Η 30ή Μάη είναι ημέρα Γενικής Πανεργατικής Απεργίας!
Πυκνώνει η κυβερνητική προπαγάνδα του ΣΥΡΙΖΑ για τη δήθεν “καθαρή
έξοδο” από τα μνημόνια και την επιτήρηση. Τα κυβερνητικά στελέχη έχουν
επιδοθεί σε μια νέα κούρσα ασύστολης δημαγωγίας, σποράς νέων αυταπατών
με προφανή στόχο να ρίξουν σκόνη, να σηκώσουν κουρνιαχτό για το νέο
κύκλο αντιλαϊκών μέτρων που προετοιμάζουν. Όλες οι πλευρές (κυβέρνηση –
ΕΕ – ΔΝΤ) έχουν άλλωστε προ πολλού δώσει τα χέρια και έχουν υπογράψει
από κοινού την επιβολή νέων φοροληστρικών και αντεργατικών μέτρων που
τσακίζουν μισθούς, συντάξεις, εκποιούν τη δημόσια περιουσία με στόχο το
λεγόμενο κλείσιμο της περίφημης 4ης αξιολόγησης.
Την ίδια ώρα ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε φυσικά καμία μερίδα της ντόπιας άρχουσας τάξης δεν αμφισβητεί τη συνέχιση του καθεστώτος της επιτροπείας και της ιμπεριαλιστικής κηδεμονίας από ΕΕ – ΔΝΤ. Η άρχουσα τάξη, δια μέσου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, διαπραγματεύεται μόνο τους όρους της διαιώνισης του καθεστώτος της εξάρτησης, αν θα είναι δηλαδή με όρους πιο “χαλαρούς” ή αν θα συνεχιστούν μέσα στο ίδιο πλαίσιο όπως συμβαίνει τα τελευταία οκτώ χρόνια του μνημονιακού ζόφου.
Παρά την ανυποχώρητη ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής που επιβάλλει εδώ και τρία χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ, ηχηρή είναι η απουσία του εργατικού και του ευρύτερου λαϊκού παράγοντα, η κρίση και η παρατεταμένη υποχώρηση στην οποία έχει περιέλθει εδώ και πολύ μακρό διάστημα. Έχουμε περιγράψει και καταδείξει πολλές φορές από τις στήλες του Λ.Δ. τις βαρύτατες ευθύνες της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και των δυνάμεων που – μάλιστα – στο όνομα της λεγόμενης “Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς” καλλιέργησαν και αναπαρήγαγαν με τη σειρά τους τις ίδιες αυταπάτες, σκορπίζοντας στα φτωχά λαϊκά και εργατικά στρώματα ψεύτικες υποσχέσεις και οι οποίες έχουν φέρει σήμερα το λαϊκό παράγοντα στην κατάσταση αυτή.
Σε ό,τι αφορά την κατάσταση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος πρωταρχική ευθύνη έχουν οι ηγεσίες του και ιδιαίτερα της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, αλλά και των μεγάλων Ομοσπονδιών δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, του κυβερνητικού συνδικαλισμού (ΠΑΣΚ-ΠΑΣΟΚ, ΔΑΚΕ-ΝΔ, ΜΕΤΑ-ΣΥΡΙΖΑ) που εξακολουθούν και κυριαρχούν στην κορυφή του σ/κ υπηρετούν με συνέπεια τη γραμμή που το οδηγεί στη συναίνεση, στη συνδιαλλαγή και στην υποταγή απέναντι στην κυρίαρχη κυβερνητική πολιτική, αλλά και στις απαιτήσεις και τα κελεύσματα της μεγαλοεργοδοσίας. Το φαινόμενο αυτό είναι τόσο παλιό, όσο και ο ρεφορμισμός και ο κυβερνητικός συνδικαλισμός μέσα στο εργατικό κίνημα.
