Εντεινόμενες πολεμικές προετοιμασίες
Μεγάλη αναταραχή επικρατεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Μια επικίνδυνη
όξυνση της έντασης και ενίσχυση του συγκρουσιακού κλίματος μεταξύ των
ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων εκτυλίσσεται.
Μια έκρυθμη κατάσταση που εγκυμονεί μεγάλες απειλές και κινδύνους για τους λαούς. Ο σφοδρός ανταγωνισμός των ΗΠΑ με τους ανταγωνιστές τους σφραγίζει τις πυκνές διεθνείς εξελίξεις.
Η μικρής διάρκειας και περιορισμένου -τελικά- εύρους πολεμική επίθεση των ΗΠΑ στη Συρία, με τη συμπαράταξη της Γαλλίας και της Βρετανίας, δεν σημαίνει και δεν προμηνύει αποκλιμάκωση της έντασης και οριστική λήξη της πιο επικίνδυνης κρίσης που εμφανίστηκε από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Το αντίθετο. Οι παράγοντες που την επέβαλαν παραμένουν σε ισχύ. Και πρώτος και κυριότερος, η σαφής επιδίωξη των ΗΠΑ να ανακόψουν και περιορίσουν την ενισχυόμενη επιρροή και παρέμβαση της Ρωσίας σε μια περιοχή κρίσιμης γεωστρατηγικής σημασίας και πλούσιας σε ενεργειακούς πόρους, που αποτελούσε κατεξοχήν πεδίο εφαρμογής της αμερικανικής ισχύος.
Ήταν μια απάντηση στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώθηκε, από τη δυναμική επανάκαμψη της Ρωσίας διεθνώς και στην επίμαχη περιοχή, αδυναμίας ελέγχου των εξελίξεων από τις ΗΠΑ, εξασθένισης της επιρροής τους στη Μ. Ανατολή και δυσχέρειας επιβολής των σχεδιασμών τους, παρά τους κατακτητικούς πολέμους τους στο Αφγανιστάν (2001) και το Ιράκ (2003), που ακόμη συνεχίζονται, και τον επί επτά χρόνια υποκινούμενο πόλεμο στη Συρία.
Ήταν μια επίθεση που ήθελε να στείλει το μήνυμα και να καταδείξει πως οι ΗΠΑ εξακολουθούν να είναι αυτές που διαμορφώνουν την κατάσταση και την περιφερειακή και ευρύτερη ισορροπία δυνάμεων, πως η Συρία και η Μέση Ανατολή εξακολουθεί να είναι δικό τους προνομιακό πεδίο επέμβασης, πως η συντριπτική υπεροπλία τους στην ευρύτερη περιοχή, έναντι της Ρωσίας, μπορεί να καταφέρει ισχυρά πλήγματα στα αυξανόμενα ρωσικά ερείσματα, πως η εποχή της παντοδυναμίας τους -τελικά- δεν έχει παρέλθει.
Οι παλινωδίες, η αντιφατικότητα και η αμφισημία που χαρακτήρισαν τις δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου, οι διαφοροποιήσεις και η ανοικτή έκφραση αντίθετων απόψεων από επιτελείς του, πριν και μετά την επίθεση, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ίδιας της επίθεσης, δηλώνουν και εκπέμπουν άλλα μηνύματα από τα επιδιωκόμενα. Φανερώνουν πως στη μεταβατική φάση που διανύουμε, όπου η αμερικανική υπερδύναμη έχει μπει, τελεσίδικα, σε τροχιά φθοράς, κρίσης και παρακμής, όπου ορθώνεται ξεκάθαρα η Κίνα σαν το μεγάλο αντίπαλο στρατηγικό δέος και η Ρωσία ανασυγκροτείται, ισχυροποιείται και επανακάμπτει δυναμικά, η χάραξη σαφούς και συνεκτικής στρατηγικής και τακτικής -από τις ΗΠΑ- παραμένει ζητούμενο.
Ο τυχοδιωκτισμός, οι ανατροπές και οι απρόβλεπτες κινήσεις είναι -πλέον- στην ημερήσια διάταξη. Και τα αμερικανικά επιτελεία είναι βαθιά διχασμένα για το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η υπερδύναμη προκειμένου να περιφρουρήσει την -απειλούμενη από τους ανταγωνιστές της- παγκόσμια ηγεμονική θέση, με την επιθετική πολιτική και τις εντεινόμενες πολεμικές προετοιμασίες να είναι η μόνη σταθερά. Οι στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ καλπάζουν. Οι στρατιωτικές τους δυνάμεις και οι εκατοντάδες στρατιωτικές βάσεις τους στην Ευρώπη, την Ανατολική Μεσόγειο, την Ασία, τον Ειρηνικό ενισχύονται και περικυκλώνουν απειλητικά την Κίνα και τη Ρωσία. Μεγάλα στρατιωτικά γυμνάσια -τα μεγαλύτερα από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου- πραγματοποιούνται με σαφή επιθετική διάταξη και στόχευση. Τα σύννεφα του πολέμου πυκνώνουν.
