Επανέρχεται με ακόμη χειρότερους όρους το ξεπούλημα της ΔΕΗ

Πλιάτσικο στις παραγωγικές μονάδες ετοιμάζουν τα ξένα μονοπώλια μέσω των «θεσμών» τους
Είναι γνωστό ότι ο ελληνικός λιγνίτης και οι υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας, βρίσκονται εδώ και καιρό στο στόχαστρο των ξένων και κύρια των γερμανικών συμφερόντων. Οι επιδιώξεις αυτές που συναντιούνται με τις επιθυμίες των ιδιωτικών ομίλων που ήδη δραστηριοποιούνται στο χώρο της ενέργειας στο εσωτερικό, επανέρχονται σε κάθε «διαπραγμάτευση», ενώ τέθηκαν για μια ακόμη φορά ως προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιεύματα, κυβέρνηση και «θεσμοί» συμφώνησαν για την πώληση μεγάλου ποσοστού ισχύος-παραγωγικών μονάδων της ΔΕΗ και οι διαδικασίες αναμένεται να ξεκινήσουν άμεσα.
Η επιμονή των ξένων για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ δεν αποτελεί «ελληνική» ιδιομορφία. Ίσα ίσα, η προσπάθεια αρπαγής των δημόσιων υποδομών ενέργειας όλων των εξαρτημένων χωρών αποτελεί κοινό τόπο των ιμπεριαλιστικών πολιτικών. Ειδικά στις περιπτώσεις που η ιμπεριαλιστική επέμβαση αποκτά χαρακτηριστικά νεοαποικιακού ελέγχου και επιτροπείας, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, το ξεπούλημά τους παίρνει διαστάσεις εξόφθαλμων και προκλητικών σκανδάλων. Αυτό συνέβη σε μια σειρά χώρες που «προσέφυγαν» στο ΔΝΤ όπως η Αργεντινή, όπου η βαριά βιομηχανία της ενέργειας πέρασε στα ξένα χέρια έναντι πινακίου φακής.
Η σχέση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με την παραγωγή ενέργειας
Στην πραγματικότητα οι αρχικές ιδιωτικές επενδύσεις στο χώρο της ηλεκτρικής ενέργειας είναι από ασήμαντες έως ανύπαρκτες σε όλες τις χώρες του κόσμου. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας αυτού του βιομηχανικού προϊόντος και τα απαιτητικά οικονομικά δεδομένα για την παραγωγή και τη διανομή του, απορρίπτουν εξ αρχής κάθε ιδιωτική σκέψη και πρωτοβουλία.
Το τεράστιο κόστος που απαιτεί η κατασκευή ενός φράγματος, η μιας βιομηχανικής μονάδας παραγωγής ενέργειας από ορυκτούς άνθρακες, καθώς και ο μεγάλος χρόνος (για τα δεδομένα ιδιωτικών επιχειρηματικών σχεδιασμών) απόσβεσης, αποτελούν ανυπέρβλητα εμπόδια για την ιδιωτική κερδοφορία. Το ίδιο συμβαίνει και με τα δίκτυα μεταφοράς που αποτελούν ένα τεραστίων διαστάσεων για κάθε χώρα έργο, εγκαθίστανται μια και μόνο φορά από το κράτος, και αμέσως μετά την ολοκλήρωσή τους γίνονται και αυτά στόχος των αδίστακτων μονοπωλιακών συμφερόντων.
Ακόμη το ηλεκτρικό ρεύμα ως προϊόν παρουσιάζει σημαντικές ιδιομορφίες. Πρέπει να καταναλωθεί τη στιγμή που παράγεται, αφού η δυνατότητα αποθήκευσής του είναι πολύ περιορισμένη και γίνεται κυρίως μέσω της μετατροπής του σε μηχανική ενέργεια, (όπως συμβαίνει για παράδειγμα αν χρησιμοποιηθεί για το γέμισμα ενός ταμιευτήρα με νερό από υποκείμενη περιοχή). Και για να μπορεί να καταναλωθεί όταν υπάρχει ανάγκη θα πρέπει κάθε στιγμή να υπερκαλύπτεται αυτή η ανάγκη με την ελάχιστη δυνατή σπατάλη, δεδομένου πάντα ότι η ζήτηση αυξομειώνεται ανάλογα με την εποχή και την ώρα της ημέρας. Και αυτές ακριβώς οι δύο προϋποθέσεις μπορούν να απαντηθούν μόνο από έναν κεντρικό σχεδιασμό που, αν μη τι άλλο, σε πρώτη φάση δεν μπορεί να γίνει παρά από έναν κρατικό δημόσιο φορέα. Και που σε κάθε περίπτωση η επιλογή της ιδιωτικής κερδοφορίας σε κριτήριο διαχείρισης αυτής της σύνθετης πραγματικότητας μόνο ολέθριες συνέπειες για τον λαό και τον τόπο μπορεί να έχει.