Στις 30 του Μάη, λοιπόν, οι συμβιβασμένες ηγεσίες των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, μετά από ένα μακρύ και πολύμηνο λήθαργο, αποφάσισαν την προκήρυξη νέας γενικής πανεργατικής απεργίας. Μάλιστα επιχειρούν να εντάξουν την απεργιακή κινητοποίηση ως “πρώτη δράση” στα πλαίσια της “πανεθνικής ημέρας δράσης” της περίφημης “Κοινωνικής Συμμαχίας”. Η τελευταία δεν είναι τίποτα περισσότερο από τη σύμπραξη των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ μαζί με τους εκπροσώπους των ΓΣΕΒΕΕ – ΕΣΕΕ και επιμελητηρίων.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το πλαίσιο που προτάσσουν από κοινού οι ηγεσίες των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ με τους εκπροσώπους των λεγόμενων “παραγωγικών φορέων” είναι απολύτως προσαρμοσμένο στην κυρίαρχη πολιτική, αφού αναπαράγει με δήθεν πιο “φιλεργατική” φρασεολογία τα κυβερνητικά επιχειρήματα περί “δίκαιης ανάπτυξης” και “παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας”. Οι συνδικαλιστικές δυνάμεις των ΠΑΣΚ – ΔΑΚΕ – ΜΕΤΑ στην ηγεσία της ΓΣΕΕ ανερυθρίαστα προσυπογράφουν αιτήματα για την “ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και καινοτομίας με γνώμονα ένα Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για το μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου της χώρας”, καθώς και “πολιτικές εκπαίδευσης και κατάρτισης, που θα ενισχύουν την υγιή επιχειρηματικότητα (...)”, που παραδίδουν αφοπλισμένο το εργατικό κίνημα και τους εργαζόμενους στις ορέξεις της μεγάλης εργοδοσίας και της πιο στυγνής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Την ίδια στιγμή, η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ επιχειρεί με δειλά και ντροπαλά μισόλογα να διαχωρίσει κάπως τη θέση της από τη ΓΣΕΕ, κάνοντας λόγο για “αμοιβαίες υποχωρήσεις, προκειμένου να αναδείξουμε τα κορυφαία προβλήματα της λιτότητας, της ανεργίας και της υπερφορολόγησης” στην πρόσφατη ανακοίνωσή της (15/5/2018). Επιχειρώντας να κρατήσει κάποια προσχήματα, προτάσσει – μαζί με το πλαίσιο της «Κοινωνικής Συμμαχίας» – τα δικά της αιτήματα και διεκδικήσεις για αυξήσεις στους μισθούς – συντάξεις, για μόνιμους διορισμούς στο Δημόσιο κλπ.
Είναι προφανές ότι ένα τέτοιο πλαίσιο έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τα άμεσα εργατικά αιτήματα και διεκδικήσεις. Την ώρα που εργατικά και λαϊκά στρώματα βρίσκονται μπροστά σε μια – δίχως προηγούμενο – ανελέητη και διαρκή λεηλασία των εισοδημάτων τους, όταν το βιοτικό τους επίπεδο κατακρημνίζεται και τα εργατικά δικαιώματα και οι κατακτήσεις των προηγούμενων δεκαετιών ανατρέπονται βίαια και γίνονται αντικείμενο της πιο βάρβαρης και στυγνής καπιταλιστικής καταπίεσης και εκμετάλλευσης, αποτελεί προδοσία και ξεπούλημα για την εργατική τάξη η στάση της ηγεσίας του σ/κ που προτάσσει την περιβόητη “υγιή επιχειρηματικότητα” ως το αντίδοτο της πολιτικής των μνημονίων.
Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ προτάσσουν μια τέτοια γραμμή μέσα στο εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα. Μια γραμμή που έρχεται σε σύγκρουση με τα πραγματικά συμφέροντα και τις διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος. Ούτε επίσης είναι η πρώτη φορά που ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ προσφεύγουν σε συνεργασίες και συμπράξεις με οργανώσεις επαγγελματοβιοτεχνών και εμπόρων. Τα παραδείγματα εδώ και δεκαετίες είναι αναρίθμητα. Αρκεί μόνο να σημειώσουμε πως τη διετία 2010 – 2012 από κοινού ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ και ΓΣΕΒΕΕ – ΕΣΕΕ προσυπέγραφαν πολλές κοινές ανακοινώσεις και ψηφίσματα, κοινά καλέσματα στις μεγαλειώδεις – τότε – απεργιακές κινητοποίησεις και συγκεντρώσεις που έπαιρναν πανεργατικά και παλλαϊκά χαρακτηριστικά. Ας δούμε για παράδειγμα τι υπέγραφαν από κοινού ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ – ΓΣΕΒΕΕ – ΕΣΕΕ – ΤΕΕ κλπ στις 3/10/2012, μόλις μια εβδομάδα μετά τη γενική πανεργατική απεργία. “Οι ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΠΙΣ, ΤΕΕ, ΓΕΣΑΣΕ (...) Θεωρούν ότι τα μέτρα αυτά εκτός από άδικα και υφεσιακά, είναι αναποτελεσματικά για την έξοδο από την κρίση και καταστροφικά για την Ελληνική κοινωνία και οικονομία. (...) Παράλληλα οι δύο εργοδοτικοί φορείς (ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ) και η ΓΣΕΕ εξέφρασαν με τρόπο ρητό και κατηγορηματικό τη θέλησή τους για αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων για την υπογραφή της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. (...) αναδείχθηκε η αναγκαιότητα για συνέχιση κοινών δράσεων (...) με κορύφωση των αγωνιστικών κινητοποιήσεων την πραγματοποίηση, άμεσα, νέας γενικής απεργίας, με τη συμμετοχή όλων των φορέων”.
