Για τη διαγραφή του χρέους, τα πραγματικά προβλήματα του λαού και τον ευρύτερο προσανατολισμό του κινήματος

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Τώρα και ένα εξάμηνο, από την επομένη της υπογραφής του υποδουλωτικού μνημονίου (Μάης 2010), βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής συνθηματολογίας μιας σειράς δυνάμεων που αναφέρονται στην Αριστερά και μάλιστα την εξωκοινοβουλευτική, το ζήτημα της διαγραφής του χρέους σε συνδυασμό με μια σειρά άλλα πολιτικά αιτήματα, όπως η εθνικοποίηση τραπεζών, ο εργατικός έλεγχος κ.λπ., που συγκροτούν κατά τους εμπνευστές τους είτε μια «προοδευτική έξοδο από την κρίση» (ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ) είτε ένα «σύγχρονο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης» (ΝΑΡ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ). O «Λαϊκός Δρόμος» με την αρθρογραφία του (τεύχος 19 Ιούνη, 3 Ιούλη 2010) έχει αντικρούσει το ρεφορμιστικό περιεχόμενο αυτών των θέσεων, ανεξάρτητα αν εμφανίζονται με διαφορετικό περιτύλιγμα.
Θεωρούμε σκόπιμο να επανέλθουμε στα ζητήματα αυτά για να τα κρίνουμε και κάτω από το φως των εξελίξεων που διαδραματίστηκαν το προηγούμενο εξάμηνο, αλλά και όσων πρόκειται να συμβούν το αμέσως επόμενο διάστημα, στο αν και κατά πόσο, δηλαδή, όλος αυτός ο προσανατολισμός συμβάλλει στη συσπείρωση και στην ώθηση του λαϊκού κινήματος ή προκαλεί μόνο σύγχυση και αποπροσανατολίζει τις πλατιές λαϊκές μάζες από τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Πέρα από την ουσία αυτών καθ' αυτών των θέσεων, που θα αναφερθούμε παρακάτω, ποια ήταν και είναι τα προβλήματα που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει η συντριπτική πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού; Χωρίς καμία αμφιβολία αυτά είναι η σαρωτική επίθεση κυβέρνησης, ολιγαρχίας, ΕΕ, ΔΝΤ, που έχει επιφέρει ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου με μείωση μισθών και συντάξεων, τσάκισμα του ασφαλιστικού, κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, εργασιακό μεσαίωνα, χτύπημα της δημόσιας Yγείας και Παιδείας, απολύσεις και μετατάξεις, εκτίναξη της ανεργίας κ.λπ.
Πάνω στη βάση αυτών των κοινών προβλημάτων, που συνενώνουν τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού, μπορεί να γίνει κατ' αρχήν η πιο πλατιά συσπείρωση των εργαζομένων για την απόκρουση της βάρβαρης επίθεσης κυβέρνησης-ΕΕ και για την υπεράσπιση των ζωτικών οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων των λαϊκών μαζών.
Χωρίς το πρόταγμα αυτών των θεμελιωδών αιτημάτων καμιά άξια λόγου συσπείρωση των εργαζομένων δεν μπορεί να επιτευχθεί και κανένας μαζικός εργατικός αγώνας δεν μπορεί να αναπτυχθεί. Όσο κι αν αυτά θεωρούνταν αυτονόητα για το αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα, σήμερα δεν είναι καθόλου έτσι. Γιατί υπάρχει από τη μια η ηγεσία του ΚΚΕ, που θεωρεί μάταιο και άνευ σημασίας τον αγώνα για τα άμεσα και καυτά αιτήματα των εργαζομένων, παραπέμποντάς τα όλα στη «λαϊκή εξουσία» και «λαϊκή οικονομία», και από την άλλη οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που τώρα και έξι μήνες δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να προβάλλουν αποκλειστικά στο μαζικό κίνημα την παύση πληρωμών, τη διαγραφή του χρέους, την εθνικοποίηση των τραπεζών, τον εργατικό και κοινωνικό έλεγχο, ψάχνοντας εναγωνίως το «αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα» και την «πέμπτη εξουσία των λαϊκών αγώνων» που θα το επιβάλλει.