Κρίση, αντιθέσεις και ανταγωνισμοί
Η αμερικανική επίθεση στη Συρία ανέδειξε την έλλειψη συνοχής, τα ρήγματα που υπάρχουν και τη βαθιά κρίση που διέρχεται η ΕΕ - τη βαθύτερη από την ίδρυσή της. Σε συνθήκες σφοδρών ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και μεγάλων γεωπολιτικών ανακατατάξεων, μετά τον ακρωτηριασμό της από το Brexit που ενίσχυσε την αστάθεια και τροφοδότησε φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό της, με την οικονομική κρίση να συνεχίζει να τη διαβρώνει, η ΕΕ παραπαίει πασχίζοντας να διατηρηθεί σαν υπολογίσιμος ιμπεριαλιστικός πόλος.
Ο περίφημος γαλλογερμανικός άξονας αδυνατεί να συγκροτήσει ενιαία πολιτική για την ΕΕ, για τη Μέση Ανατολή, για τη Συρία, για τα μεγάλα γεωπολιτικά διακυβεύματα. Οι αντιθέσεις και ανταγωνισμοί στο εσωτερικό της ΕΕ, με εξέχουσε αυτές μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας, μόνο στην περίφημη εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν παραπέμπουν.
Ο Μακρόν -ο οποίος επιχειρεί να ισχυροποιήσει τη θέση της Γαλλίας μέσα στην ΕΕ και διεκδικεί διεθνή ρόλο- συμπαρατάχθηκε, με υπερβάλλοντα ζήλο, στην αμερικανική επίθεση στη Συρία, ενώ η Μέρκελ επέλεξε (μαζί με την Ιταλία) να απόσχει, με το Γερμανό υπουργό Εξωτερικών, Χάικο Μάας, να δηλώνει πως "μονάχα μια πολιτική λύση θα φέρει τη σταθερή ειρήνη στη Συρία", υπογραμμίζοντας πως αυτή "πρέπει να περιλαμβάνει τη Ρωσία".
Η "λαμπρή" υποδοχή που επιφύλαξε ο Τραμπ στον Μακρόν, κατά την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, και η αναμενόμενη "τυπική" στην επικείμενη επίσκεψη της Μέρκελ είναι δηλωτικές των σχέσεων των δυο χωρών με τις ΗΠΑ του Τραμπ. Σημειωτέον πως οι επισκέψεις αυτές πραγματοποιούνται, με διαφορά λίγων ημερών, ενώ και επειδή πλησιάζουν οι καταληκτικές ημερομηνίες που έχει ορίσει ο Τραμπ, της λήξης της αναστολής των δασμών (1η Μαΐου) που επέβαλε στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στις ΗΠΑ από την ΕΕ και της τελικής απόφασης που απαιτεί να ληφθεί (12η Μαΐου) για το μέλλον της_συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, την οποία θεωρεί "φρικτή" και απειλεί να την ακυρώσει.
Η αντιπαράθεση και σύγκρουση των ΗΠΑ με την ΕΕ, που εκφράστηκε με σφοδρότητα από τον Τραμπ αμέσως μόλις ανέλαβε την προεδρία, στοχοποιεί την ηγεμονική δύναμή της, τη Γερμανία. Εκτός από τον κηρυγμένο εμπορικό πόλεμο, τις πιέσεις για αύξηση της γερμανικής συμβολής στις στρατιωτικές δαπάνες του ΝΑΤΟ, για τη συμφωνία για το Ιράν, επίμαχο ζήτημα είναι η κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2 στη Βόρεια Θάλασσα για τη μεταφορά φυσικού αερίου από τη Ρωσία στη Γερμανία και οι αναπτυσσόμενες οικονομικές σχέσεις της Γερμανίας με τη Ρωσία. Η Γερμανία, έχοντας επιλέξει το δρόμο της απεξάρτησης από τις ΗΠΑ, με όχημα την ΕΕ και έχοντας επιβάλει την οικονομική και πολιτική της ηγεμονία σε αυτήν, επαναπροσδιορίζει την εξωτερική πολιτική της και χαράζει την πορεία της διεκδικώντας ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση της παγκόσμιας σκηνής και των παγκόσμιων συσχετισμών.