Γιατί λοιπόν σήμερα σηκώνεται τέτοιος κουρνιαχτός σχετικά με τη γενική πανεργατική απεργία στις 30 Μάη από δυνάμεις της λεγόμενης “Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς” πρωτοστατούντος του ΝΑΡ; Διαβάζουμε στην ανακοίνωσή τους (17/5/2018) πως “Η 30 Μάη δεν είναι απεργία, είναι συμμαχία με την εργοδοσία”, ενώ καλούν τους εργαζόμενους να “καταψηφίσουν παντού την απεργία της 30/5”. Πέρα από την ανοιχτή απεργοσπασία με δήθεν “ταξικό” πρόσημο, οι δυνάμεις του ΝΑΡ παίρνουν την ευθύνη της διάσπασης του εργατικού κινήματος καλώντας σε “πραγματική γενική απεργία και ταξική δράση”, σε ξεχωριστή ημέρα (μέσα στον Ιούνιο) με “άλλο” περιεχόμενο και “με οργάνωση από τα κάτω όπως και στις 12 Γενάρη 2018” γιατί όπως γράφουν η 30/5 “δεν είναι μια συνήθης παρέμβαση του κυβερνητικού – εργοδοτικού συνδικαλισμού, σαν και αυτές που γνωρίζαμε τις τελευταίες δεκαετίες και που έχουν οδηγήσει το εργατικό κίνημα στον εκφυλισμό και στην ήττα. Είναι μια αντιδραστική “απεργία” και δράση. Στοχεύει στην πλήρη υποταγή του ε.κ. στη στρατηγική του κεφαλαίου, στο να αγωνίζεται ο εργάτης για τα κέρδη του αφεντικού. Με αιτήματα ανταγωνιστικά προς τα συμφέροντά μας, υπέρ του ΣΕΒ και των εργοδοτών.”
Πότε όμως συνέβη αυτή η τομή στο συνδικαλιστικό κίνημα; Μήπως οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ κινούνταν σε πιο φιλεργατική κατεύθυνση τα προηγούμενα χρόνια και άλλαξαν τώρα ρότα προς πιο αντιδραστική και φιλοεργοδοτική ή και φιλοκυβερνητική κατεύθυνση; Όχι βέβαια! Να τι υπέγραφαν από κοινού ΓΣΕΕ – ΓΣΕΒΕΕ – ΕΣΕΕ και ΣΕΒ παραμονές της πανεργατικής απεργίας στις 3/2/2012, τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση της αντιπολίτευσης, το ΚΚΕ αλλά και σύσσωμη η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλούσαν “να πέσει η κυβέρνηση”. Στην επιστολή τους προς τον πρωθυπουργό Λ. Παπαδήμο τόνιζαν ανάμεσα στα άλλα πως “O κοινωνικός διάλογος αποτελεί θεσμό συνεννόησης, αναγνωρισμένο από τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα πρέπει και στη χώρα μας να αποτελεί βασικό «εργαλείο» συμφωνιών, με σεβασμό στα αποτελέσματά του.”. Ζητούσαν μάλιστα από την κυβέρνηση “να ξεκινήσει τώρα τριμερής διάλογος (Κυβέρνηση – Εργοδοτικοί και Εργατικοί Φορείς) (...) αυτός πρέπει να περιλαμβάνει μείωση ασφαλιστικών εισφορών με αναζήτηση ισοδυνάμων αποτελεσμάτων αποδεκτών από τους κοινωνικούς εταίρους και αναζήτηση λύσεων στα κυρίαρχα θέματα της ανταγωνιστικότητας (...) υγιείς κανόνες και συνθήκες ανταγωνισμού, ηλεκτρονική βάση σύζευξης προσφοράς ζήτησης στην αγορά εργασίας”.
Δεν φάνηκε να συνταράσσει τότε τις δυνάμεις αυτές, καθώς και όσους σήμερα αμφιβάλλουν ή προβληματίζονται για την απεργιακή κινητοποίηση στις 30/5, η στάση της ΓΣΕΕ εκείνη την περίοδο. Ούτε ποτέ διανοήθηκαν να καλέσουν σε ανοιχτή απεργοσπασία και αποχώρηση από τις τεράστιες παλλαϊκές διαδηλώσεις του Φλεβάρη του 2012. Αντιθέτως συστρατεύθηκαν με τις δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες λαού και εργαζομένων που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις και τις διαδηλώσεις της περιόδου. Και βέβαια το πλαίσιο των απεργιακών κινητοποιήσεων, όπως το προέβαλλαν οι επίσημες και συμβιβασμένες ηγεσίες του σ/κ, ήταν το ίδιο και απαράλλαχτο και καμία σχέση δεν είχε με τα πραγματικά προβλήματα και την υπεράσπιση των εργατικών συμφερόντων από τη μνημονιακή θύελλα. Μόνο που η μαζική είσοδος στο προσκήνιο των εργαζομένων και του λαού παραμέρισε τις ηγεσίες αυτές και τα “πλαίσιά” τους, φέρνοντας στην επιφάνεια τα πραγματικά εργατολαϊκά αιτήματα και τις διεκδικήσεις.