Βέβαια, οι εργατικοί και λαϊκοί αγώνες που αναπτύχθηκαν όλο το προηγούμενο διάστημα, οι απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις, πάτησαν πάνω στη βάση των άμεσων, καυτών αιτημάτων του λαού και της απόκρουσης των αντεργατικών μέτρων. Η συσπείρωση και κινητοποίηση των λαϊκών μαζών, σ' όποιο βαθμό επιτεύχθηκε, έγινε πάνω στη βάση αυτών των αιτημάτων και όχι πάνω στη βάση της διαγραφής του χρέους, του εργατικού ελέγχου και της εθνικοποίησης των τραπεζών.
Αυτό βέβαια δεν κάνει λιγότερο επιζήμια μια τέτοια πολιτική.
Ποια είναι όμως η ουσία του «αντικαπιταλιστικού προγράμματος» του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ;
«Όταν τεθεί στο συνολικό της πλαίσιο μαζί με την παύση πληρωμών και την έξοδο από το ευρώ περιλαμβάνει τη χορήγηση γενναίων αυξήσεων σε μισθούς και συντάξεις, αθρόες χρηματοδοτήσεις στην παιδεία και την υγεία, αύξηση των φορολογικών συντελεστών των ανωνύμων εταιρειών στο 45%, φραγμούς στην κυκλοφορία κεφαλαίων, κρατικοποιήσεις τραπεζών και στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, άσκηση ενεργής βιομηχανικής πολιτικής με σκοπό τη στήριξη της απασχόλησης και της παραγωγής κοινωνικά χρήσιμων αγαθών και υπηρεσιών, υποτίμηση του νομίσματος κ.ά. Πρόκειται για αιτήματα που είναι συνεκτικά και αλληλοσυμπληρούμενα παρότι ανολοκλήρωτα και στο σύνολό τους συνθέτουν ένα ασφαλές περίγραμμα άσκησης φιλολαϊκής πολιτικής. Επίσης δεν απευθύνονται στην κυβέρνηση αλλά στους εργαζομένους και διευκολύνουν το ξεδίπλωμα της εργατικής πάλης και την άνοδο της αυτοπεποίθησης των εργαζομένων». (ΠΡΙΝ 30/5/2010)
Μια βδομάδα πριν, στην ίδια εφημερίδα, ο Λεωνίδας Βατικιώτης παρουσίαζε το κείμενο που υπέγραφαν οικονομολόγοι πανεπιστημιακοί, τους οποίους έκανε σημαία του το ΝΑΡ, και το οποίο έγραφε ανάμεσα σε άλλα:
«Θεωρούμε πλέον κοινωνική αναγκαιότητα την έξοδο από το ευρώ και την ONE και επίσης την παύση πληρωμών του χρέους και την επαναδιαπραγμάτευσή του με στόχο τη μείωση και τη διαγραφή του... Απαιτούμε από την κυβέρνηση να θέσει επιτέλους ένα φραγμό στην ασυδοσία των τραπεζών, επιβάλλοντας απαγόρευση φυγής κεφαλαίων, να προχωρήσει στην κρατικοποίηση των μεγάλων τραπεζών, την επαναφορά στο δημόσιο των στρατηγικής σημασίας ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων (OTE, ΔΕΗ), την εφαρμογή μέσω του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων μιας μακρόπνοης βιομηχανικής πολιτικής».
