Αυτοδιαχείριση Εργατική απελευθέρωση ή τυρί στη φάκα του καπιταλισμού;
Μέρος 4
Η αυτοδιαχείριση της αργεντίνικης Ζανόν
Η αργεντίνικη κεραμοποιία Ζανόν, που καταλήφθηκε από τους εργάτες στα τέλη του 2011, έγινε σύμβολο της αυτοδιαχείρισης σε παγκόσμια κλίμακα. Δεκάδες άρθρα έχουν γραφτεί για τους 270 εργάτες που το Φλεβάρη του 2002 αποφάσισαν να βάλουν την παραγωγή σε κίνηση χωρίς τα αφεντικά. Δυστυχώς όμως, εκτός από τ’ αφεντικά έχασαν όλους τους μηχανικούς, ενώ από τους 82 εργοδηγούς που δούλευαν στο εργοστάσιο μόλις δύο συντάχθηκαν με τον αγώνα των εργατών, ο ένας εκ των οποίων ανέλαβε και διευθυντικά καθήκοντα στο κατειλημμένο εργοστάσιο.
Από τις φλόγες της εξέγερσης…
Οσα διαδραματίστηκαν στην Ζανόν ήταν άρρηκτα δεμένα με τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στην Αργεντινή. Δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία», που έριξαν ετσιθελικά κάποιοι πρωτοπόροι. Ο,τι έγινε έγινε σε εκείνη ακριβώς την περίοδο που έλαβαν χώρα κάποιες από τις πιο έντονες ταξικές συγκρούσεις στην ιστορία της χώρας. Συγκρούσεις που αγκάλιασαν ολόκληρη την Αργεντινή και οδήγησαν στην πτώση πέντε προέδρων μέσα σε δυο βδομάδες (τέλη 2001-αρχές 2002).
Γι’ αυτό και το κράτος παρενέβη για να τιθασεύσει τις αντιδράσεις. Πώς το έκανε αυτό; Με μία εκ πρώτης όψεως ασυνήθιστη δικαστική απόφαση που λαμβάνεται αμέσως μετά το λοκ-άουτ που κήρυξε ο καπιταλιστής. Σ’ αυτή την απόφαση «ο εργοδότης καταδικάστηκε για παράνομο λοκ-άουτ και το 40% του στοκ παραδόθηκε στους εργάτες σαν αποζημίωση για τους απλήρωτους μισθούς». Ετσι, αντί το δικαστήριο να εκποιήσει την περιουσία του Ζανόν για να πληρώσει τους εργάτες, τους έδωσε το εμπόρευμα σε μία περίοδο που ο κόσμος δεν είχε λεφτά (το κράτος είχε ήδη κηρύξει χρεοκοπία) και τους άφησε να κολυμπήσουν στο πέλαγος της καπιταλιστικής αγοράς.
…στη φάκα της αυτοδιαχείρισης
Με αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκε η FaSinPat (Fabrica Sin Patrones: Εργοστάσιο χωρίς αφεντικά), που έμοιαζε να κάνει πράξη την «εργατική αυτοδιαχείριση» μέσα στον καπιταλισμό. Ομως, το εργοστάσιο λειτούργησε σε ένα καθαρά εχθρικό περιβάλλον, υπό συνθήκες ημιπαράνομες (απαγορεύονταν οι πωλήσεις στη χοντρική και τα πλακάκια πουλιόντουσαν έξω από την πύλη του εργοστασίου!), χωρίς δάνεια για την ανανέωση του τεχνικού εξοπλισμού και χωρίς καμία κρατική στήριξη (σε αντίθεση με τον Ζανόν που μάσησε μπόλικο κρατικό παραδάκι), ενώ έγιναν τουλάχιστον πέντε απόπειρες ανακατάληψης του εργοστασίου από την αστυνομία. Επόμενο ήταν το εργοστάσιο να υπολειτουργεί, μόλις στο 10% της παραγωγικής ικανότητάς του, ενώ οι εργάτες, αν και δούλευαν σε πιο δημοκρατικό καθεστώς και με λιγότερη εντατικότητα, αναγκάστηκαν ν’ αρκεστούν σε μισθούς στα όρια της επιβίωσης (σε επίπεδα μάλιστα κάτω του «καλαθιού της αγοράς», όπως παραδέχτηκε και ο πρόεδρος του σωματείου, Ραούλ Γκοντόι), το πιθανότερο χωρίς ασφάλιση (αφού το εργοστάσιο δεν είχε νομική βάση για χρόνια) και με απλήρωτες υπερωρίες (όχι υποχρεωτικές, αλλά που επιβάλλονταν από την ίδια την κατάσταση για να επιβιώσει το εργοστάσιο υπό τέτοιες συνθήκες).