Μήπως όμως εξέφραζε καλύτερα τα συμφέροντα των εργαζομένων η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ πριν από μερικά χρόνια; Δεν έχει περάσει πολύς καιρός όταν η ίδια ηγεσία με την ουσιαστική συμβολή των δυνάμεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του – αντιπολιτευόμενου ακόμα – ΣΥΡΙΖΑ διακήρυσσε τη “διαγραφή του χρέους”, τον “εργατικό έλεγχο” και άλλα ρεφορμιστικά πλαίσια δανεισμένα από τα μεταβατικά τους προγράμματα. Σήμερα οι αντικαπιταλιστές ανακάλυψαν πως η ίδια αυτή ηγεσία μαζί με τη ΓΣΕΕ αποτελούν τον “αστικοποιημένο συνδικαλισμό” και πως “απαιτείται αντίστοιχη τομή στη δράση του μαχόμενου ταξικού κινήματος”. Και η τομή που προτείνουν είναι η παλιά και χρεοκοπημένη γραμμή της φυγομαχίας, της φυγοπονίας, του αναχωρητισμού που πριν από περίπου τρεις δεκαετίες συμπυκνωνόταν στη φράση “έξω από τα συνδικάτα”.
Σήμερα, μπροστά στην παρατεταμένη υποχώρηση του κινήματος, αποκαλύπτεται η γύμνια των συμβιβασμένων και υποταγμένων ηγεσιών της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Αν όμως είναι αρνητικοί οι συσχετισμοί σε αυτή τη φάση, άλλο τόσο αρνητική και επιζήμια είναι η πολιτική εκείνη που μετατρέπει τα σωματεία σε απεργοσπαστικούς μηχανισμούς. Τα δήθεν “ταξικά” καλέσματα προς τους εργαζομένους μέσα από τα πρωτοβάθμια σωματεία να καταψηφίσουν την απεργία, στην πράξη δημιουργεί ισχυρό άλλοθι ώστε να νομιμοποιείται και να μονιμοποιείται η απεργοσπασία. Ταυτόχρονα δυσφημίζεται το ίδιο το συνδικαλιστικό κίνημα και το πιο ισχυρό όπλο που διαθέτει στα χέρια του, η απεργία.
Απέναντι στις φιλοκυβερνητικές και φιλοεργοδοτικές δυνάμεις που συγκροτούν τις ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος η πραγματική απάντηση είναι η αποκάλυψη και η ανυποχώρητη σύγκρουση με τη γραμμή της υποταγής που προβάλλουν, θέτοντας ταυτόχρονα μέσα από τα πρωτοβάθμια σωματεία και τις γενικές συνελεύσεις τα πραγματικά συμφέροντα και αιτήματα των εργαζομένων στο επίκεντρο της πάλης. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει κηρύσσοντας τη φυγή και την αναχώρηση από τα σωματεία, ούτε στήνοντας καρικατούρες συντονισμού, κακέκτυπα του ΠΑΜΕ, παραδίδοντας τους εργαζόμενους και τα σωματεία αφοπλισμένους στις δυνάμεις της συνθηκολόγησης και της υποταγής.
Οι δυνάμεις που σήμερα εγκαλούν όσους υπερασπίζουν και μάχονται για την επιτυχία της γενικής απεργίας, πως τάχα «δίνουν αριστερό “άλλοθι” σε μια τέτοια κινητοποίηση», οφείλουν στοιχειωδώς να κάνουν την αυτοκριτική τους για τον σφιχτό εναγκαλισμό τους με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη περίοδο, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να σέρνουν τα σωματεία στις διαδηλώσεις “στήριξης των διαπραγματεύσεων” το 2015. Όλοι γνωρίζουμε σήμερα πού κατέληξε τόσο η περίφημη “σκληρή διαπραγμάτευση”, όσο και πολύ περισσότερο ποιος παρείχε στήριξη και νομιμοποιούσε τον ΣΥΡΙΖΑ να αυτοαποκαλείται “αριστερά”.
Κι αν έχουν ευθύνη οι ηγεσίες των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ για την κατάσταση αποδιοργάνωσης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, η ευθύνη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για το γενικότερο χτύπημα και τον αφοπλισμό του εργατικού και λαϊκού κινήματος είναι ακόμα πιο βαριά.