Τα δύο αυτά κείμενα, του ΝΑΡ και των οικονομολόγων πανεπιστημιακών, ταυτίζονται σε έτι αφορά το περιεχόμενό τους που αποτελεί και τη βάση όλης αυτής της πολιτικής εναλλακτικής «αντικαπιταλιστικής» πρότασης που προβάλλουν το τελευταίο εξάμηνο. Η μόνη διαφορά στα δύο κείμενα είναι πως οι μεν οικονομολόγοι «απαιτούν» αυτή την πολιτική να την εφαρμόσει «επιτέλους» η κυβέρνηση Παπανδρέου, ενώ το ΝΑΡ την ίδια πολιτική «δεν την απευθύνει στην κυβέρνηση», αλλά δεν μας ξεκαθαρίζει και ποιος θα την εφαρμόσει. Φυσικά, αν μελετήσει κάποιος πιο προσεκτικά τα κείμενα του ΝΑΡ, θα διαπιστώσει πως οι «διεκδικήσεις» και οι «απαιτήσεις» του προς την ίδια κατεύθυνση με αυτήν των οικονομολόγων απευθύνονται. Γράφει το ΠΡΙΝ της 13-6-2010:
«Η διεκδίκηση για παύση πληρωμών και επαναδιαπραγμάτευση με απαίτηση για διαγραφή του ληστρικού χρέους είναι αναγκαίες επιλογές, οι οποίες μπορούν να επιβληθούν από ένα πανίσχυρο, πολιτικό, μαζικό, εργατικο-λαϊκό κίνημα». (Yπογρ. δική μας)
Και συνεχίζει υποδείχνοντας σε αυτούς που θα διαγράψουν το χρέος, τι πρέπει να κάνουν στη συνέχεια:
«Υπάρχουν κι άλλες πρακτικές, όπως ο διακρατικός δανεισμός από χώρες εντός κι εκτός ΕΕ, όπως η Κίνα, η Βενεζουέλα, οι αραβικές χώρες, η Ρωσία κ.ά. ... η διαγραφή του χρέους όχι μόνο δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα στους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, αλλά απεναντίας σε συνδυασμό με την αύξηση των συντελεστών της άμεσης φορολόγησης του μεγάλου κεφαλαίου στο 45% και παραπάνω, θα δημιουργήσει πλεονάσματα, που το κίνημα μπορεί να επιβάλλει να αξιοποιηθούν υπέρ των εργατικών και λαϊκών αναγκών».
Και για να αντιληφθούμε πού και πώς καταλήγει αυτό το απίθανο γαϊτανάκι της παύσης πληρωμών και διαγραφής του χρέους, παραθέτουμε ένα απόσπασμα από πρόσφατο άρθρο του Λεωνίδα Βατικιώτη, στελέχους του ΝΑΡ, ένθερμου υπερασπιστή αυτής της πολιτικής. (ΠΡΙΝ 5-12-2010):
«Στην πραγματικότητα το αίτημα παύσης πληρωμών και διαγραφής όλου ή έστω μέρους του χρέους αποκτά ακόμη πιο επείγοντα χαρακτήρα δεδομένου ότι η επιμήκυνση μπορεί να μεταθέτει χρονικά, επιδεινώνει όμως το πρόβλημα μια και το ωθεί σε νέα, δυσθεώρητα ύψη... Προϋπόθεση, ένα έστω πρώτο πρακτικό βήμα, για να ανοίξει ο δρόμος για την επαναδιαπραγμάτευση και την άμεση παραγραφή μέρους του χρέους είναι η συγκρότηση Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου που θα αποτελείται από οικονομολόγους και νομικούς ακόμη και με τη συμμετοχή διεθνών προσωπικοτήτων (με τεράστια εμπειρία σ' αυτό το μέτωπο) που θα ανοίξει τα βιβλία του ελληνικού δημόσιου χρέους. Έτσι θα βγει στην επιφάνεια ποιο μέρος του είναι προϊόν διαφθοράς ή αναγκών ξένων προς αυτές του ελληνικού λαού, θα αποδειχθεί δηλαδή ότι τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος του δεν το δημιούργησαν οι εργαζόμενοι, μπορεί επομένως να χαρακτηριστεί "απεχθές χρέος" κατά τη διεθνή νομολογία και να παραγραφεί. Αυτό φυσικά το έργο που θα στρέφεται ενάντια στην κυβέρνηση και τους πιστωτές δεν μπορεί να είναι υπόθεση πεφωτισμένων, που θα λειτουργούν ερήμην των άμεσα ενδιαφερομένων. Oφείλει να είναι υπόθεση του ίδιου του εργατικού και λαϊκού κινήματος, του κόσμου που έχει δραστηριοποιηθεί με πρωτοπόρο τρόπο μέχρι στιγμής κατά του μνημονίου ΔΝΤ-ΕΕ και της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου». (Yπογρ. δική μας)