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ο Χόρχε Λουΐς Βερμούδες, εργάτης της Fasinpat που επισκέφτηκε τη χώρα μας προσκεκλημένος του 15ου Αντιρατσιστικού Φεστιβάλ, τον Ιούλη του 2010, σε ερώτηση που του έγινε σχετικά με το ρόλο της Ζανόν στη ριζοσπαστικοποίηση του αργεντίνικου εργατικού και κοινωνικού κινήματος απάντησε επί λέξει: «Δεν είμαι σίγουρος εάν θα το αποκαλούσα ριζοσπαστικοποίηση. Νομίζω πως το σημαντικότερο όσον αφορά τη διαδικασία της Ζανόν είναι το γεγονός ότι καταφέραμε να μην κλείσει το εργοστάσιο… Η Ζανόν αυτό που απέδειξε είναι πως υπήρχε μια διαφορετική εναλλακτική λύση από την απώλεια της εργασίας».
Αυτή η λύση όμως απείχε πολύ από το πρόταγμα που την παρουσιάζουν οι θιασώτες των νησίδων εργατικής αυτοδιαχείρισης στον καπιταλιστικό ωκεανό.
Στις συμπληγάδες της κρίσης
Το γεγονός είναι ότι ούτε η αυτοδιαχειριζόμενη Fasinpat κατόρθωσε να γλιτώσει από την οικονομική κρίση. Μέσα σ’ ένα χρόνο περίπουν από τότε που ξέσπασε η κρίση, οι πωλήσεις έπεσαν κατά 40%-50%, εξαιτίας της ριζικής επιβράδυνσης της παραγωγικής βιομηχανίας σε εθνικό επίπεδο. Από τα 400 χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα πλακάκια που παρήγαγε η εταιρία το 2008, μέχρι τα μέσα του 2009 έπεσε στις 150 χιλιάδες. «Η κοπερατίβα έπρεπε να κλείσει μερικούς φούρνους και να περιορίσει τις βάρδιες στην παραγωγή. Συμπληρωματικά αυτής της πτώσης οι εργάτες που έλεγχαν το εργοστάσιο είχαν να αντιμετωπίσουν και την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας. Οι εργάτες πληρώνουν 300 χιλιάδες δολάρια το μήνα για τον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο». Αυτά αναφέρει δημοσιογράφος που έχει γράψει πολλά άρθρα υπέρ της αυτοδιαχείρισης της Ζανόν, σε άρθρο της που δημοσιεύτηκε το Μάη του 2009.
Ποια η αντίδραση της διοίκησης του εργοστασίου απέναντι σε μια τέτοια κατάσταση; Το άρθρο που αναφέραμε παραπάνω μας προϊδεάζει για το τι συνέβηκε στη συνέχεια: «Τώρα που οι δουλειές επιβραδύνονται, πολλές συνελεύσεις στα κατειλημμένα από τους εργάτες εργοστάσια μάλλον θα προτιμήσουν να δεχτούν περικοπές στους μισθούς παρά να χάσουν τη δουλειά τους οι συνάδελφοί τους». Δυστυχώς, από τότε μέχρι σήμερα κανένα άρθρο από αυτά που βρήκαμε δεν αναφέρει τίποτα για την οικονομική κατάσταση των εργατών της Fasinpat μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Το κεντρικό ζήτημα που αφορά την εξέλιξη των μισθών των εργατών αποσιωπάται. Ακόμα, όμως, κι αν οι μισθοί δεν έπεσαν, η εκτίναξη του πληθωρισμού τους έχει ήδη εξανεμίσει.
«Εθελοντισμός»
Μπορεί οι εργάτες της Ζανόν να μη κέρδισαν και πολλά στον οικονομικό τομέα (οι μισθοί τους ήταν σχετικά καλοί, όχι όμως αρκετοί για να ζήσει κανείς αξιοπρεπώς όταν έχει οικογένεια), το κράτος και η περιφέρεια, όμως, κέρδισαν. Κι αυτό χάρη στην εθελοντική εργασία που προσέφεραν στο «κοινωνικό σύνολο» οι εργάτες της Ζανόν. Να πως την περιγράφει ο πρώην εργοδηγός που έγινε διευθυντής του εργοστασίου, Κάρλος «Μανότας»: «Θέλουμε να δώσουμε κάτι πίσω στον κόσμο, δωρίζοντας αυτά που παράγουμε. Την επόμενη βδομάδα θα κάνουμε δωρεά για ένα σχολείο για τα "παιδιά με άλλες ικανότητες"… Θέλουμε επίσης να κάνουμε μια δωρεά για το νοσοκομείο, να δώσουμε πίσω κάτι για την αλληλεγγύη που λάβαμε από αυτούς τους ανθρώπους. Για παράδειγμα, η αλληλεγγύη των νοσοκόμων και των γιατρών που ήρθαν εδώ και δούλεψαν εθελοντικά. Εκαναν ωτοστόπ για να έρθουν εδώ ή ήρθαν ακόμα και με τα πόδια. Δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ αυτό».
