να αποφύγει έναν πόλεμο στον οποίο τον έσερναν οι πιο σκληροπυρηνικοί κύκλοι των αμερικανικών ελίτ ήταν εμφανής ήδη από το προπερασμένο Σάββατο, όταν ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την απόφαση του να ζητήσει την έγκριση του Κογκρέσου πριν από οποιαδήποτε επίθεση.
Τα όσα ακολούθησαν έφεραν σε ακόμη δυσχερέστερη θέση τους υποστηρικτές του πολέμου. Στο διεθνή στίβο, η Αμερική απομονώθηκε όσο δεν είχε απομονωθεί ούτε στον ολέθριο πόλεμο του Τζορτζ Μπους κατά του Ιράκ: ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε το ΝΑΤΟ ούτε καν η Βρετανία επρόκειτο να ακολουθήσουν την υπερδύναμη στο νέο τυχοδιωκτισμό της.
Οι Αμερικανοί πολίτες εμφανίζονταν στην πλειοψηφία τους αντίθετοι με τον πόλεμο, και μάλιστα με διαρκώς αυξανόμενα ποσοστά: την περασμένη Δευτέρα, το 63% των Αμερικανών ήταν αντίθετο και μόλις το 16% υπέρ, ενώ μία εβδομάδα νωρίτερα τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 53% και 20%.
Αλλά και το ίδιο το Κογκρέσο, παρά τη συμφωνία των ηγετών των δυο μεγάλων κομμάτων, δεν ήταν καθόλου βέβαιο ότι θα έδινε το «πράσινο φως» για επίθεση: σύμφωνα με τους New York Times, την περασμένη Τρίτη μόλις 44 βουλευτές ήταν έτοιμοι να ψηφίσουν υπέρ, έναντι 231 που ήταν αντίθετοι και 158 αναποφάσιστων.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες εξηγούν τη θεαματική αναδίπλωση της Ουάσιγκτον, αλλά δεν απομακρύνουν οριστικά το μαύρο σύννεφο της αμερικανικής επέμβασης πάνω από τη Συρία. Η ίδια η ρωσική -ή μάλλον αμερικανορωσική- πρόταση αφήνει πολλά κρίσιμα ζητήματα ανοιχτά.
Για να συγκεντρωθούν, να καταμετρηθούν και να καταστραφούν υπό διεθνή έλεγχο τα χημικά όπλα της Συρίας θα πρέπει να εγκατασταθούν στη Δαμασκό επιθεωρητές του ΟΗΕ, οι οποίοι θα μπορούν να κινούνται σε όλη τη χώρα και να πραγματοποιούν τους αναγκαίους ελέγχους.
Αυτό, με τη σειρά του, προϋποθέτει ανακωχή στο συριακό εμφύλιο, δηλαδή καθήλωση των δύο στρατοπέδων στις θέσεις που ήδη κατέχουν. Είναι πολύ αμφίβολο αν οι αντικαθεστωτικοί αντάρτες, μετριοπαθείς και τζιχαντιστές, δεχτούν κάτι τέτοιο. Ακόμη όμως κι αν αυτό συμβεί, η εφαρμογή της ανακωχής απαιτεί την εγκατάσταση ξένων παρατηρητών - για παράδειγμα από τον ΟΗΕ ή τον Αραβικό Σύνδεσμο.
Με άλλα λόγια, η εφαρμογή της ρωσικής πρότασης για το μεμονωμένο ζήτημα των χημικών όπλων ανοίγει αυτομάτως το πολύ ευρύτερο ζήτημα της διαπραγμάτευσης για τον τερματισμό του εμφύλιου πολέμου και την αναζήτηση πολιτικής λύσης στο συριακό πρόβλημα.
Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν οι Μπαράκ Ομπάμα και Βλαντιμίρ Πούτιν συμφώνησαν στην Αγία Πετρούπολη έστω πάνω στις πιο θεμελιώδεις παραμέτρους μιας τέτοιας λύσης - τίποτα, πάντως, μέχρι στιγμής δεν υποδηλώνει κάτι τέτοιο. Επιπλέον, η καταστροφή των χημικών όπλων της Συρίας αυτομάτως θέτει το ερώτημα τι θα γίνει με τα άλλα όπλα μαζικής καταστροφής που βρίσκονται στην περιοχή, τα χημικά και τα πυρηνικά όπλα του Ισραήλ, όπως και με το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Γεγονός παραμένει ότι η πολεμική επιλογή εμφανίζεται ολοένα και περισσότερο εξωφρενική, ακόμη και με τα μάτια της Ουάσιγκτον.