Ώδυνεν όρος και έτεκεν μυν. Πολύ άδοξα φαίνεται να ξεφουσκώνει όλος αυτός ο ντόρος που ξεσήκωσε για ένα εξάμηνο το ΝΑΡ για τη διαγραφή του χρέους και αποτέλεσε το κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής του. Τι μας λένε αλήθεια τα στελέχη του; Ότι θα πρέπει να συγκροτηθεί μια Επιτροπή, όπως θα λέγαμε ορκωτών λογιστών, από διαπρεπείς οικονομολόγους και νομικούς, με μεγάλη εμπειρία στο θέμα, που θα ψάξουν τα βιβλία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για να βρουν το «απεχθές» μέρος του χρέους (ξεχάστηκε η διαγραφή του όλου χρέους) και να το διαγράψουν, σύμφωνα μάλιστα και με τη «διεθνή νομολογία». Αλλά προσοχή! Όλη αυτή η δουλειά των πεφωτισμένων ορκωτών λογιστών δεν θα γίνει ερήμην του λαού αλλά κάτω από το άγρυπνο βλέμμα ενός «πανίσχυρου πολιτικού μαζικού εργατικού-λαϊκού κινήματος», όπως έγραφε παλιότερα το ΝΑΡ. Αυτό το ρόλο αλήθεια επιφυλάσσουν στο εργατικό, λαϊκό κίνημα τα στελέχη του ΝΑΡ, αυτοί μάλιστα που εμφανίζονται εμπνευστές και πρωτοστάτες μιας τέτοιας πολιτικής;
Αυτούς τους στόχους και τα καθήκοντα θέτουν στο μαζικό, λαϊκό κίνημα, να πιέζει δηλαδή την κυβέρνηση για να βρει έμπειρους οικονομολόγους και νομικούς προκειμένου να ελέγξουν τα βιβλία του κράτους και να εντοπίσουν το απεχθές ποσοστό του χρέους για να το διαγράψουν; Τι διαφορετικό υποστηρίζει ο σοσιαλδημοκρατικός ΣΥΝ, όταν διακηρύσσει καθημερινά, όπως ο πρόεδρός του σε άρθρο του στην «Ελευθεροτυπία» (19-2-2010) ότι: «Απαιτείται μια δίκαιη ρύθμιση του χρέους, με διαγραφή σημαντικού μέρους του για τις χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα»;
Ας αποδεχθούμε όμως ότι το στέλεχος του ΝΑΡ στην προσπάθειά του να κάνει συγκεκριμένη την πρόταση για τη διαγραφή του χρέους την αδίκησε, εκχυδαΐζοντάς την. Ποια είναι στην ουσία η πολιτική πρόταση του ΝΑΡ, όπως αποτυπώνεται στα αποσπάσματα που παραθέσαμε παραπάνω; Τι εννοεί ακριβώς το ΝΑΡ όταν υποστηρίζει ότι «η διεκδίκηση για παύση πληρωμών και επαναδιαπραγμάτευση με απαίτηση για διαγραφή του ληστρικού χρέους είναι αναγκαίες επιλογές, οι οποίες μπορούν να επιβληθούν από ένα πανίσχυρο πολιτικό μαζικό εργατικό-λαϊκό κίνημα»;
Από ποιον διεκδικεί αυτό το αίτημα; Από ποιον απαιτεί τη διαγραφή του χρέους και σε ποιον θα την επιβάλει το εργατικό-λαϊκό κίνημα, όπως διακηρύσσει το ΝΑΡ, αν όχι στη σημερινή ή σε μια αυριανή αστική ή «προοδευτική» κυβέρνηση; Και ποια είναι η κυβέρνηση στην οποία υποδεικνύει το ΝΑΡ, αφού διαγράψει μέρος του χρέους, να στραφεί για διακρατικό δανεισμό σε χώρες «εντός και εκτός ΕΕ», «να αυξήσει την άμεση φορολόγηση του μεγάλου κεφαλαίου στο 45%», αν όχι η σημερινή ή μια αυριανή αστική ή «αριστερή» κυβέρνηση;
Σε τι συνίσταται τελικά η «αριστερή αντικαπιταλιστική απάντηση» των ΝΑΡ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ;
Στη διαμόρφωση μιας εναλλακτικής πολιτικής πρότασης που έχει στόχο την παύση πληρωμών, την έξοδο από το ευρώ και την υποτίμηση του νομίσματος, την αύξηση των φορολογικών συντελεστών των ανωνύμων εταιρειών στο 45%, τους φραγμούς στην κυκλοφορία των κεφαλαίων, την κρατικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, τον εργατικό και κοινωνικό έλεγχο σ' αυτές τις επιχειρήσεις, την αναζήτηση διακρατικού δανεισμού από την Κίνα, τη Βενεζουέλα κ.λπ.
