Το νομοσχέδιο εντείνει τους ταξικούς φραγμούς και επιβάλλει καθεστώς αστυνομοκρατίας στα πανεπιστήμια
Σε κλίμα ολοένα και μεγαλύτερης απομόνωσης προωθεί η κυβέρνηση το
αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο για τον νέο τρόπο εισαγωγής στα ΑΕΙ, τα όρια
σπουδών και τις διαγραφές φοιτητών, την εγκαθίδρυση πανεπιστημιακής
αστυνομίας, πειθαρχικού κώδικα, ελεγχόμενης εισόδου και συστημάτων
παρακολούθησης στις σχολές. Παρά τις αντιδράσεις της συντριπτικής
πλειοψηφίας του εκπαιδευτικού κόσμου, η κυβέρνηση προχώρησε στην
κατάθεση του νομοσχεδίου τα μεσάνυχτα της Παρασκευής 29/1, χωρίς καμία
ουσιαστική αλλαγή.
Η κυβέρνηση επιχειρεί ολοένα και περισσότερο να δημιουργήσει μια
ασφυκτική, αντιδημοκρατική ατμόσφαιρα τρομοκρατίας μέσα από αλλεπάλληλες
μηνύσεις και διώξεις συνδικαλιστών, εργαζομένων και φοιτητών. Τα
χειροκροτήματα για τους «ήρωες υγειονομικούς» μετατράπηκαν τώρα σε
αστυνομικές μηνύσεις κατά του προέδρου της ΠΟΕΔΗΝ για παράνομη
κινητοποίηση στις 30/12, ενώ μέσω τηλεφωνήματος της αστυνομικής
ασφάλειας, οι εισαγγελικές αρχές εγκάλεσαν φοιτητή-συνδικαλιστή του
τμήματος φυσικής του ΕΚΠΑ να δώσει εξηγήσεις για αδικήματα που
υποτίθεται πως διέπραξε πριν από ενάμιση χρόνο! Κι όλα αυτά ενώ πριν από
μία εβδομάδα οι συγκεντρώσεις ήταν απαγορευμένες -με την απειλή
εξοντωτικών προστίμων- και για τις οποίες η αστυνομία μεθοδεύει νέο γύρο
μηνύσεων.
Αυτή την πολιτική έρχεται να υπηρετήσει και η ίδρυση πανεπιστημιακής
αστυνομίας και όχι να πατάξει την εγκληματικότητα στα πανεπιστήμια.
Καμιά αυξημένη εγκληματικότητα στους χώρους των ΑΕΙ δεν προκύπτει από
οποιαδήποτε στοιχεία, ούτε θα μπορούσε να υπάρξει εγκληματικότητα με τα
πανεπιστήμια κλειστά και τους φοιτητές στο έλεος της τηλεκπαίδευσης εδώ
και δέκα μήνες. Οι δηλώσεις της Ν. Κεραμέως για θέσπιση ενιαίου
ψηφοδελτίου -στην κατεύθυνση της «αποκομματικοποίησης» των ΑΕΙ- και η
δήλωση του Μ. Χρυσοχοΐδη πως «σε λίγο καιρό κανείς δεν θα τολμά να κάνει
καταλήψεις…» είναι ενδεικτικές της στόχευσης του νέου νομοσχεδίου.
Ο πειθαρχικός κώδικας, που εκτός των άλλων εισάγει και τις
ηλεκτρονικές ψηφοφορίες στα πανεπιστήμια, φωτογραφίζει με ακρίβεια ως
πειθαρχικά παραπτώματα όλες τις διαδικασίες των φοιτητικών συλλόγων, όλα
τα μέσα πάλης που αξιοποιεί το φοιτητικό κίνημα για την απόκρουση των
αντιεκπαιδευτικών πολιτικών. Από την αφισοκόλληση, μέχρι τη γενική
συνέλευση, τη διαμαρτυρία στα όργανα διοίκησης και τις καταλήψεις,
οποιαδήποτε δράση των φοιτητών δεν έχει την έγκριση των πρυτανικών αρχών
θα υπάγεται στη λίστα των παραπτωμάτων. Οι φοιτητές που σήμερα
βρίσκονται αντιμέτωποι με απειλές και διώξεις για τις διεκδικήσεις τους,
σε περίπτωση εφαρμογής του νομοσχεδίου θα βρίσκονται αντιμέτωποι με
διαγραφές και φυλάκιση έως και τριών ετών!