Παρά όμως το γεγονός ότι όλα τα παραπάνω δεδομένα αιτιολογούν πλήρως την απουσία των ιδιωτών από τις αρχικές επενδύσεις αυτών των υποδομών, είναι πασιφανής η λυσσαλέα επιμονή του μεγάλου κεφαλαίου να μπει στο χώρο της ενέργειας από «την πίσω πόρτα». Και αυτό γιατί γνωρίζουν καλά τα κοράκια του κέρδους ότι το ηλεκτρικό ρεύμα αποτελεί ένα αναγκαίο αγαθό. Και ακριβώς πάνω σε μια τέτοια ανάγκη είναι που τα αδίστακτα ιδιωτικά συμφέροντα μπορούν να χτίσουν τις μεγαλύτερες μηχανές αισχροκέρδειας.
Είναι επίσης φανερό στον καθένα ότι ο έλεγχος της ηλεκτρικής ενέργειας μιας χώρας, εκτός από οικονομικά, έχει και πολιτικά οφέλη για τους ισχυρούς της Γης, αφού σηματοδοτεί το παραπέρα βάθεμα της εξάρτησής της και την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους.
Μερικές αλήθειες για τη ΔΕΗ και την Ενέργεια στην Ελλάδα
Παρά τα όσα με ευκολία λέγονται, με τα σημερινά δεδομένα, ο ελληνικός λιγνίτης αποτελεί το καύσιμο πάνω στο οποίο μπορεί να βασιστεί η ενεργειακή πολιτική της χώρας, αφού το είδος και το μέγεθος των κοιτασμάτων είναι τέτοιο που μπορεί να εξασφαλίσει την αυτάρκεια και τη φθηνή παραγωγή ενέργειας. Αυτήν τη στιγμή καμία άλλη ενεργειακή πηγή δεν μπορεί να εξασφαλίσει στη χώρα μια ανεξάρτητη ενεργειακή (στο βαθμό που υπάρχει η βούληση) πολιτική. Ακόμη και αν τα υδροηλεκτρικά φράγματα αποτελούν τη δεύτερη σε ισχύ εσωτερική πηγή ενέργειας της χώρας, εντούτοις η συμβολή τους στις συνολικές ανάγκες παραμένει μικρή, ενώ η κατασκευή αντίστοιχων έργων στο μέλλον απαιτεί τεράστια οικονομικά ποσά. Άλλωστε οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) είναι εξαιρετικά ασταθείς (εξάρτηση από βροχές, ένταση αέρα κλπ) και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί με τα σημερινά δεδομένα να αποτελέσουν τον κορμό της ενεργειακής πολιτικής μιας χώρας.
Η επιβολή τους με ρήτρες από την πολιτική της ΕΕ υπακούει στην ανάγκη των ευρωπαϊκών μονοπωλίων που κατασκευάζουν ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά να πουλήσουν τα πανάκριβα προϊόντα τους και λιγότερο στην ανάγκη περιορισμού του διοξειδίου του άνθρακα που υποκριτικά επικαλούνται συνεχώς οι εκπρόσωποι των μεγάλων βιομηχανικών χωρών της ΕΕ. Η μέχρι σήμερα εφαρμογή των ΑΠΕ στην Ελλάδα (με εξαίρεση τα υδροηλεκτρικά που ανήκουν όμως στη ΔΕΗ) αφενός έχει συμβάλει ελάχιστα στην παραγωγή ενέργειας, αφετέρου έχει γίνει το όχημα για την είσοδο των ιδιωτών στο χώρο, με παχυλές πάντα επιδοτήσεις για την εγκατάστασή τους, ενώ επιπρόσθετα το πανάκριβο ρεύμα που παράγεται από τις ΑΠΕ και είναι υποχρεωμένη να αγοράζει η ΔΕΗ έχει επιβαρύνει τα οικονομικά της επιχείρησης. Να σημειώσουμε εδώ, ότι με ρήτρες και ληστρικές συμβάσεις που επιβάλλονται στη ΔΕΗ, υποχρεώνεται να αγοράζει όλο το παραγόμενο από ιδιωτικές ΑΠΕ ρεύμα, ανεξάρτητα με το αν το χρειάζεται ή όχι (πχ. ανεμογεννήτριες τους χειμερινούς μήνες) σε τιμή πάντα κατά πολύ υψηλότερη από αυτήν που χρεώνει στους καταναλωτές.