Απαλλοτρίωση από… δεξιά πλειοψηφία!
Ισως ορισμένοι να ισχυριστούν ότι η «νομιμοποίηση» της Fasinpat τον Αύγουστο του 2009 έδωσε νέα ώθηση στο εργοστάσιο για να ξεπεράσει όλα τα προβλήματα που αναφέραμε παραπάνω. Η 13η Αυγούστου του 2009 χαρακτηρίστηκε μάλιστα από πολλούς σαν μια «ιστορική μέρα», αφού επισφράγισε την απαλλοτρίωση της Ζανόν και το πέρασμά της στους εργάτες.
Το περίεργο είναι ότι αυτό αποφασίστηκε από ένα κοινοβούλιο που ελεγχόταν από δεξιά πλειοψηφία! Καλά διαβάσατε. Το «Λαϊκό Κίνημα του Νεουκέν» (Movimiento Popular Neuquino – MPN), που ελέγχει τη βουλή της περιφέρειας του Νεουκέν, είναι ένα δεξιό κόμμα που για χρόνια αντιστεκόταν στη νομιμοποίηση της Fasinpat. Ομως, ως εκ θαύματος, το MPN έκανε 180 μοίρες στροφή και ο πρόεδρός του Σοσέ Ρούσο δήλωσε τα εξής εκπληκτικά: «Αυτό είναι θαυμαστό… Μέσω αυτών των προσπαθειών (σ.σ. των εργατών) ζει το πνεύμα της εργασίας… Αυτή η προσπάθεια πρέπει να επιβραβευτεί… Οι εργάτες δούλεψαν για οχτώ χρόνια κάτω από συνθήκες ανασφάλειας και πρέπει να τους στηρίξουμε για να δημιουργήσουν ένα μέλλον».
Με αποζημίωση των πιστωτών
Η απαλλοτρίωση έγινε με τη σύμφωνη γνώμη όλων αυτών που τους χρωστούσε η Ζανόν, δηλαδή της Παγκόσμιας Τράπεζας, μιας ιταλικής εταιρίας που προμήθευε τις μηχανές (της SACMI) και μιας υπηρεσίας της επαρχίας του Νεουκέν ονόματι IADEP (Αυτόνομο Ινστιτούτο Παραγωγικής Ανάπτυξης)! Μα πώς είναι δυνατόν –θα αναρωτηθεί κανείς– οι πολέμιοι της κολεκτιβοποίησης της Ζανόν να γίνουν υπέρμαχοί της;
Το «μυστήριο» λύνεται αν ανατρέξει κανείς στον ίδιο το νόμο. Το κράτος προχώρησε στην απαλλοτρίωση των κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων της εταιρίας, αποζημιώνοντας όμως τους πιστωτές της Ζανόν με 23.4 εκατ. πέσος. Η δε FASINPAT «θα καταβάλει ως αποζημίωση στην πολιτεία της επαρχίας Νεουκέν, σε είδος, το σύνολο των ποσών που δαπανήθηκαν (σ.σ. δηλαδή των 23.4 εκατομμυρίων πέσος), μέσω της πώλησης σε τιμές κόστους των προϊόντων που απαιτεί η Επαρχία για δημόσιους σκοπούς» (άρθρο 7).
Χωρίς ίχνος ντροπής, ο δικηγόρος της FASINPAT υποστήριξε ότι οι εργάτες της Ζανόν δεν χρειάζεται να πληρώσουν τίποτα, καθώς το κράτος θα αγοράσει την παραγωγή της Ζανόν για την κατασκευή σπιτιών, σχολείων κ.λπ. σε τιμές κόστους, που περιλαμβάνει τους μισθούς και την απόσβεση των μηχανημάτων. Το γεγονός, όμως, είναι ότι το κράτος θα καρπωθεί την υπεραξία των εργατών, που ισοδυναμεί με 49.800 πέσος για κάθε εργάτη (αυτό είναι το νούμερο που προκύπτει αν διαιρέσουμε τα 23.4 εκατ. πέσος με το μηνιαίο μισθό των 800 πέσος). ‘Η, διαφορετικά, το κράτος θα καρπωθεί την υπεραξία των εργατών που ισοδυναμεί με 62 μισθούς, δηλαδή μισθούς μιας πενταετίας!