Οι κατασταλτικές διατάξεις
του νομοσχεδίου που στοχεύουν στην παράλυση του φοιτητικού κινήματος,
κινούνται στην ίδια κατεύθυνση με τους αντισυνδικαλιστικούς νόμους, το
φακέλωμα των συνδικαλιστών του εργατολαϊκού κινήματος, την ποινικοποίηση
της απεργίας και των διαδηλώσεων. Μέσω της περιστολής των δημοκρατικών
και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων επιχειρείται η παγίωση και εμβάθυνση της
υπονόμευσης του δικαιώματος στην παιδεία, την υγεία, την αξιοπρεπή
εργασία.
Η θέσπιση Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής που, αν εφαρμοστεί, μόνο για
φέτος θα αφήσει 20.000 μαθητές εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αποτελεί
ένα ακόμη ταξικό φίλτρο αποκλεισμού της νεολαίας από τη μόρφωση και την
απόκτηση επαγγελματικών δικαιωμάτων, ένα ακόμη μέτρο δημιουργίας
πελατείας για τα ιδιωτικά κολέγια. Η δήθεν «αναβάθμιση» των σπουδών που
προφασίζεται η κυβέρνηση δεν έχει καμία σχέση με το «χαμηλό επίπεδο» των
μαθητών, αφού για τις ιδιωτικές σχολές με τα ισάξια πτυχία, ενώ
βρίσκονται στον πάτο της παγκόσμιας κατάταξης, δεν μπαίνει καμιά βάση
εισαγωγής, παρά μόνο το κριτήριο του χρήματος. Μάλιστα με βάση την
εκτίμηση για την αύξηση του αριθμού των μαθητών που θα μείνουν εκτός
πανεπιστημίων, η υπουργός παιδείας δήλωσε πως αυτό θα οδηγήσει σε
συγχώνευση και κατάργηση του 1/3 των τμημάτων, ομολογώντας κυνικά πως το
πανεπιστήμιο της υποχρηματοδότησης, το πανεπιστήμιο για λίγους και
εκλεκτούς είναι η πραγματική επιδίωξη της κυβέρνησης.
Στην ενίσχυση
του καθεστώτος της υποχρηματοδότησης και των ταξικών φραγμών συντείνουν
και τα όρια σπουδών και οι διαγραφές φοιτητών. Χωρίς καμιά αιτιολόγηση
επιλέγονται τα ν+2 και ν+3 χρόνια δήθεν για την επίλυση του
«προβλήματος» των «αιωνίων φοιτητών» και την ταχύτερη εισαγωγή των νέων
στην αγορά εργασίας, δηλαδή να βρεθούν οι φοιτητές μια ώρα αρχύτερα
αντιμέτωποι με την ανεργία, τη μισοδουλειά, την κακοπληρωμένη και
ανασφάλιστη εργασία. Φυσικά οι φοιτητές που σε μεγαλύτερο ποσοστό
υπερβαίνουν τα ν+2 χρόνια για την ολοκλήρωση των σπουδών τους είναι οι
φοιτητές των νομικών σχολών και των φυσικών επιστημών, σχολές υψηλής
βάσης εισαγωγής και δύσκολων αντικειμένων, ενώ ο μέσος όρος αποφοίτησης
στο σύνολο των πανεπιστημίων κυμαίνεται γύρω στα εφτά με οχτώμισι
χρόνια, αποδεικνύοντας πως η διαγραφή των φοιτητών ύστερα από έξι χρόνια
φοίτησης έχει στόχο το πέταγμα της νεολαίας έξω από τα πανεπιστήμια.