Στα τέλη Ιουλίου, ο Ντέιβιντ Σεντ, αναπληρωτής διευθυντής της μυστικής υπηρεσίας του Πενταγώνου DIA, εκτιμούσε από το βήμα διάσκεψης ασφαλείας στο Άσπεν του Κολοράντο ότι η κεντρική διοίκηση του «μετριοπαθούς» Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA) ελάχιστο έλεγχο ασκεί στο αρχιπέλαγος των 1.200 (!) διαφορετικών ένοπλων ομάδων της αντιπολίτευσης. Με εξαίρεση τις αντάρτικες δυνάμεις στα περίχωρα της Δαμασκού, στο υπόλοιπο τμήμα της χώρας κυριαρχούν οι φανατικοί ισλαμιστές που χρηματοδοτούνται και εξοπλίζονται από τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, όπως το Μέτωπο Αλ Νούσρα και το Ισλαμικό Εμιράτο του Ιράκ, που χαρακτηρίζονται «τρομοκρατικές» οργανώσεις από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Αλλά και ο «μετριοπαθής», υποτίθεται, FSA στρέφεται ολοένα και περισσότερο προς το ριζοσπαστικό Ισλάμ. Όπως έγραψε ο συνεργάτης του περιοδικού Foreing Policy Κιρκ Σόουελ, στις 22 Αυγούστου, τέσσερις από τους πέντε περιφερειακούς διοικητές του FSA, συμπεριλαμβανομένου του υπαρχηγού του, Φατίχ Σαχούν, απείλησαν τον αρχηγό του FSA, Σαλίμ Ιντρίς, ότι θα παραιτηθούν αν δεν αποκατασταθεί «ενιαίο μέτωπο» με τους ακραίους ισλαμιστές.
Μόλις την περασμένη Παρασκευή πρωτοσέλιδο άρθρο των New Yorrk Times, υπό τον τίτλο «Η βαναυσότητα των ανταρτών θέτει διλήμματα στη Δύση», παρέθετε τα σχετικά πειστήρια (εκτελέσεις αιχμαλώτων πολέμου, βασανιστήρια, αυστηρή εφαρμογή του ισλαμικού νόμου, της Σαρία), τα οποία συνοδεύονταν από ανατριχιαστικά βίντεο.
Λίγες μέρες νωρίτερα, από τις στήλες της ίδιας εφημερίδας, ο 'Εντουαρντ Λουτγουοκ, ερευνητής του CSIS, ενός από τα πιο γνωστά think tanks στην Αμερική, έγραφε τα εξής: «Ο πόλεμος (εναντίον του Άσαντ) διεξάγεται από μικρούς πολέμαρχους και επικίνδυνους εξτρεμιστές κάθε είδους: φανατικούς Σαλαφιστές, στο στιλ των Ταλιμπάν, οι οποίοι δέρνουν ή και εκτελούν ευσεβείς Σουνίτες μόνο και μόνο επειδή δεν υπακούουν στις αλλόκοτες απαιτήσεις τους• Σουνίτες εξτρεμιστές, οι οποίοι εκτελούν αθώους Αλεβίτες και Χριστιανούς με μόνο λόγο τη θρησκεία τους• αλλά και τζιχαντιστές, που έχουν έρθει εδώ από το Ιράκ και άλλες χώρες, με διακηρυγμένο στόχο να μετατρέψουν τη Συρία σε ορμητήριο για έναν ιερό πόλεμο εναντίον των ΗΠΑ και της Ευρώπης».
Το μελαγχολικό συμπέρασμα του αρθρογράφου συνοψίζεται στον τίτλο του άρθρου του: «Στη Συρία, η Αμερική χάνει όποιος κι αν κερδίσει τον πόλεμο»!
Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013. Πάνω στη δωδέκατη επέτειο των φονικών επιθέσεων της Αλ Κάιντα στους Δίδυμους Πύργους και στο Πεντάγωνο, η αμερικανική Γερουσία ψηφίζει υπέρ της στρατιωτικής επέμβασης στη Συρία, φέρνοντας την Αμερική σε de facto κοινό μέτωπο με τα... παρακλάδια της Αλ Κάιντα στη Συρία και στο Ιράκ!
Οι Ταλιμπάν πανηγυρίζουν και ο διάδοχος του Οσάμα μπιν Λάντεν, Αϊμάν αλ Ζαουάχρι, καλεί τους οπαδούς του να ολοκληρώσουν τον «ιερό πόλεμο» που διεξάγουν εναντίον του «άθεου» καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ, εκμεταλλευόμενοι τους δρόμους που θα ανοίξουν οι αμερικανικοί πύραυλοι Τόμαχοκ.
Με την κραυγή «Αλάχ Ακμπάρ» και ριπές όπλων Καλάσνικοφ, υποδέχονται την είδηση οι τζιχαντιστές του Μετώπου Αλ Νούσρα, που έχουν καταλάβει τη χριστιανική πόλη Μααλούλα, βόρεια της Δαμασκού, ένα από τα ελάχιστα μέρη όπου διασώζεται η αραμαϊκή, η γλώσσα του Χριστού.
Ευτυχώς, το παρανοϊκό αυτό σενάριο έχει μπει για την ώρα στο συρτάρι του Μπαράκ Ομπάμα, στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου - αν και τίποτα δεν εγγυάται ότι δεν θα το ξαναδούμε αύριο, μεθαύριο πάνω στο τραπέζι.
Και μόνο το γεγονός, όμως, ότι μέχρι το πρωί της Τρίτης η Ουάσιγκτον κινούνταν προς αυτή την κατεύθυνση, προετοιμάζοντας τον πιο ανόητο πόλεμο στην αμερικανική Ιστορία, αποτελεί μνημείο στρατηγικής τύφλωσης.
Αλλά και ο τρόπος που διάλεξε ο Ομπάμα να αναστείλει, στις «δώδεκα παρά πέντε», την απόφαση του για πόλεμο κατά του Άσαντ, μαρτυρά πλήρη σύγχυση. Είχε προγραμματίσει έξι (!) τηλεοπτικές συνεντεύξεις για το βράδυ της Δευτέρας και ένα διάγγελμα προς το έθνος την Τρίτη, όπου θα εξηγούσε την «αναγκαιότητα» του πολέμου. Αντί γι'αυτό, οι Αμερικανοί τηλεθεατές είδαν έναν παγωμένο και αμήχανο Ομπάμα να καλωσορίζει τη ρωσική πρόταση -να παραδώσει ο Ασαντ τα χημικά του όπλα με αντάλλαγμα να μην γίνει πόλεμος- και να αναβάλει επ' αόριστον την κρίσιμη ψηφοφορία στη Γερουσία.
Όλα είχαν ξεκινήσει λίγες ώρες νωρίτερα στο Λονδίνο. Εκεί ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζον Κέρι, σε κοινή συνέντευξη Τύπου με το Βρετανό ομόλογο του, Γουίλιαμ Χέιγκ, αιφνιδίασε τους πάντες δηλώνοντας ότι ο Άσαντ θα μπορούσε να αποφύγει τον, πόλεμο αν παρέδιδε, εντός μίας εβδομάδας, στη διεθνή κοινότητα τα χημικά του όπλα.
Εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσπάθησε να υποβαθμίσει το τελεσίγραφο-αναδίπλωση του Κέρι, χαρακτηρίζοντας το «ρητορικό επιχείρημα». Ωστόσο, η εξέλιξη των πραγμάτων υποδηλώνει ότι επρόκειτο για προσχεδιασμένη κίνηση, πιθανότατα συμφωνημένη από τους Μπαράκ Ομπάμα και Βλαντιμίρ Πούτιν, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του G-20 στην Αγία Πετρούπολη. Η Ρωσία παίρνοντας «πάσα» από τον Κέρι, πρότεινε αμέσως να παραδώσει η Συρία τα χημικά της όπλα ώστε να μην γίνει πόλεμος, για να βρει αμέσως ανταπόκριση από τη Βρετανία, τη Γαλλία, το γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν, και, φυσικά, από την ίδια τη Συρία.