Δεν αποτελεί στόχο του κειμένου μια αναλυτική παρουσίαση των ζητημάτων της ενέργειας στην Ελλάδα. Τα παραπάνω, όμως, έχει σημασία να τονιστούν γιατί η πολιτική διάλυσης της ΔΕΗ, της μεγαλύτερης και σημαντικότερης βιομηχανίας της χώρας πατάει πάνω σε αίολα επιχειρήματα και στη λήψη των σχετικών μέτρων που στοχεύουν στην υπονόμευση της παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη. Και την ίδια στιγμή που αυτή την παραγωγή την επιβαρύνουν με πρόστιμα (για την παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα), την ίδια στιγμή που για τον περιορισμό της η ΔΕΗ υποχρεώνεται να αγοράσει πανάκριβο ρεύμα από οπουδήποτε, την ίδια στιγμή, που όπως θα δούμε παρακάτω, επιβάλλουν στη ΔΕΗ να τη «χαρίζει» στους ιδιώτες για να τη διανέμουν αυτοί, την ίδια στιγμή, οι «θεσμοί» επιβάλλουν το ξεπούλημα του 40% των παραγωγικών μονάδων και των λιγνιτορυχείων, που κατά τα άλλα, χάριν «οικολογικών ευ­αισ­θησιών», θέλουν να περιορίσουν.

Το δεύτερο στοιχείο της βρώμικης προπαγάνδας που στοχεύει στην προετοιμασία της κοινής γνώμης για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ είναι ο μονοπωλιακός της χαρακτήρας και τα επιβαρυμένα τιμολόγια! Ανεξάρτητα όμως με το αν πραγματικά για τα λαϊκά νοικοκυριά τα τιμολόγια της ΔΕΗ έχουν γίνει δυσβάσταχτα, θα ήταν αστείο να πιστέψουμε ότι αυτοί που ρημάζουν το λαό και τον τόπο κόπτονται για την τιμή του ρεύματος. Όπως επίσης είναι βέβαιο ότι παρά τις ληστρικές συμβάσεις που επιβάλλουν στη ΔΕΗ προς όφελος πάντα των ιδιωτικών συμφερόντων, εξακολουθεί να παρέχει ρεύμα με τα φθηνότερα τιμολόγια στην Ευρώπη, κάτι που σίγουρα θα αλλάξει με την επικράτηση των ιδιωτών στο χώρο. Τέλος, είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ οι παπαγάλοι των ΜΜΕ αξιοποιούν χρόνια προπαγανδιστικά τις χρεώσεις υπέρ τρίτων που υπάρχουν στα τιμολόγια της ΔΕΗ (λες και αν ιδιωτικοποιηθεί η ΔΕΗ αυτές θα εξαφανιστούν) ποιούσαν τη νήσσα όταν επιβλήθηκε το χαράτσι ακινήτων μέσω των λογαριασμών.
Ο μονοπωλιακός χαρακτήρας της ΔΕΗ «έχει μπει στο στόχαστρο», όχι βέβαια επειδή η πολιτική εξυπηρέτησης των συμφερόντων των μονοπωλίων θέλει να τα βάλει με αυτά, αλλά επειδή δεν τρώνε από την πίτα της ενέργειας στην Ελλάδα τα ξένα γιγαντιαία μονοπώλια που εκπροσωπούν οι «θεσμοί».