Όλα αυτά αποτελούν μια ατόφια φιλοσοσιαλδημοκρατική πρόταση που ταυτίζεται στο περιεχόμενό της με την πολιτική πρόταση των αριστερών οικονομολόγων πανεπιστημιακών και την οποία ζητούν οι τελευταίοι να την εφαρμόσει «επιτέλους» η κυβέρνηση. Σε τίποτα δεν αλλάζει το περιεχόμενο και ο πολιτικός προσανατολισμός μιας τέτοιας πρότασης επειδή διακηρύσσει το ΝΑΡ πως «η επιβολή αυτής της πολιτικής δεν βρίσκεται στα χέρια καμιάς "φωτισμένης" κυβέρνησης. Την πολιτική αυτή μπορεί να την επιβάλλει μόνο η αναγκαία "πέμπτη εξουσία" των λαϊκών αγώνων».
Και δεν αλλάζει σε τίποτα η ουσία του, γιατί όλο αυτό το «αντικαπιταλιστικό» πρόγραμμα διεκδικείται να εφαρμοστεί σε συνθήκες καπιταλιστικής και αστικής κυριαρχίας και ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, όπου το κεφάλαιο θα εξακολουθεί να κυριαρχεί (θα αυξηθεί απλά η φορολόγησή του), θα συνεχίσει να κυκλοφορεί (θα ελέγχεται μόνο η κίνησή του) και η Ελλάδα θα εξακολουθεί να βρίσκεται στην Ε.Ε. (θα φύγει μόνο από την Ευρωζώνη). Γιατί, δηλαδή, η εφαρμογή ενός τέτοιου πολιτικού προγράμματος είτε προκύψει από μια αστική κυβέρνηση είτε «επιβληθεί από την "πέμπτη εξουσία" των λαϊκών αγώνων» (τόσο το χειρότερο γι' αυτούς τους λαϊκούς αγώνες) καμιά αμφισβήτηση και ανατροπή της καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας δεν προϋποθέτουν, αντίθετα συνιστούν μια αριστερή σοσιαλδημοκρατική πολιτική στα πλαίσια του σημερινού οικονομικού και πολιτικού συστήματος και τίποτα περισσότερο.