Η 30ή Μάη είναι ημέρα γενικής απεργίας! Κάθε φωνή, κάθε δύναμη που στρέφεται ενάντια στην απεργία, όσες ταξικές κορώνες κι αν υψώσει, στην πραγματικότητα προβαίνει σε ανοιχτή απεργοσπασία. Καταγγέλλοντας την πολιτική της ξεπουλημένης φιλοεργοδοτικής – φιλοκυβερνητικής – ευρωπαιόδουλης ηγεσίας του συνδικαλιστικού κινήματος, οι εργαζόμενοι οφείλουν να πάρουν μέρος μαζικά στις απεργιακές κινητοποιήσεις, απορρίπτοντας την πολιτική του συμβιβασμού και της υποτέλειας για την ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής των μνημονίων, για το σπάσιμο της πολιτικής της φτώχειας, της ανεργίας και της υποταγής στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα ΕΕ- ΔΝΤ και της ντόπιας ολιγαρχίας.
Την ίδια ώρα ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε φυσικά καμία μερίδα της ντόπιας άρχουσας τάξης δεν αμφισβητεί τη συνέχιση του καθεστώτος της επιτροπείας και της ιμπεριαλιστικής κηδεμονίας από ΕΕ – ΔΝΤ. Η άρχουσα τάξη, δια μέσου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, διαπραγματεύεται μόνο τους όρους της διαιώνισης του καθεστώτος της εξάρτησης, αν θα είναι δηλαδή με όρους πιο “χαλαρούς” ή αν θα συνεχιστούν μέσα στο ίδιο πλαίσιο όπως συμβαίνει τα τελευταία οκτώ χρόνια του μνημονιακού ζόφου.
Παρά την ανυποχώρητη ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής που επιβάλλει εδώ και τρία χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ, ηχηρή είναι η απουσία του εργατικού και του ευρύτερου λαϊκού παράγοντα, η κρίση και η παρατεταμένη υποχώρηση στην οποία έχει περιέλθει εδώ και πολύ μακρό διάστημα. Έχουμε περιγράψει και καταδείξει πολλές φορές από τις στήλες του Λ.Δ. τις βαρύτατες ευθύνες της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και των δυνάμεων που – μάλιστα – στο όνομα της λεγόμενης “Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς” καλλιέργησαν και αναπαρήγαγαν με τη σειρά τους τις ίδιες αυταπάτες, σκορπίζοντας στα φτωχά λαϊκά και εργατικά στρώματα ψεύτικες υποσχέσεις και οι οποίες έχουν φέρει σήμερα το λαϊκό παράγοντα στην κατάσταση αυτή.
Σε ό,τι αφορά την κατάσταση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος πρωταρχική ευθύνη έχουν οι ηγεσίες του και ιδιαίτερα της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, αλλά και των μεγάλων Ομοσπονδιών δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, του κυβερνητικού συνδικαλισμού (ΠΑΣΚ-ΠΑΣΟΚ, ΔΑΚΕ-ΝΔ, ΜΕΤΑ-ΣΥΡΙΖΑ) που εξακολουθούν και κυριαρχούν στην κορυφή του σ/κ υπηρετούν με συνέπεια τη γραμμή που το οδηγεί στη συναίνεση, στη συνδιαλλαγή και στην υποταγή απέναντι στην κυρίαρχη κυβερνητική πολιτική, αλλά και στις απαιτήσεις και τα κελεύσματα της μεγαλοεργοδοσίας. Το φαινόμενο αυτό είναι τόσο παλιό, όσο και ο ρεφορμισμός και ο κυβερνητικός συνδικαλισμός μέσα στο εργατικό κίνημα.
Στις 30 του Μάη, λοιπόν, οι συμβιβασμένες ηγεσίες των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, μετά από ένα μακρύ και πολύμηνο λήθαργο, αποφάσισαν την προκήρυξη νέας γενικής πανεργατικής απεργίας. Μάλιστα επιχειρούν να εντάξουν την απεργιακή κινητοποίηση ως “πρώτη δράση” στα πλαίσια της “πανεθνικής ημέρας δράσης” της περίφημης “Κοινωνικής Συμμαχίας”. Η τελευταία δεν είναι τίποτα περισσότερο από τη σύμπραξη των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ μαζί με τους εκπροσώπους των ΓΣΕΒΕΕ – ΕΣΕΕ και επιμελητηρίων.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το πλαίσιο που προτάσσουν από κοινού οι ηγεσίες των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ με τους εκπροσώπους των λεγόμενων “παραγωγικών φορέων” είναι απολύτως προσαρμοσμένο στην κυρίαρχη πολιτική, αφού αναπαράγει με δήθεν πιο “φιλεργατική” φρασεολογία τα κυβερνητικά επιχειρήματα περί “δίκαιης ανάπτυξης” και “παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας”. Οι συνδικαλιστικές δυνάμεις των ΠΑΣΚ – ΔΑΚΕ – ΜΕΤΑ στην ηγεσία της ΓΣΕΕ ανερυθρίαστα προσυπογράφουν αιτήματα για την “ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και καινοτομίας με γνώμονα ένα Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για το μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου της χώρας”, καθώς και “πολιτικές εκπαίδευσης και κατάρτισης, που θα ενισχύουν την υγιή επιχειρηματικότητα (...)”, που παραδίδουν αφοπλισμένο το εργατικό κίνημα και τους εργαζόμενους στις ορέξεις της μεγάλης εργοδοσίας και της πιο στυγνής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Την ίδια στιγμή, η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ επιχειρεί με δειλά και ντροπαλά μισόλογα να διαχωρίσει κάπως τη θέση της από τη ΓΣΕΕ, κάνοντας λόγο για “αμοιβαίες υποχωρήσεις, προκειμένου να αναδείξουμε τα κορυφαία προβλήματα της λιτότητας, της ανεργίας και της υπερφορολόγησης” στην πρόσφατη ανακοίνωσή της (15/5/2018). Επιχειρώντας να κρατήσει κάποια προσχήματα, προτάσσει – μαζί με το πλαίσιο της «Κοινωνικής Συμμαχίας» – τα δικά της αιτήματα και διεκδικήσεις για αυξήσεις στους μισθούς – συντάξεις, για μόνιμους διορισμούς στο Δημόσιο κλπ.