Το πλιάτσικο επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ
Η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ βέβαια δεν είναι σημερινό ζήτημα, αλλά ξεκινάει πολλά χρόνια πριν όταν, κάτω από τους εύηχους τίτλους της απελευθέρωσης της ενέργειας στην ΕΕ, καταστρώνονταν οι σχεδιασμοί για την παράδοση των κοιτασμάτων και των κρατικών υποδομών ενέργειας στις ευρωπαϊκές πολυεθνικές. Από τότε οι λιγνιτικές μονάδες και τα υδροηλεκτρικά φράγματα, όπως και το (ολοκληρωμένο) δίκτυο μεταφοράς έχουν βρεθεί στο στόχαστρο των μονοπωλιακών καρχαριών του κλάδου με την ιδιωτικοποίησή τους να προχωράει αργά (σε σχέση με τις επιδιώξεις της εκάστοτε κυβέρνησης και της ΕΕ) κάτω από τις αντιδράσεις των εργαζομένων και της κοινωνίας. Ιδιαίτερη στιγμή σε αυτή την πορεία υπήρξε ο σχεδιασμός για την πώληση της «μικρής ΔΕΗ» (3 λιγνιτικές μονάδες και 6 υδροηλεκτρικούς σταθμούς συνολικής ισχύος 1800 MW και τα ορυχεία), η οποία όμως αποτράπηκε τελευταία στιγμή λόγω των πολιτικών εξελίξεων. Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ - που πρωτοστάτησε υποτίθεται στον αγώνα ενάντια στην πώληση της «μικρής ΔΕΗ» - υπογράφει το ξεπούλημα του αντίστοιχου φιλέτου με ακόμη χειρότερους όρους, αφού και επί των ημερών του φρόντισε να ακολουθήσει και να εφαρμόσει τις ίδιες πολιτικές που πριν κατήγγειλε ως προδοτικές, υπονομεύοντας ακόμη περισσότερο τη «στρατηγικού χαρακτήρα ΔΕΚΟ».
Να σημειώσουμε εδώ ότι μέσα σε 7 χρόνια εφαρμογής των μνημονίων, που κάθε άλλο παρά τυχαία πάντα ένα κομμάτι τους αφορούσε την ενεργειακή πολιτική και τη ΔΕΗ, κατάφεραν να αλλάξουν κατά πολύ τα οικονομικά δεδομένα της επιχείρησης. Γιατί παρά τις σκανδαλώδεις πολιτικές που από πριν εφαρμόζονταν, η ΔΕΗ μέχρι το 2011 παρουσίαζε τζίρο 6 δις ευρώ και κέρδη της τάξης του 1 δις €. Κατάφεραν όμως μέσα σε μικρό χρόνο, με πολιτικές πλιάτσικου που εφάρμοσαν στο όνομα της «εξυγίανσης», να μετατρέψουν μια οικονομικά εύρωστη επιχείρηση σε προβληματική ΔΕΚΟ. Και σε αυτό, ανεξάρτητα από τις θρασύτατες πομπώδεις διακηρύξεις, συνέβαλε με κάθε τρόπο και η κυβέρνηση Τσίπρα.
1. Όχι στη «μικρή ΔΕΗ», ναι στα ΝΟΜΕ!
Όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με φανφάρες και πύρινους λόγους, στη βάση των προεκλογικών υποσχέσεων, καταργούσε το νόμο 4273/14 που αφορούσε την παραχώρηση της «μικρής ΔΕΗ», ξέχασε να πει ότι με το άλλο χέρι και στα πλαίσια του θερινού δικού της μνημονίου, ψήφιζε ένα αντίστοιχα τερατώδες μέτρο σε βάρος της ΔΕΗ.
Με βάση τις δικές της «έντιμες και αμοιβαία επωφελείς μνημονιακές υποχρεώσεις», υποχρεούται να εφαρμόσει πολιτικές με στόχο να παραχωρήσει σταδιακά το 50% της αγοράς ενέργειας στην Ελλάδα σε ιδιώτες, στο όνομα πάντα της υγιούς ανταγωνιστικότητας. Και ποια είναι αυτή η ανταγωνιστικότητα που χρόνια τώρα επιβάλλεται στη ΔΕΗ με στόχο την υπονόμευση της; Είναι αυτό που ο λαός μας αποκαλεί πλιάτσικο.
Η κυβέρνηση κάτω από την πίεση των δυναστών τροϊκανών, που επί των ημερών της έγιναν «θεσμοί», ψήφισε τη διενέργεια δημοπρασιών ΝΟΜΕ, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η παραχώρηση «έναντι πινακίου φακής», όπως έλεγε, σε ιδιώτες, που για τις ανάγκες της προπαγάνδας φέρουν τον τίτλο «επενδυτές».