Όμως αλήθεια τι ακριβώς εννοεί το ΝΑΡ με το ευφυολόγημα της «πέμπτης εξουσίας των λαϊκών αγώνων»;  Έχει μήπως σχέση με τη «δυαδική εξουσία» που κάποιοι συνεργαζόμενοί του στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ ονειρεύονται, όπως αποτυπώνεται με τον πιο γλαφυρό τρόπο στο παρακάτω απόσπασμα;
«Σε μια τέτοια περίπτωση, όπου μια κοινωνική σύγκρουση παίρνει στοιχεία ανοιχτής πολιτικής κρίσης (π.χ. πτώση κυβέρνησης υπό το βάρος του λαϊκού παράγοντα χωρίς άμεση εφικτή εναλλακτική αστική πρόταση), και όπου η Αριστερά μπορεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο σ' ένα ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο, μπορούμε να δούμε εκδοχές ανόδου της Αριστεράς στην εξουσία, σε διάφορες παραλλαγές κυβερνήσεων "λαϊκής σωτηρίας" υπό τη δέσμευση του κινήματος. Αυτό θα μπορούσε να είναι η πρώτη εμφάνιση μιας εκδοχής δυαδικής εξουσίας στον 21ο αιώνα και μπορούμε να δούμε το ίχνος της (ως ένα ακραίο αλλά όχι αβάσιμο ενδεχόμενο) σε όλες τις μεγάλες συγκρούσεις των τελευταίων ετών από τις μεγάλες λατινοαμερικάνικες κοινωνικές εξεγέρσεις έως τις κορυφαίες στιγμές των ευρωπαϊκών συγκρούσεων και τους αλλεπάλληλους γαλλικούς ξεσηκωμούς έως τον ελληνικό Δεκέμβρη και την 5η Μάη». (άρθρο του Π. Σωτήρη, στελέχους της ΑΡΑΝ, στο Αριστερό Βήμα Οικονομολόγων)
Όταν ο συντάκτης του παραπάνω άρθρου διαβλέπει πως στην απεργιακή κινητοποίηση της 5ης Μάη και στο Δεκέμβρη του 2008 είχαμε το ίχνος μιας πρώτης εμφάνισης «δυαδικής εξουσίας στον 21ο αιώνα», αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει στοιχειώδης επαφή με την πραγματικότητα, δεν υπάρχει ίχνος πολιτικής σοβαρότητας. Μόνο αδιόρθωτοι ρεφορμιστές που κολυμπούν στο πέλαγος των αυταπατών τους μπορούν να ονειρευτούν τη στιγμή που η ντόπια αστική τάξη και οι ιμπεριαλιστές θα ξεμείνουν από «εναλλακτική αστική πρόταση» και τότε θα εμφανιστεί η Αριστερά σε πρωταγωνιστικό ρόλο (στο κέντρο των πολιτικών εξελίξεων όπως έλεγαν και οι ηγέτες του ενιαίου ΣYN το 1989-90) για να πάρει την εξουσία.
Όμορφο και ωραίο το σενάριο, αλλά αν ρίξουμε μια ματιά στον 20ό αιώνα, θα διαπιστώσουμε πως κι όταν βρέθηκε η αστική τάξη στην πιο βαθιά πολιτική κρίση, κι όταν βρέθηκε εντελώς απομονωμένη από το λαό, κι όταν η μεγάλη πλειοψηφία του λαού ήταν ενωμένη και συσπειρωμένη κάτω από την καθοδήγηση του επαναστατικού ΚΚΕ και είχε συγκροτήσει το λαϊκό στρατό, με ένα συσχετισμό δυνάμεων εσωτερικό και διεθνή ιδιαίτερα ευνοϊκό, ποτέ, μα ποτέ η αστική τάξη και τα αφεντικά της δεν ξέμειναν από «εναλλακτική» πρόταση. Γιατί «εναλλακτική» πρόταση ήταν και τα κανόνια του Σκόμπι και οι ναπάλμ των Αμερικανών και τα τανκς του Παπαδόπουλου.
Όταν ο λαός βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπος με την πιο σφοδρή και βάρβαρη επίθεση των τελευταίων δεκαετιών, όπου αφαιρούνται με καταιγιστικό ρυθμό η μια μετά την άλλη εργατικές και κοινωνικές κατακτήσεις ενός αιώνα και αδυνατεί το εργατικό και λαϊκό κίνημα να φρενάρει την επίθεση και να υπερασπίσει τα πιο στοιχειώδη δικαιώματα των εργαζομένων λόγω του δυσμενούς ταξικού συσχετισμού δυνάμεων και της υποχώρησης του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, η «ανίχνευση» δυαδικής εξουσίας σε μια, δυό ή τρείς απεργιακές κινητοποιήσεις που δεν ξεφεύγουν από τα όρια των ρεφορμιστικών αυταπατών, αυτό δεν προδίδει μόνο μια αβάστακτη ελαφρότητα, προδίδει έναν «αριστερό» κυβερνητισμό που, αφού κατακυρίευσε σαν γάγγραινα την «επίσημη» Αριστερά, τώρα φαίνεται να απλώνεται και να μολύνει και κάποιους στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά.