Είναι προφανές ότι ένα τέτοιο πλαίσιο έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τα άμεσα εργατικά αιτήματα και διεκδικήσεις. Την ώρα που εργατικά και λαϊκά στρώματα βρίσκονται μπροστά σε μια – δίχως προηγούμενο – ανελέητη και διαρκή λεηλασία των εισοδημάτων τους, όταν το βιοτικό τους επίπεδο κατακρημνίζεται και τα εργατικά δικαιώματα και οι κατακτήσεις των προηγούμενων δεκαετιών ανατρέπονται βίαια και γίνονται αντικείμενο της πιο βάρβαρης και στυγνής καπιταλιστικής καταπίεσης και εκμετάλλευσης, αποτελεί προδοσία και ξεπούλημα για την εργατική τάξη η στάση της ηγεσίας του σ/κ που προτάσσει την περιβόητη “υγιή επιχειρηματικότητα” ως το αντίδοτο της πολιτικής των μνημονίων.
Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ προτάσσουν μια τέτοια γραμμή μέσα στο εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα. Μια γραμμή που έρχεται σε σύγκρουση με τα πραγματικά συμφέροντα και τις διεκδικήσεις του εργατικού κινήματος. Ούτε επίσης είναι η πρώτη φορά που ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ προσφεύγουν σε συνεργασίες και συμπράξεις με οργανώσεις επαγγελματοβιοτεχνών και εμπόρων. Τα παραδείγματα εδώ και δεκαετίες είναι αναρίθμητα. Αρκεί μόνο να σημειώσουμε πως τη διετία 2010 – 2012 από κοινού ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ και ΓΣΕΒΕΕ – ΕΣΕΕ προσυπέγραφαν πολλές κοινές ανακοινώσεις και ψηφίσματα, κοινά καλέσματα στις μεγαλειώδεις – τότε – απεργιακές κινητοποίησεις και συγκεντρώσεις που έπαιρναν πανεργατικά και παλλαϊκά χαρακτηριστικά. Ας δούμε για παράδειγμα τι υπέγραφαν από κοινού ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ – ΓΣΕΒΕΕ – ΕΣΕΕ – ΤΕΕ κλπ στις 3/10/2012, μόλις μια εβδομάδα μετά τη γενική πανεργατική απεργία. “Οι ΓΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΠΙΣ, ΤΕΕ, ΓΕΣΑΣΕ (...) Θεωρούν ότι τα μέτρα αυτά εκτός από άδικα και υφεσιακά, είναι αναποτελεσματικά για την έξοδο από την κρίση και καταστροφικά για την Ελληνική κοινωνία και οικονομία. (...) Παράλληλα οι δύο εργοδοτικοί φορείς (ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ) και η ΓΣΕΕ εξέφρασαν με τρόπο ρητό και κατηγορηματικό τη θέλησή τους για αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων για την υπογραφή της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. (...) αναδείχθηκε η αναγκαιότητα για συνέχιση κοινών δράσεων (...) με κορύφωση των αγωνιστικών κινητοποιήσεων την πραγματοποίηση, άμεσα, νέας γενικής απεργίας, με τη συμμετοχή όλων των φορέων”.