Μια έκρυθμη κατάσταση που εγκυμονεί μεγάλες απειλές και κινδύνους για τους λαούς. Ο σφοδρός ανταγωνισμός των ΗΠΑ με τους ανταγωνιστές τους σφραγίζει τις πυκνές διεθνείς εξελίξεις.
Η μικρής διάρκειας και περιορισμένου -τελικά- εύρους πολεμική επίθεση των ΗΠΑ στη Συρία, με τη συμπαράταξη της Γαλλίας και της Βρετανίας, δεν σημαίνει και δεν προμηνύει αποκλιμάκωση της έντασης και οριστική λήξη της πιο επικίνδυνης κρίσης που εμφανίστηκε από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Το αντίθετο. Οι παράγοντες που την επέβαλαν παραμένουν σε ισχύ. Και πρώτος και κυριότερος, η σαφής επιδίωξη των ΗΠΑ να ανακόψουν και περιορίσουν την ενισχυόμενη επιρροή και παρέμβαση της Ρωσίας σε μια περιοχή κρίσιμης γεωστρατηγικής σημασίας και πλούσιας σε ενεργειακούς πόρους, που αποτελούσε κατεξοχήν πεδίο εφαρμογής της αμερικανικής ισχύος.
Ήταν μια απάντηση στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώθηκε, από τη δυναμική επανάκαμψη της Ρωσίας διεθνώς και στην επίμαχη περιοχή, αδυναμίας ελέγχου των εξελίξεων από τις ΗΠΑ, εξασθένισης της επιρροής τους στη Μ. Ανατολή και δυσχέρειας επιβολής των σχεδιασμών τους, παρά τους κατακτητικούς πολέμους τους στο Αφγανιστάν (2001) και το Ιράκ (2003), που ακόμη συνεχίζονται, και τον επί επτά χρόνια υποκινούμενο πόλεμο στη Συρία.
Ήταν μια επίθεση που ήθελε να στείλει το μήνυμα και να καταδείξει πως οι ΗΠΑ εξακολουθούν να είναι αυτές που διαμορφώνουν την κατάσταση και την περιφερειακή και ευρύτερη ισορροπία δυνάμεων, πως η Συρία και η Μέση Ανατολή εξακολουθεί να είναι δικό τους προνομιακό πεδίο επέμβασης, πως η συντριπτική υπεροπλία τους στην ευρύτερη περιοχή, έναντι της Ρωσίας, μπορεί να καταφέρει ισχυρά πλήγματα στα αυξανόμενα ρωσικά ερείσματα, πως η εποχή της παντοδυναμίας τους -τελικά- δεν έχει παρέλθει.
Οι παλινωδίες, η αντιφατικότητα και η αμφισημία που χαρακτήρισαν τις δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου, οι διαφοροποιήσεις και η ανοικτή έκφραση αντίθετων απόψεων από επιτελείς του, πριν και μετά την επίθεση, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ίδιας της επίθεσης, δηλώνουν και εκπέμπουν άλλα μηνύματα από τα επιδιωκόμενα. Φανερώνουν πως στη μεταβατική φάση που διανύουμε, όπου η αμερικανική υπερδύναμη έχει μπει, τελεσίδικα, σε τροχιά φθοράς, κρίσης και παρακμής, όπου ορθώνεται ξεκάθαρα η Κίνα σαν το μεγάλο αντίπαλο στρατηγικό δέος και η Ρωσία ανασυγκροτείται, ισχυροποιείται και επανακάμπτει δυναμικά, η χάραξη σαφούς και συνεκτικής στρατηγικής και τακτικής -από τις ΗΠΑ- παραμένει ζητούμενο.
Ο τυχοδιωκτισμός, οι ανατροπές και οι απρόβλεπτες κινήσεις είναι -πλέον- στην ημερήσια διάταξη. Και τα αμερικανικά επιτελεία είναι βαθιά διχασμένα για το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει η υπερδύναμη προκειμένου να περιφρουρήσει την -απειλούμενη από τους ανταγωνιστές της- παγκόσμια ηγεμονική θέση, με την επιθετική πολιτική και τις εντεινόμενες πολεμικές προετοιμασίες να είναι η μόνη σταθερά. Οι στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ καλπάζουν. Οι στρατιωτικές τους δυνάμεις και οι εκατοντάδες στρατιωτικές βάσεις τους στην Ευρώπη, την Ανατολική Μεσόγειο, την Ασία, τον Ειρηνικό ενισχύονται και περικυκλώνουν απειλητικά την Κίνα και τη Ρωσία. Μεγάλα στρατιωτικά γυμνάσια -τα μεγαλύτερα από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου- πραγματοποιούνται με σαφή επιθετική διάταξη και στόχευση. Τα σύννεφα του πολέμου πυκνώνουν.