Όλη αυτή η πρεμούρα εναγώνιας αναζήτησης αριστερών κυβερνήσεων «λαϊκής σωτηρίας» και φαντασιώσεων «δυαδικής εξουσίας» ή «πέμπτης εξουσίας» δεν υποκρύπτουν τίποτα άλλο παρά την αναζήτηση μιας εναλλακτικής πρότασης «προοδευτικής διεξόδου», που έχει σαν βάση της το πλαίσιο των πολιτικών θέσεων για τη διαγραφή του χρέους, τις εθνικοποιήσεις τραπεζών κ.λπ. και οι οποίες διαπερνούν οριζόντια όλες τις δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του Μετώπου αλληλεγγύης, του Βήματος διαλόγου, τις δυνάμεις του ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ, τους οικονομολόγους πανεπιστημιακούς.
Όλο αυτό το πλαίσιο θέσεων και την εφαρμογή του, τα συνόψισε πριν μήνες η «Αυγή» (9-5-2010) με ενάργεια και σαφήνεια σε ότι αφορά τη «ριζοσπαστική διεκδίκηση της μονομερούς παύσης πληρωμών», γράφοντας:
«Το πρόβλημα γίνεται πολιτικό. Δηλαδή αφορά τις προϋποθέσεις δημιουργίας μιας προοδευτικής κυβέρνησης που θα διεκδικήσει με αποφασιστικότητα και ενεργητική στήριξη του λαού μια ουσιαστική επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, φτάνοντας έως τη μονομερή παύση πληρωμών, με παράλληλη προώθηση μέτρων οικονομικής και κοινωνικής ανόρθωσης και αναγέννησης της χώρας».
Και συνεχίζει αναλύοντας ότι μια τέτοια «προοδευτική έξοδος συνεπάγεται: Εθνικοποίηση τραπεζών... Προώθηση παραγωγικής ανασυγκρότησης... Επιστροφή κερδοφόρων ΔΕΚO στο δημόσιο έλεγχο, επέκταση σε τομείς στρατηγικής σημασίας...», κ.λπ.
Αυτό είναι το «πρόγραμμα προοδευτικής διεξόδου», κατ' άλλους «αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα», που θα γίνει από μια «προοδευτική κυβέρνηση» ή κυβέρνηση «λαϊκής σωτηρίας», η οποία θα προκύψει στα πλαίσια του αστικού κοινοβουλευτικού συστήματος, χωρίς αντικαπιταλιστικά φληναφήματα και δυαδικές ή πέμπτες εξουσίες. Kαι ακριβώς πάνω στη βάση μιας τέτοιας «εναλλακτικής πρότασης» παρατηρούνται έντονες διεργασίες και συζητήσεις ανάμεσα σ' όλες αυτές τις πολιτικές δυνάμεις που υιοθετούν και προβάλουν με επιμέρους διαφοροποιήσεις και αποχρώσεις τις παραπάνω θέσεις, αποσκοπώντας στην αναζήτηση μιας ευρύτερης πολιτικής συνεργασίας.
Kαι είτε συνασπισθούν πολιτικά είτε όχι αυτές οι δυνάμεις, το σίγουρο είναι πως η εμφάνιση, υιοθέτηση και προβολή αυτής της πολιτικής πρότασης διαμορφώνει και συγκροτεί ένα δεξιό ιδεολογικό και πολιτικό ρεύμα, που ανεξάρτητα από προθέσεις και διαθέσεις σπρώχνει αγωνιστές και δυνάμεις σε ρεφορμιστικές κατευθύνσεις.
Απέναντι σ' ένα τέτοιο προσανατολισμό που αναζητά εναλλακτικές λύσεις μέσα στα πλαίσια του συστήματος και σκορπά ολέθριες αυταπάτες στον κόσμο του κινήματος και μπροστά στις κρίσιμες εξελίξεις που συντελούνται στην Ελλάδα και την Ε.Ε., πρέπει να αναδειχθούν τα πραγματικά προβλήματα και αιτήματα των εργαζομένων και να χαραχθεί ένας ευρύτερος προσανατολισμός που θα υπηρετεί τα άμεσα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα του λαού και την υπόθεση του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ανεμογεννήτριες: Μικρό όφελος - μεγάλη καταστροφή λένε τώρα οι επιστήμονες.

Σχόλιο