Τα ΝΟΜΕ αποτελούν οικονομικά προϊόντα ενέργειας, μέσω των οποίων- σύμφωνα με τους εμπνευστές τους- επιχειρείται η μεταβίβαση τμήματος της «υπεραξίας» και του «ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος» που αποκτά η ΔΕΗ από τη χρήση του λιγνίτη στους ανταγωνιστές του κλάδου. Με βάση λοιπόν αυτό το ευφυολόγημα, η ΔΕΗ υποχρεούται να δημοπρατεί ένα ποσοστό της ισχύος που παράγει στους ανταγωνιστές της. Μόνο που τον όγκο της ισχύος και την τιμή την ορίζουν άλλοι (κυβέρνηση) με στόχο την εξυπηρέτηση των ανταγωνιστών της ΔΕΗ. Η τιμή που ορίστηκε στις δημοπρασίες που προηγήθηκαν είναι στην πραγματικότητα, όχι απλά κάτω από τις τιμές χονδρικής αγοράς ενέργειας, αλλά κάτω του κόστους παραγωγής της MWh από τη ΔΕΗ. Με τα ΝΟΜΕ, δηλαδή, η ΔΕΗ προσφέρει ρεύμα σε τιμή κάτω του κόστους παραγωγής στους ανταγωνιστές της, για να φτιάξουν τα πακέτα προσφοράς με τα οποία θα της πάρουν τους πελάτες! Αυτός είναι ο περίφημος σχεδιασμός παραγωγικής ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα για την εταιρία που εκ των πραγμάτων αποτελεί το θεμέλιο της παραγωγικής δραστηριότητας μιας χώρας.
Με βάση τα όσα αναφέρονται στο προσχέδιο του μνημονίου στο οποίο θα καταλήξει η τρέχουσα διαπραγμάτευση, τα ποσοστά που πρόκειται να δημοπρατηθούν αυξάνονται σε σχέση με το προηγούμενο μνημόνιο, σε 16% φέτος (από 12%), στο 19% το 2018 (από 13%) και στο 22% το 2019 (από επίσης 13%), όταν πια προβλέπεται ότι θα έχουν πουληθεί μονάδες παραγωγής. Συμπτωματικά τη μέρα που ολοκληρώνονταν ο τελευταίος κύκλος διαπραγματεύσεων (26/4) πραγματοποιήθηκε η τρίτη κατά σειρά δημοπρασία από τη ΔΕΗ προκειμένου να πουληθεί σε ιδιώτες προμηθευτές ποσότητα 145 Mwh/h με τιμή εκκίνησης τα 37,37 ευρώ ανά Mwh/h. Για αυτές τις δημοπρασίες, η διοίκηση της ΔΕΗ (2/2), καταγγέλλοντας τον ληστρικό χαρακτήρα τους και πριν ακόμα ενημερωθεί για την τελευταία τιμή εκκίνησης, αναφέρει: «Δημοπρασία ΝΟΜΕ: Η ΔΕΗ πωλεί στους ανταγωνιστές της προς 41ευρώ/MWH. Η ίδια αγοράζει προς 80, 90, 130 ευρώ/MWH». Η διοίκηση έχει προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την τιμή εκκίνησης καθώς, όπως υποστήριξε, η τιμή που καθορίστηκε διοικητικά, είναι χαμηλότερη από το κόστος παραγωγής με αποτέλεσμα η επιχείρηση να ζημιώνεται.
Δεν χρειάζονται άλλα στοιχεία για να αποδειχθεί τι ακριβώς σήμανε η επιβολή των ΝΟΜΕ για τη ΔΕΗ και τη χώρα. Εκτός όμως από αυτό, επί ΣΥΡΙΖΑ συνεχίστηκαν όλα τα σκανδαλώδη μέτρα και οι συμβάσεις που χρόνια τώρα υπονομεύουν τη ΔΕΗ.