Διεθνής απομόνωση
Η αγωνία του Μπαράκ Ομπάμα να αποφύγει έναν πόλεμο στον οποίο τον έσερναν οι πιο σκληροπυρηνικοί κύκλοι των αμερικανικών ελίτ ήταν εμφανής ήδη από το προπερασμένο Σάββατο, όταν ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την απόφαση του να ζητήσει την έγκριση του Κογκρέσου πριν από οποιαδήποτε επίθεση.
Τα όσα ακολούθησαν έφεραν σε ακόμη δυσχερέστερη θέση τους υποστηρικτές του πολέμου. Στο διεθνή στίβο, η Αμερική απομονώθηκε όσο δεν είχε απομονωθεί ούτε στον ολέθριο πόλεμο του Τζορτζ Μπους κατά του Ιράκ: ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση ούτε το ΝΑΤΟ ούτε καν η Βρετανία επρόκειτο να ακολουθήσουν την υπερδύναμη στο νέο τυχοδιωκτισμό της.
Οι Αμερικανοί πολίτες εμφανίζονταν στην πλειοψηφία τους αντίθετοι με τον πόλεμο, και μάλιστα με διαρκώς αυξανόμενα ποσοστά: την περασμένη Δευτέρα, το 63% των Αμερικανών ήταν αντίθετο και μόλις το 16% υπέρ, ενώ μία εβδομάδα νωρίτερα τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 53% και 20%.
Αλλά και το ίδιο το Κογκρέσο, παρά τη συμφωνία των ηγετών των δυο μεγάλων κομμάτων, δεν ήταν καθόλου βέβαιο ότι θα έδινε το «πράσινο φως» για επίθεση: σύμφωνα με τους New York Times, την περασμένη Τρίτη μόλις 44 βουλευτές ήταν έτοιμοι να ψηφίσουν υπέρ, έναντι 231 που ήταν αντίθετοι και 158 αναποφάσιστων.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες εξηγούν τη θεαματική αναδίπλωση της Ουάσιγκτον, αλλά δεν απομακρύνουν οριστικά το μαύρο σύννεφο της αμερικανικής επέμβασης πάνω από τη Συρία. Η ίδια η ρωσική -ή μάλλον αμερικανορωσική- πρόταση αφήνει πολλά κρίσιμα ζητήματα ανοιχτά.
Για να συγκεντρωθούν, να καταμετρηθούν και να καταστραφούν υπό διεθνή έλεγχο τα χημικά όπλα της Συρίας θα πρέπει να εγκατασταθούν στη Δαμασκό επιθεωρητές του ΟΗΕ, οι οποίοι θα μπορούν να κινούνται σε όλη τη χώρα και να πραγματοποιούν τους αναγκαίους ελέγχους.
Αυτό, με τη σειρά του, προϋποθέτει ανακωχή στο συριακό εμφύλιο, δηλαδή καθήλωση των δύο στρατοπέδων στις θέσεις που ήδη κατέχουν. Είναι πολύ αμφίβολο αν οι αντικαθεστωτικοί αντάρτες, μετριοπαθείς και τζιχαντιστές, δεχτούν κάτι τέτοιο. Ακόμη όμως κι αν αυτό συμβεί, η εφαρμογή της ανακωχής απαιτεί την εγκατάσταση ξένων παρατηρητών - για παράδειγμα από τον ΟΗΕ ή τον Αραβικό Σύνδεσμο.
Η διαπραγμάτευση
Με άλλα λόγια, η εφαρμογή της ρωσικής πρότασης για το μεμονωμένο ζήτημα των χημικών όπλων ανοίγει αυτομάτως το πολύ ευρύτερο ζήτημα της διαπραγμάτευσης για τον τερματισμό του εμφύλιου πολέμου και την αναζήτηση πολιτικής λύσης στο συριακό πρόβλημα.
Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν οι Μπαράκ Ομπάμα και Βλαντιμίρ Πούτιν συμφώνησαν στην Αγία Πετρούπολη έστω πάνω στις πιο θεμελιώδεις παραμέτρους μιας τέτοιας λύσης - τίποτα, πάντως, μέχρι στιγμής δεν υποδηλώνει κάτι τέτοιο. Επιπλέον, η καταστροφή των χημικών όπλων της Συρίας αυτομάτως θέτει το ερώτημα τι θα γίνει με τα άλλα όπλα μαζικής καταστροφής που βρίσκονται στην περιοχή, τα χημικά και τα πυρηνικά όπλα του Ισραήλ, όπως και με το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Γεγονός παραμένει ότι η πολεμική επιλογή εμφανίζεται ολοένα και περισσότερο εξωφρενική, ακόμη και με τα μάτια της Ουάσιγκτον.
Στα τέλη Ιουλίου, ο Ντέιβιντ Σεντ, αναπληρωτής διευθυντής της μυστικής υπηρεσίας του Πενταγώνου DIA, εκτιμούσε από το βήμα διάσκεψης ασφαλείας στο Άσπεν του Κολοράντο ότι η κεντρική διοίκηση του «μετριοπαθούς» Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA) ελάχιστο έλεγχο ασκεί στο αρχιπέλαγος των 1.200 (!) διαφορετικών ένοπλων ομάδων της αντιπολίτευσης. Με εξαίρεση τις αντάρτικες δυνάμεις στα περίχωρα της Δαμασκού, στο υπόλοιπο τμήμα της χώρας κυριαρχούν οι φανατικοί ισλαμιστές που χρηματοδοτούνται και εξοπλίζονται από τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, όπως το Μέτωπο Αλ Νούσρα και το Ισλαμικό Εμιράτο του Ιράκ, που χαρακτηρίζονται «τρομοκρατικές» οργανώσεις από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Αλλά και ο «μετριοπαθής», υποτίθεται, FSA στρέφεται ολοένα και περισσότερο προς το ριζοσπαστικό Ισλάμ. Όπως έγραψε ο συνεργάτης του περιοδικού Foreing Policy Κιρκ Σόουελ, στις 22 Αυγούστου, τέσσερις από τους πέντε περιφερειακούς διοικητές του FSA, συμπεριλαμβανομένου του υπαρχηγού του, Φατίχ Σαχούν, απείλησαν τον αρχηγό του FSA, Σαλίμ Ιντρίς, ότι θα παραιτηθούν αν δεν αποκατασταθεί «ενιαίο μέτωπο» με τους ακραίους ισλαμιστές.
Μόλις την περασμένη Παρασκευή πρωτοσέλιδο άρθρο των New Yorrk Times, υπό τον τίτλο «Η βαναυσότητα των ανταρτών θέτει διλήμματα στη Δύση», παρέθετε τα σχετικά πειστήρια (εκτελέσεις αιχμαλώτων πολέμου, βασανιστήρια, αυστηρή εφαρμογή του ισλαμικού νόμου, της Σαρία), τα οποία συνοδεύονταν από ανατριχιαστικά βίντεο.
Λίγες μέρες νωρίτερα, από τις στήλες της ίδιας εφημερίδας, ο 'Εντουαρντ Λουτγουοκ, ερευνητής του CSIS, ενός από τα πιο γνωστά think tanks στην Αμερική, έγραφε τα εξής: «Ο πόλεμος (εναντίον του Άσαντ) διεξάγεται από μικρούς πολέμαρχους και επικίνδυνους εξτρεμιστές κάθε είδους: φανατικούς Σαλαφιστές, στο στιλ των Ταλιμπάν, οι οποίοι δέρνουν ή και εκτελούν ευσεβείς Σουνίτες μόνο και μόνο επειδή δεν υπακούουν στις αλλόκοτες απαιτήσεις τους• Σουνίτες εξτρεμιστές, οι οποίοι εκτελούν αθώους Αλεβίτες και Χριστιανούς με μόνο λόγο τη θρησκεία τους• αλλά και τζιχαντιστές, που έχουν έρθει εδώ από το Ιράκ και άλλες χώρες, με διακηρυγμένο στόχο να μετατρέψουν τη Συρία σε ορμητήριο για έναν ιερό πόλεμο εναντίον των ΗΠΑ και της Ευρώπης».
Το μελαγχολικό συμπέρασμα του αρθρογράφου συνοψίζεται στον τίτλο του άρθρου του: «Στη Συρία, η Αμερική χάνει όποιος κι αν κερδίσει τον πόλεμο»!
Σχόλια