Κρίση, αντιθέσεις και ανταγωνισμοί
Η αμερικανική επίθεση στη Συρία ανέδειξε την έλλειψη συνοχής, τα ρήγματα που υπάρχουν και τη βαθιά κρίση που διέρχεται η ΕΕ - τη βαθύτερη από την ίδρυσή της. Σε συνθήκες σφοδρών ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και μεγάλων γεωπολιτικών ανακατατάξεων, μετά τον ακρωτηριασμό της από το Brexit που ενίσχυσε την αστάθεια και τροφοδότησε φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό της, με την οικονομική κρίση να συνεχίζει να τη διαβρώνει, η ΕΕ παραπαίει πασχίζοντας να διατηρηθεί σαν υπολογίσιμος ιμπεριαλιστικός πόλος.
Ο περίφημος γαλλογερμανικός άξονας αδυνατεί να συγκροτήσει ενιαία πολιτική για την ΕΕ, για τη Μέση Ανατολή, για τη Συρία, για τα μεγάλα γεωπολιτικά διακυβεύματα. Οι αντιθέσεις και ανταγωνισμοί στο εσωτερικό της ΕΕ, με εξέχουσε αυτές μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας, μόνο στην περίφημη εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν παραπέμπουν.
Ο Μακρόν -ο οποίος επιχειρεί να ισχυροποιήσει τη θέση της Γαλλίας μέσα στην ΕΕ και διεκδικεί διεθνή ρόλο- συμπαρατάχθηκε, με υπερβάλλοντα ζήλο, στην αμερικανική επίθεση στη Συρία, ενώ η Μέρκελ επέλεξε (μαζί με την Ιταλία) να απόσχει, με το Γερμανό υπουργό Εξωτερικών, Χάικο Μάας, να δηλώνει πως "μονάχα μια πολιτική λύση θα φέρει τη σταθερή ειρήνη στη Συρία", υπογραμμίζοντας πως αυτή "πρέπει να περιλαμβάνει τη Ρωσία".
Η "λαμπρή" υποδοχή που επιφύλαξε ο Τραμπ στον Μακρόν, κατά την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, και η αναμενόμενη "τυπική" στην επικείμενη επίσκεψη της Μέρκελ είναι δηλωτικές των σχέσεων των δυο χωρών με τις ΗΠΑ του Τραμπ. Σημειωτέον πως οι επισκέψεις αυτές πραγματοποιούνται, με διαφορά λίγων ημερών, ενώ και επειδή πλησιάζουν οι καταληκτικές ημερομηνίες που έχει ορίσει ο Τραμπ, της λήξης της αναστολής των δασμών (1η Μαΐου) που επέβαλε στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στις ΗΠΑ από την ΕΕ και της τελικής απόφασης που απαιτεί να ληφθεί (12η Μαΐου) για το μέλλον της_συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, την οποία θεωρεί "φρικτή" και απειλεί να την ακυρώσει.
Η αντιπαράθεση και σύγκρουση των ΗΠΑ με την ΕΕ, που εκφράστηκε με σφοδρότητα από τον Τραμπ αμέσως μόλις ανέλαβε την προεδρία, στοχοποιεί την ηγεμονική δύναμή της, τη Γερμανία. Εκτός από τον κηρυγμένο εμπορικό πόλεμο, τις πιέσεις για αύξηση της γερμανικής συμβολής στις στρατιωτικές δαπάνες του ΝΑΤΟ, για τη συμφωνία για το Ιράν, επίμαχο ζήτημα είναι η κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2 στη Βόρεια Θάλασσα για τη μεταφορά φυσικού αερίου από τη Ρωσία στη Γερμανία και οι αναπτυσσόμενες οικονομικές σχέσεις της Γερμανίας με τη Ρωσία. Η Γερμανία, έχοντας επιλέξει το δρόμο της απεξάρτησης από τις ΗΠΑ, με όχημα την ΕΕ και έχοντας επιβάλει την οικονομική και πολιτική της ηγεμονία σε αυτήν, επαναπροσδιορίζει την εξωτερική πολιτική της και χαράζει την πορεία της διεκδικώντας ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση της παγκόσμιας σκηνής και των παγκόσμιων συσχετισμών.
Σχόλια