2. Συνέχιση των σκανδάλων και των ληστρικών συμβάσεων
Παρά τις αλλεπάλληλες ερωτήσεις και τις καταγγελίες που έκανε στο κοινοβούλιο ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ακόμη ήταν στην αντιπολίτευση για το σκάνδαλο της ληστρικής σύμβασης με την Αλουμίνιον Ελλάδος, όταν ήρθε στην κυβέρνηση αυτό που έκανε ήταν να το συνεχίσει. Έτσι επί των ημερών της ο Μυτιληναίος (του οποίου το χρέος προς τη ΔΕΗ κούρεψαν οι προηγούμενοι) κατοχυρώνει για μια ακόμη φορά το σκανδαλώδες ληστρικό πλαίσιο του παρελθόντος, με βάση το οποίο πουλάει το ρεύμα που παράγει, κατά παράβαση χαρακτηρισμένο ως ΑΠΕ, στη ΔΕΗ σε τιμές άνω των 90 € τη MWh και αγοράζει από τη ΔΕΗ με βάση την τελευταία σύμβαση με 36€/MWh! Πρόκειται για ένα διαχρονικό σκάνδαλο που ζημιώνει τη ΔΕΗ ετησίως με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Μυτιληναίος με δηλώσεις του στο Bloomberg (2/11/2016) έσπευσε τον καιρό επανεπικύρωσης της σύμβασης να δηλώσει «… έχουμε μια καλύτερη κυβέρνηση που προσπαθεί περισσότερο από την προηγούμενη να ανταποκριθεί στην πραγματικότητα».
Συνεχίζεται η πολιτική των ληστρικών συμβάσεων με τους παραγωγούς ΑΠΕ. Με βάση αυτές η ΔΕΗ είναι υποχρεωμένη να απορροφά κατά προτεραιότητα, ακόμη και σε βάρος της δικής της παραγωγής, το ρεύμα που παράγεται από ΑΠΕ, σε τιμές που φτάνουν ακόμη και τα 17 λεπτά την κιλοβατώρα, όταν μπορεί να παράγει ρεύμα από λιγνίτη με μέση τιμή 4 λεπτά/κιλοβατώρα. Έχει αξία επίσης να σημειώσουμε ότι η μέση τιμή παροχής ρεύματος στους καταναλωτές από τη ΔΕΗ είναι περίπου 11 λεπτά/κιλοβατώρα, καταφέρνοντας μέχρι σήμερα να απορροφά το υψηλό κόστος παραγωγής από ΑΠΕ και τις πετρελαιομηχανές των νησιών 20-40 λεπτά/κιλοβατώρα. Τι θα συμβεί αλήθεια αν τα σχέδια ιδιωτικοποίησής της προχωρήσουν;
3. Απεμπόληση των δικτύων και παραχώρηση των «καλών πελατών»
Επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ολοκληρώνεται με γοργούς ρυθμούς η ανεξαρτητοποίηση του ΑΔΜΗΕ και η απώλεια των δικτύων από τη ΔΕΗ, οδηγούμενα πάντα προς τα ιδιωτικά συμφέροντα. Πέραν των οικονομικών δεδομένων που αφορούν τις αλλαγές στον έλεγχο των δικτύων προκύπτει ένα μεγάλο πολιτικό ζήτημα όταν τα δίκτυα, που ταυτίζονται με τον έλεγχο της διανομής και άρα την απορρόφηση τη παραγωγής, ανεξαρτητοποιούνται από τη ΔΕΗ και παύουν να λειτουργούν με βάση το συμφέρον της.
Όπως ακριβώς ορίστηκε από τις προηγούμενες μνημονιακές συμφωνίες και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εξακολουθεί να ισχύει η πολιτική της μεταβίβασης μεγάλου όγκου των τιμολογίων της ΔΕΗ στους ανταγωνιστές της. Με βάση μάλιστα τις μνημονιακές ρήτρες θα πρέπει μέχρι το 2020 να έχει παραχωρήσει το 50% των πελατών της με βάση την καταναλωτική ισχύ. Είναι προφανές ότι οι ανταγωνιστές της, που έχουν τη δυνατότητα επιλογής (και αυτό συμβαίνει ήδη), να απευθυνθούν στους «καλούς» πελάτες της ΔΕΗ, αφήνοντάς της τους κακοπληρωτές (τιμολόγια δημόσιου, αγροτικά, εκπτωτικά τιμολόγια προς επιχειρήσεις κλπ), δημιουργώντας ασφυκτικές συνθήκες για την ήδη πιεσμένη οικονομικά επιχείρηση.