Γιατί λοιπόν σήμερα σηκώνεται τέτοιος κουρνιαχτός σχετικά με τη γενική πανεργατική απεργία στις 30 Μάη από δυνάμεις της λεγόμενης “Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς” πρωτοστατούντος του ΝΑΡ; Διαβάζουμε στην ανακοίνωσή τους (17/5/2018) πως “Η 30 Μάη δεν είναι απεργία, είναι συμμαχία με την εργοδοσία”, ενώ καλούν τους εργαζόμενους να “καταψηφίσουν παντού την απεργία της 30/5”. Πέρα από την ανοιχτή απεργοσπασία με δήθεν “ταξικό” πρόσημο, οι δυνάμεις του ΝΑΡ παίρνουν την ευθύνη της διάσπασης του εργατικού κινήματος καλώντας σε “πραγματική γενική απεργία και ταξική δράση”, σε ξεχωριστή ημέρα (μέσα στον Ιούνιο) με “άλλο” περιεχόμενο και “με οργάνωση από τα κάτω όπως και στις 12 Γενάρη 2018” γιατί όπως γράφουν η 30/5 “δεν είναι μια συνήθης παρέμβαση του κυβερνητικού – εργοδοτικού συνδικαλισμού, σαν και αυτές που γνωρίζαμε τις τελευταίες δεκαετίες και που έχουν οδηγήσει το εργατικό κίνημα στον εκφυλισμό και στην ήττα. Είναι μια αντιδραστική “απεργία” και δράση. Στοχεύει στην πλήρη υποταγή του ε.κ. στη στρατηγική του κεφαλαίου, στο να αγωνίζεται ο εργάτης για τα κέρδη του αφεντικού. Με αιτήματα ανταγωνιστικά προς τα συμφέροντά μας, υπέρ του ΣΕΒ και των εργοδοτών.”
Πότε όμως συνέβη αυτή η τομή στο συνδικαλιστικό κίνημα; Μήπως οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ κινούνταν σε πιο φιλεργατική κατεύθυνση τα προηγούμενα χρόνια και άλλαξαν τώρα ρότα προς πιο αντιδραστική και φιλοεργοδοτική ή και φιλοκυβερνητική κατεύθυνση; Όχι βέβαια! Να τι υπέγραφαν από κοινού ΓΣΕΕ – ΓΣΕΒΕΕ – ΕΣΕΕ και ΣΕΒ παραμονές της πανεργατικής απεργίας στις 3/2/2012, τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ από τη θέση της αντιπολίτευσης, το ΚΚΕ αλλά και σύσσωμη η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλούσαν “να πέσει η κυβέρνηση”. Στην επιστολή τους προς τον πρωθυπουργό Λ. Παπαδήμο τόνιζαν ανάμεσα στα άλλα πως “O κοινωνικός διάλογος αποτελεί θεσμό συνεννόησης, αναγνωρισμένο από τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα πρέπει και στη χώρα μας να αποτελεί βασικό «εργαλείο» συμφωνιών, με σεβασμό στα αποτελέσματά του.”. Ζητούσαν μάλιστα από την κυβέρνηση “να ξεκινήσει τώρα τριμερής διάλογος (Κυβέρνηση – Εργοδοτικοί και Εργατικοί Φορείς) (...) αυτός πρέπει να περιλαμβάνει μείωση ασφαλιστικών εισφορών με αναζήτηση ισοδυνάμων αποτελεσμάτων αποδεκτών από τους κοινωνικούς εταίρους και αναζήτηση λύσεων στα κυρίαρχα θέματα της ανταγωνιστικότητας (...) υγιείς κανόνες και συνθήκες ανταγωνισμού, ηλεκτρονική βάση σύζευξης προσφοράς ζήτησης στην αγορά εργασίας”.
Δεν φάνηκε να συνταράσσει τότε τις δυνάμεις αυτές, καθώς και όσους σήμερα αμφιβάλλουν ή προβληματίζονται για την απεργιακή κινητοποίηση στις 30/5, η στάση της ΓΣΕΕ εκείνη την περίοδο. Ούτε ποτέ διανοήθηκαν να καλέσουν σε ανοιχτή απεργοσπασία και αποχώρηση από τις τεράστιες παλλαϊκές διαδηλώσεις του Φλεβάρη του 2012. Αντιθέτως συστρατεύθηκαν με τις δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες λαού και εργαζομένων που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις και τις διαδηλώσεις της περιόδου. Και βέβαια το πλαίσιο των απεργιακών κινητοποιήσεων, όπως το προέβαλλαν οι επίσημες και συμβιβασμένες ηγεσίες του σ/κ, ήταν το ίδιο και απαράλλαχτο και καμία σχέση δεν είχε με τα πραγματικά προβλήματα και την υπεράσπιση των εργατικών συμφερόντων από τη μνημονιακή θύελλα. Μόνο που η μαζική είσοδος στο προσκήνιο των εργαζομένων και του λαού παραμέρισε τις ηγεσίες αυτές και τα “πλαίσιά” τους, φέρνοντας στην επιφάνεια τα πραγματικά εργατολαϊκά αιτήματα και τις διεκδικήσεις.
