Μετά την Βαυαρία οι εκλογές στην Έσση πυροδοτούν πολιτική κρίση στη Γερμανία και τέλος εποχής για τη Μέρκελ
Εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας πυροδότησε το εκλογικό
αποτέλεσμα στο κρατίδιο της Έσσης, καθώς τα κόμματα που συγκυβερνούν στο
«μεγάλο συνασπισμό», η Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CDU) και το
Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας (SPD), είχαν μεγάλες απώλειες με πάνω
από δέκα μονάδες το καθένα, ενώ άνοδο είχαν οι «πράσινοι» και η
ακροδεξιά του AfD, που παγιώνεται ως πολιτική δύναμη σε παγγερμανικό
επίπεδο. Δυο βδομάδες νωρίτερα, στη Βαυαρία, το αδελφό κόμμα της CDU, η
CSU (Χριστιανοκοινωνιστές), αλλά και το SPD, είχαν χάσει πάνω από το 10%
των ποσοστών τους.
Η καγκελάριος και πρόεδρος της CDU, Αγκελα Μέρκελ, δήλωσε τη σταδιακή της απόσυρση. Συγκεκριμένα, ότι δεν θα θέσει εκ νέου υποψηφιότητα για την ηγεσία του κόμματος στο συνέδριό του το Δεκέμβρη, ενώ παράλληλα ξεκαθάρισε πως προτίθεται να παραμείνει καγκελάριος μέχρι το τέλος της θητείας της, το 2021. Στην επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο δεν θα είναι ξανά υποψήφια για την καγκελαρία, ούτε για το κοινοβούλιο. Επίσης, σημείωσε πως δεν ενδιαφέρεται για άλλα αξιώματα στην ΕΕ.
Φυσικά, το αν η Μέρκελ και η σημερινή κυβέρνηση θα εξαντλήσει τη θητεία της δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένο, καθώς οξύνονται οι ενδοαστικές αντιθέσεις, αλλά και οι φιλοδοξίες του γερμανικού κεφαλαίου στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Εξάλλου, συνεχίζεται η συζήτηση μέσα στο SPD για το αν θα πρέπει να παραμείνει ή όχι στον «μεγάλο συνασπισμό». Την ανοικτή πολιτική κρίση σε μια χώρα που θέλει να παγιωθεί ως ηγέτιδα δύναμη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεν μπορούν πλέον να συγκαλύψουν ούτε ηγετικά στελέχη, όπως ο Σόιμπλε που ομολόγησε πως « η νομοθετική περίοδος έχει ακόμη τρία χρόνια. Το αν θα είναι έτσι, θα το δούμε ». Η κούρσα για την αντικατάσταση της Μέρκελ στην ηγεσία του κόμματος και πιθανότατα στην καγκελαρία ξεκίνησε και ο ανταγωνισμός αναμένεται σφοδρός, δημιουργώντας συνθήκες που δύσκολα θα επιτρέψουν την ολοκλήρωση της θητείας της.
Η ανοικτή πολιτική κρίση στην Γερμανία συνυπολογιζόμενη με τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία και την Βρετανία (brexit), που και οι δύο έρχονται σε ανοικτή ρήξη με την Ε.Ε., παγιώνουν συνθήκες γενικευμένης κρίσης και αποδυνάμωσης της Ε.Ε. Λαμβάνοντας υπόψη πως η κρίση αυτή εξελίσσεται σε ένα περιβάλλον απότομης όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, και κλιμάκωσης της πίεσης στην Ε.Ε. από τις ΗΠΑ, αναμένεται να προσλάβει ευρύτερες και επικίνδυνες διαστάσεις για την ίδια τη συνοχή και την υπόστασή της.
Παράλληλα, αντανακλάται και η αντιπαράθεση στα υψηλά κλιμάκια του γερμανικού κεφαλαίου, για τον αναπροσανατολισμό του ώστε να εξασφαλίσει την ηγετική του θέση στα πλαίσια της Ε.Ε. και να διαφυλάξει τα συμφέροντά του από τις πιέσεις που δέχεται. Κεντρική θέση στις αναζητήσεις αυτές του Γερμανικού κεφαλαίου αποτελεί και η οικονομική και πολιτική σχέση με την Ρωσία, καθώς πληθαίνουν οι φωνές που πριμοδοτούν αυτήν την κατεύθυνση.
Η καγκελάριος και πρόεδρος της CDU, Αγκελα Μέρκελ, δήλωσε τη σταδιακή της απόσυρση. Συγκεκριμένα, ότι δεν θα θέσει εκ νέου υποψηφιότητα για την ηγεσία του κόμματος στο συνέδριό του το Δεκέμβρη, ενώ παράλληλα ξεκαθάρισε πως προτίθεται να παραμείνει καγκελάριος μέχρι το τέλος της θητείας της, το 2021. Στην επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο δεν θα είναι ξανά υποψήφια για την καγκελαρία, ούτε για το κοινοβούλιο. Επίσης, σημείωσε πως δεν ενδιαφέρεται για άλλα αξιώματα στην ΕΕ.
Φυσικά, το αν η Μέρκελ και η σημερινή κυβέρνηση θα εξαντλήσει τη θητεία της δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένο, καθώς οξύνονται οι ενδοαστικές αντιθέσεις, αλλά και οι φιλοδοξίες του γερμανικού κεφαλαίου στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Εξάλλου, συνεχίζεται η συζήτηση μέσα στο SPD για το αν θα πρέπει να παραμείνει ή όχι στον «μεγάλο συνασπισμό». Την ανοικτή πολιτική κρίση σε μια χώρα που θέλει να παγιωθεί ως ηγέτιδα δύναμη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεν μπορούν πλέον να συγκαλύψουν ούτε ηγετικά στελέχη, όπως ο Σόιμπλε που ομολόγησε πως « η νομοθετική περίοδος έχει ακόμη τρία χρόνια. Το αν θα είναι έτσι, θα το δούμε ». Η κούρσα για την αντικατάσταση της Μέρκελ στην ηγεσία του κόμματος και πιθανότατα στην καγκελαρία ξεκίνησε και ο ανταγωνισμός αναμένεται σφοδρός, δημιουργώντας συνθήκες που δύσκολα θα επιτρέψουν την ολοκλήρωση της θητείας της.
Η ανοικτή πολιτική κρίση στην Γερμανία συνυπολογιζόμενη με τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία και την Βρετανία (brexit), που και οι δύο έρχονται σε ανοικτή ρήξη με την Ε.Ε., παγιώνουν συνθήκες γενικευμένης κρίσης και αποδυνάμωσης της Ε.Ε. Λαμβάνοντας υπόψη πως η κρίση αυτή εξελίσσεται σε ένα περιβάλλον απότομης όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, και κλιμάκωσης της πίεσης στην Ε.Ε. από τις ΗΠΑ, αναμένεται να προσλάβει ευρύτερες και επικίνδυνες διαστάσεις για την ίδια τη συνοχή και την υπόστασή της.
Παράλληλα, αντανακλάται και η αντιπαράθεση στα υψηλά κλιμάκια του γερμανικού κεφαλαίου, για τον αναπροσανατολισμό του ώστε να εξασφαλίσει την ηγετική του θέση στα πλαίσια της Ε.Ε. και να διαφυλάξει τα συμφέροντά του από τις πιέσεις που δέχεται. Κεντρική θέση στις αναζητήσεις αυτές του Γερμανικού κεφαλαίου αποτελεί και η οικονομική και πολιτική σχέση με την Ρωσία, καθώς πληθαίνουν οι φωνές που πριμοδοτούν αυτήν την κατεύθυνση.
Σχόλια