Ξεπούλημα σε συνθήκες «ομοφωνίας»

Από όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι η πολιτική ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις διακηρυκτικές κορώνες, και στο κρίσιμο θέμα της ΔΕΗ δεν έκανε τίποτε άλλο από το να συνεχίσει το έργο των προηγούμενων. Έτσι, ουσιαστικά τρία χρόνια μετά επαναφέρει το ξεπούλημα του φιλέτου της μικρής ΔΕΗ με ακόμη χειρότερους όρους αφού κάτω από το βάρος της ακολουθούμενης πολιτικής η ΔΕΗ είναι σε χειρότερη θέση.
Αν με τα σημερινά δεδομένα, η ΔΕΗ απωλέσει ένα τόσο σημαντικό κομμάτι της παραγωγής της και μάλιστα το πλέον προσοδοφόρο οικονομικά (γίνεται λόγος και για παραχώρηση υδροηλεκτρικών σταθμών, κάτι που θα κάνει τα πράματα ακόμα χειρότερα), η δυνατότητά της να ανταγωνιστεί αυτούς που θα τα αγοράσουν εκμηδενίζεται. Δεδομένου ότι παραμένουν σε αυτήν οι κοστοβόρες ηλεκτρογεννήτριες της νησιωτικής Ελλάδας το νέο σχέδιο ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ ισοδυναμεί με τη διάλυσή της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έρχεται να προσφέρει στην κυρίαρχη τάξη άλλη μια πολύτιμη υπηρεσία, αφού το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης της ενέργειας, που βρίσκεται εδώ και χρόνια στην ατζέντα της μεγαλοαστικής τάξης και των ξένων δυναστών του τόπου, φαίνεται να βρίσκει για πρώτη φορά μια πιο εύκολη «απάντηση» με τη σημερινή κυβέρνηση. Άλλωστε ανεξάρτητα με τη στάση που για επικοινωνιακούς λόγους θα κρατήσει η ΝΔ κατά την ψηφοφορία των μέτρων που συνοδεύουν τη νέα συμφωνία, είναι γνωστό τοις πάσι ότι οι άνευ όρων ιδιωτικοποιήσεις και πολύ περισσότερο η ιδιωτικοποίηση της ενέργειας αποτελούν πυρήνα της ιδεολογικό-πολιτικής της φυσιογνωμίας.
Σε κάθε περίπτωση για τον λαό η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ δεν είναι μια οποιαδήποτε πράξη που στρέφεται ενάντια στα συμφέροντά του. Οι υποδομές της ΔΕΗ που οι «νεόκοποι», συνεπικουρούμενοι από τους παλιούς λακέδες, θέλουν να βγάλουν στο σφυρί σαν να είναι τα αμπέλια των παππούδων τους, έχουν φτιαχτεί από το αίμα και τον ιδρώτα του ελληνικού λαού. Η κατασκευή φραγμάτων και λιγνιτικών μονάδων παραγωγής κόστισαν ολόκληρους κρατικούς προϋπολογισμούς και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να βάλει την υπογραφή του σε μια κατάπτυστη και «προδοτική συμφωνία». Για την οποία ισχύουν στο ακέραιο τα όσα είπε ο υπουργός Πάνος Σκουρλέτης (29/3/2017) αναφερόμενος στους εμπνευστές του νέου σχεδίου ιδιωτικοποίησης “..θέλουν να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένα ευρωπαϊκά και εγχώρια συμφέροντα, είναι βαποράκια συμφερόντων που θέλουν να κάνουν ρεσάλτο στη δημόσια περιουσία..”
Ο ελληνικός λαός έχει κάθε λόγο και κάθε δικαίωμα να υπερασπιστεί την δημόσια περιουσία του από τα βαποράκια των ξένων συμφερόντων. Από το ξεπούλημα της γιγάντιας για τα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας ΔΕΗ, μόνο νέα δεινά τον περιμένουν, και θα πρέπει ενόψει της τελικής αποικιακού τύπου συμφωνίας, μακριά από τις όποιες αυταπάτες, να ορθώσει ένα μέτωπο αντίστασης και αγώνα για την αποτροπή αυτών των ιδιαίτερα αρνητικών εξελίξεων.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ανεμογεννήτριες: Μικρό όφελος - μεγάλη καταστροφή λένε τώρα οι επιστήμονες.

Σχόλιο