Μήπως όμως εξέφραζε καλύτερα τα συμφέροντα των εργαζομένων η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ πριν από μερικά χρόνια; Δεν έχει περάσει πολύς καιρός όταν η ίδια ηγεσία με την ουσιαστική συμβολή των δυνάμεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του – αντιπολιτευόμενου ακόμα – ΣΥΡΙΖΑ διακήρυσσε τη “διαγραφή του χρέους”, τον “εργατικό έλεγχο” και άλλα ρεφορμιστικά πλαίσια δανεισμένα από τα μεταβατικά τους προγράμματα. Σήμερα οι αντικαπιταλιστές ανακάλυψαν πως η ίδια αυτή ηγεσία μαζί με τη ΓΣΕΕ αποτελούν τον “αστικοποιημένο συνδικαλισμό” και πως “απαιτείται αντίστοιχη τομή στη δράση του μαχόμενου ταξικού κινήματος”. Και η τομή που προτείνουν είναι η παλιά και χρεοκοπημένη γραμμή της φυγομαχίας, της φυγοπονίας, του αναχωρητισμού που πριν από περίπου τρεις δεκαετίες συμπυκνωνόταν στη φράση “έξω από τα συνδικάτα”.
Σήμερα, μπροστά στην παρατεταμένη υποχώρηση του κινήματος, αποκαλύπτεται η γύμνια των συμβιβασμένων και υποταγμένων ηγεσιών της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Αν όμως είναι αρνητικοί οι συσχετισμοί σε αυτή τη φάση, άλλο τόσο αρνητική και επιζήμια είναι η πολιτική εκείνη που μετατρέπει τα σωματεία σε απεργοσπαστικούς μηχανισμούς. Τα δήθεν “ταξικά” καλέσματα προς τους εργαζομένους μέσα από τα πρωτοβάθμια σωματεία να καταψηφίσουν την απεργία, στην πράξη δημιουργεί ισχυρό άλλοθι ώστε να νομιμοποιείται και να μονιμοποιείται η απεργοσπασία. Ταυτόχρονα δυσφημίζεται το ίδιο το συνδικαλιστικό κίνημα και το πιο ισχυρό όπλο που διαθέτει στα χέρια του, η απεργία.
Απέναντι στις φιλοκυβερνητικές και φιλοεργοδοτικές δυνάμεις που συγκροτούν τις ηγεσίες του συνδικαλιστικού κινήματος η πραγματική απάντηση είναι η αποκάλυψη και η ανυποχώρητη σύγκρουση με τη γραμμή της υποταγής που προβάλλουν, θέτοντας ταυτόχρονα μέσα από τα πρωτοβάθμια σωματεία και τις γενικές συνελεύσεις τα πραγματικά συμφέροντα και αιτήματα των εργαζομένων στο επίκεντρο της πάλης. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει κηρύσσοντας τη φυγή και την αναχώρηση από τα σωματεία, ούτε στήνοντας καρικατούρες συντονισμού, κακέκτυπα του ΠΑΜΕ, παραδίδοντας τους εργαζόμενους και τα σωματεία αφοπλισμένους στις δυνάμεις της συνθηκολόγησης και της υποταγής.
Οι δυνάμεις που σήμερα εγκαλούν όσους υπερασπίζουν και μάχονται για την επιτυχία της γενικής απεργίας, πως τάχα «δίνουν αριστερό “άλλοθι” σε μια τέτοια κινητοποίηση», οφείλουν στοιχειωδώς να κάνουν την αυτοκριτική τους για τον σφιχτό εναγκαλισμό τους με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη περίοδο, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να σέρνουν τα σωματεία στις διαδηλώσεις “στήριξης των διαπραγματεύσεων” το 2015. Όλοι γνωρίζουμε σήμερα πού κατέληξε τόσο η περίφημη “σκληρή διαπραγμάτευση”, όσο και πολύ περισσότερο ποιος παρείχε στήριξη και νομιμοποιούσε τον ΣΥΡΙΖΑ να αυτοαποκαλείται “αριστερά”.
Κι αν έχουν ευθύνη οι ηγεσίες των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ για την κατάσταση αποδιοργάνωσης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, η ευθύνη της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για το γενικότερο χτύπημα και τον αφοπλισμό του εργατικού και λαϊκού κινήματος είναι ακόμα πιο βαριά.
Η 30ή Μάη είναι ημέρα γενικής απεργίας! Κάθε φωνή, κάθε δύναμη που στρέφεται ενάντια στην απεργία, όσες ταξικές κορώνες κι αν υψώσει, στην πραγματικότητα προβαίνει σε ανοιχτή απεργοσπασία. Καταγγέλλοντας την πολιτική της ξεπουλημένης φιλοεργοδοτικής – φιλοκυβερνητικής – ευρωπαιόδουλης ηγεσίας του συνδικαλιστικού κινήματος, οι εργαζόμενοι οφείλουν να πάρουν μέρος μαζικά στις απεργιακές κινητοποιήσεις, απορρίπτοντας την πολιτική του συμβιβασμού και της υποτέλειας για την ανατροπή της βάρβαρης πολιτικής των μνημονίων, για το σπάσιμο της πολιτικής της φτώχειας, της ανεργίας και της υποταγής στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα ΕΕ- ΔΝΤ και της ντόπιας ολιγαρχίας.
Σχόλια