Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της εστίασης και οι χιλιάδες εργαζόμενοι του κλάδου εξωθούνται στη χρεοκοπία και την οικονομική εξαθλίωση
Ήταν Μάρτης του 2020 όταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποφάσισε να βάλει
λουκέτο στην εστίαση στα πλαίσια του πρώτου lockdown. Η εστίαση έμεινε
κλειστή δύο μήνες, με χιλιάδες εργαζόμενους σε αναστολή και χωρίς κανένα
ουσιαστικό μέτρο στήριξης. Αρκετές επιχειρήσεις έκλεισαν ενώ λίγους
μήνες αργότερα, τον Νοέμβρη του 2020, η κυβέρνηση ξανακατέβασε τα ρολά
στα πλαίσια μίας αδιέξοδης πολιτικής και χωρίς να έχει πάρει κανένα
μέτρο για την προστασία της δημόσιας υγείας στο όνομα της οποίας
εφαρμόζονται τα lockdown και οι απαγορεύσεις.
Τέσσερις μήνες πλέον κλειστή η εστίαση, τη ζημιά την πληρώνουν για
άλλη μία φορά τα μικρά καταστήματα και οι εργαζόμενοι. Οι επιστρεπτέες
προκαταβολές που δόθηκαν στις μικρές επιχειρήσεις είναι ψίχουλα, και
μάλιστα ψίχουλα που θα επιστραφούν αφού το μεγαλύτερο μέρος τους δίνεται
υπό τη μορφή δανείου. Για άλλη μία φορά τα μεγάλα και γενναία πακέτα
στήριξης καταλήγουν στα ταμεία μεγάλων επιχειρήσεων και επιχειρηματικών
ομίλων, αφού κριτήριο για το ύψος των πακέτων στήριξης αποτέλεσε μεταξύ
άλλων και ο αριθμός εργαζομένων.
Μετά από τέσσερις μήνες λουκέτο και μετά από μία χαμένη επί της
ουσίας χρονιά, περισσότερες από 4 στις 10 επιχειρήσεις έχουν μηδενικά
ταμειακά αποθέματα. Το 95% των επιχειρήσεων έχει σημειώσει πτώση τζίρου,
ενώ 200.000 εργαζόμενοι βρίσκονται σε αναστολή και με αβέβαιο εργασιακό
μέλλον, αφού εκατοντάδες καταστήματα αναμένεται να βάλλουν λουκέτο.
Ταυτόχρονα τα χρέη ενός ολόκληρου έτους συσσωρεύονται, με ό,τι αυτό
συνεπάγεται για τη δυνατότητα αποπληρωμής τους από την συντριπτική
πλειοψηφία των ιδιοκτητών μικρών μαγαζιών.
Αυτή η δραματική κατάσταση οδηγεί στην απελπισία χιλιάδες ανθρώπους
οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με τον άμεσο κίνδυνο της ανεργίας και
της χρεοκοπίας. Τα καταστήματα της εστίασης κάτω από τα λουκέτα σωρεύουν
λογαριασμούς οι οποίοι είναι βέβαιο ότι θα μείνουν σε ένα πολύ μεγάλο
μέρος τους απλήρωτοι, αφού οι μικροϊδιοκτήτες αδυνατούν να πληρώσουν
ακόμα και τα οικογενειακά και προσωπικά τους χρέη τα οποία δεν
σταματούν, πόσο μάλλον τα χρέη των επιχειρήσεων. Οι χιλιάδες εργαζόμενοι
οι οποίοι προσπαθούν να επιβιώσουν με τα 534 ευρώ από τις αναστολές
συμβάσεων, αδυνατούν επίσης να ανταπεξέλθουν στα βάρη και τις
υποχρεώσεις της καθημερινότητας και ταυτόχρονα, όσοι από αυτούς δεν
βρεθούν στις λίστες των ανέργων θα κληθούν να αντιμετωπίσουν ένα ακόμη
πιο πιεστικό εργασιακό καθεστώς. Οι μεγάλες επιχειρήσεις από την άλλη,
εξασφαλισμένες όπως πάντα από τα κυβερνητικά μέτρα και τις ρυθμίσεις,
ήδη εκμεταλλεύονται το νέο εργασιακό καθεστώς ημιαπασχόλησης, τις
αναστολές συμβάσεων του δυναμικού το οποίο εργάζεται προκειμένου να
γλιτώσουν το κόστος αμοιβής, ενώ τα μεροκάματα και οι μισθοί διαρκώς
συμπιέζονται προς τα κάτω. Το ίδιο ευνοημένοι βγαίνουν και οι μεγάλοι
επενδυτές ακινήτων περιμένοντας σαν τα κοράκια τα λουκέτα καταστημάτων.
Η λιτότητα, η ανεργία, το τσάκισμα χιλιάδων εργαζομένων και χιλιάδων
μικρομεσαίων επιχειρήσεων εστίασης δεν είναι πρόβλημα της επόμενης
μέρας, αλλά της σημερινής. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το
λιανεμπόριο. Το βάθεμα της οικονομικής κρίσης ως αποτέλεσμα της
πολιτικής διαχείρισης ενός υγειονομικού προβλήματος που την επιτάχυνε,
πετάει για άλλη μία φορά ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού στον καιάδα,
προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου και των μεγάλων
επιχειρήσεων.
Η κυβέρνηση χαρίζει πακέτα εκατομμυρίων στα κανάλια και τις αεροπορικές εταιρείες, την ίδια στιγμή που αποζημιώνει εταιρείες όπως η «ΜΟΡΕΑΣ ΑΕ» για χαμένους τζίρους διοδίων, την ίδια στιγμή που με προκλητικό τρόπο αρνείται να στηρίξει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις τις οποίες η ίδια έκλεισε και τους εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους που βρίσκονται σήμερα στον αέρα. Και ενώ τα λουκέτα μπαίνουν στο όνομα της προστασίας της υγείας, η κυβέρνηση επιμένει να υπηρετεί την ίδια προκλητική πολιτική που οδήγησε σε διάλυση το Εθνικό Σύστημα Υγείας με ένα προϋπολογισμό που μειώνει κατά μισό δισεκατομμύριο τις δαπάνες. Είναι βέβαιο ότι η πρόθεσή τους δεν είναι να σώσουν τον λαό από τον ιό, αλλά να αξιοποιήσουν ένα υγειονομικό πρόβλημα για να εξυπηρετήσουν για άλλη μία φορά τις επιδιώξεις των ντόπιων και ξένων αφεντικών τους. Ο κόσμος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της εστίασης που σήμερα εξοντώνεται και εξωθείται στην εξαθλίωση, οφείλει να βγει στο δρόμο του αγώνα και της διεκδίκησης από κοινού με τους χιλιάδες εργαζόμενους, απαιτώντας ουσιαστικά μέτρα οικονομικής στήριξης, απαιτώντας πραγματικά υγειονομικά μέτρα ενίσχυσης του ΕΣΥ κόντρα στον εμπαιγμό και την αντιλαϊκή και άκρως επικίνδυνη για τα λαϊκά συμφέροντα πολιτική της κυβέρνησης.
Σχόλια