Είναι σίγουρο πως ένα τόσο εκβιαστικό μέτρο εντατικοποίησης των σπουδών
δεν θα ενισχύσει μονάχα τις φροντιστηριακές δομές παραπαιδείας στο
περιθώριο της ανώτατης εκπαίδευσης, αλλά θα εισαγάγει και ένα τόσο
ασφυκτικό πλαίσιο φοίτησης, που δεν θα μένει χρόνος για καμιά άλλη
δημιουργική δραστηριότητα στους φοιτητές, πόσο μάλλον για συνδικαλισμό
και υπεράσπιση του δημόσιου-δωρεάν πανεπιστήμιου.
Καμιά «αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος» δεν φέρνει το νέο
νομοσχέδιο, αλλά ενισχύει τα προβλήματα τα οποία αντιμετώπισαν τα
τριτοβάθμια ιδρύματα όλη την προηγούμενη δεκαετία, τα προβλήματα της
μείωσης της χρηματοδότησης έως και 80%, της συγχώνευσης πάνω από 200
τμημάτων, της αδιοριστίας εκπαιδευτικού προσωπικού, των απολύσεων
διοικητικών υπαλλήλων, ανάμεσά τους και εργαζομένων στη φύλαξη επί
κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Γι’ αυτό και ο προϋπολογισμός της
κυβέρνησης για το 2021 προέβλεπε μείωση ύψους 8% στη χρηματοδότηση των
πανεπιστήμιων, και 30-40% μείωση της χρηματοδότησης για τη φοιτητική
μέριμνα.
Η κυβέρνηση εξαπολύει αυτή την επίθεση αξιοποιώντας τον εγκλεισμό της
νεολαίας που επιφέρουν οι πολιτικές των lock-down, ώστε να αποφύγει
τυχόν κοινωνικές αντιδράσεις. Είναι χαρακτηριστικό πως μέσα σε 10 μήνες
πανδημίας, η κυβέρνηση έχει προβεί σε μια υπερπαραγωγή νομοθετικού
έργου, ψηφίζοντας 113 νόμους! Η τηλεκπαίδευση που συνοδεύει τις
πολιτικές καραντίνας, όχι μονάχα αποκλείει χιλιάδες φοιτητές από την
εκπαιδευτική διαδικασία, ενώ επιβραδύνει σημαντικά την μαθησιακή πρόοδο,
αλλά βάζει στον πάγο και τις συλλογικές διεργασίες των φοιτητικών
συλλόγων, καθιστώντας τους φοιτητές ανήμπορους να αντιδράσουν απέναντι
στους σχεδιασμούς που γίνονται σε βάρος τους. Δεν είναι καθόλου τυχαίο
το ότι η κυβέρνηση φέρνει το νομοσχέδιο προς ψήφιση εν μέσω άλλης μιας
τηλε-εξεταστικής, εκμεταλλευόμενη το γεγονός ότι οι φοιτητές βρίσκονται
αντιμέτωποι με τους φραγμούς της λειψής παρακολούθησης, της έλλειψης
συγγραμμάτων τα οποία δεν έχουν παραδοθεί εξ ολοκλήρου ακόμη και τώρα εν
μέσω εξετάσεων, των ανεπαρκών και δυσλειτουργικών υλικοτεχνικών
υποδομών και των αυξημένων περιστατικών καθηγητικής αυθαιρεσίας, με
αποκλεισμούς και μαζικά κοψίματα.
Οι μαζικές διαδηλώσεις των τελευταίων ημερών είναι δηλωτικές για τις διαθέσεις της νεολαίας να αγωνιστεί ενάντια στο νομοσχέδιο παρά την εξεταστική, παρά την τρομοκρατία, παρά την πανδημία. Η προετοιμασία και διεξαγωγή μαζικών γενικών συνελεύσεων αποτελεί μια δύσκολη αλλά αναγκαία υπόθεση, και κανένα «συντονιστικό», κανένας «αποκλεισμός σχολών» από μερικούς οργανωμένους φοιτητές δεν μπορεί να την υποκαταστήσει. Στην παρούσα φάση δεν κρίνονται προθέσεις, αλλά πολιτικές λογικές και ιδεολογικά εφόδια. Αντιπαρατίθεται η πίστη στη δυνατότητα νίκης του μαζικού αγώνα, κόντρα στις ρεφορμιστικές λογικές εργολαβίας του φοιτητικού κινήματος.
Σχόλια