Οι εργάτες, αφού σηκώσουν το σταυρό του μαρτυρίου για να ξεπληρώσουν τα χρέη του κράτους στους πιστωτές, θα είναι πλέον «ελεύθεροι» με μια εταιρία που θα μοιάζει περισσότερο με… αντίκα. Γιατί είναι αμφίβολο αν το κράτος θα δώσει λεφτά για να στηρίξει την παραγωγική βάση της Fasinpat και να ανανεώσει τον τεχνικό εξοπλισμό, όταν γνωρίζει ότι μετά από μερικά χρόνια θα χάσει τον έλεγχο και θα τον πάρουν οι εργάτες! Από την άλλη, ποιος θα καθορίζει τις «τιμές κόστους» και το ύψος των μισθών; Οι τροτσκιστές συνδικαλιστές του σωματείου ή το κράτος που θα είναι ο διαχειριστής της εταιρίας μέχρι να αποπληρωθεί το χρέος;
Τραγικά αδιέξοδα
Κλείνοντας, ας θυμηθούμε τι έλεγε ο γραμματέας του σωματείου Ραούλ Γκοντόι, όταν η Fasinpat ήταν στα σπάργανα: «Κοπερατίβες ή όχι, όλοι εξαρτιόμαστε από την αγορά. Πρέπει να αντιμετωπίσεις τους ανταγωνιστές σου, πρέπει να μειώσεις τους μισθούς, να κόψεις τα κόστη, γίνεσαι σαν ανταγωνιστής των άλλων εργατών. Γι’ αυτό ζητάμε εθνικοποίηση, όχι επειδή νομίζουμε ότι το κράτος είναι κάτι καλό. Αυτό είναι το κράτος των εργοδοτών, ένα καπιταλιστικό κράτος, ένας καταπιεστικός μηχανισμός ενάντια στους εργάτες και το λαό, αλλά λέμε ότι θα έπρεπε να εγγυηθεί τις βασικές συνθήκες για την παραγωγή, έτσι που να μπορούμε να δουλεύουμε και να οργανωνόμαστε – ακριβώς για να καταστρέψουμε αυτό το κράτος και να δημιουργήσουμε ένα διαφορετικό».
Ο συγγραφέας της μπροσούρας «Κατάληψη Ζανόν – Συνέντευξη με τους εργάτες», που δημοσιεύτηκε στα ισπανικά το Δεκέμβρη του 2003 στο γερμανικό περιοδικό Wildcat και μεταφράστηκε στα Αγγλικά τον Ιούλη του 2006 (http://libcom.org/library/zanon-factory-occupation-interview-with-workers και www.wildcat-www.de/wildcat/68/zanon-english.pdf), ο οποίος κάθε άλλο παρά εχθρικός ήταν προς του εργάτες και το αυτοδιαχειριζόμενο εργοστάσιό τους, παραδέχτηκε κι αυτός τα αυτονόητα, επικαλούμενος μάλιστα και ένα καπιταλιστικό περιοδικό, τον Economist: «Ομως οι αυτοδιοικούμενες επιχειρήσεις, σαν νησιά στον ωκεανό του καπιταλισμού, είναι αντιφατικά εγχειρήματα, που μπορούν εύκολα να κολλήσουν και να μετατραπούν σε αυτοδιοίκηση της μιζέριας… Το καπιταλιστικό περιοδικό "The Economist" (σ.σ. 7 Νοέμβρη 2002, http://www.economist.com/node/ 1431691) ανησυχεί λίγο για την «διάβρωση των δικαιωμάτων της ιδιοκτησίας», αλλά είναι γενικά αισιόδοξο: "Αυτό το κίνημα δεν απειλεί τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις" - επειδή η επαναλειτουργία των εργοστασίων υπό εργατικό έλεγχο δεν βοηθά μόνο τους εργάτες, αλλά και τους εργοδότες, επειδή θα μπορούσε να σώσει μηχανήματα από φθορές και βανδαλισμούς. Οι δημοσιογράφοι του Economist δεν έφτασαν σ’ αυτό το συμπέρασμα μόνοι τους, επικαλέστηκαν δύο αντιπροσώπους του MNER, του εθνικού κινήματος των αυτοδιοικούμενων επιχειρήσεων. Το MNER οργανώνει περίπου 8.000 εργάτες που δουλεύουν σε περίπου ογδόντα αυτοδιοικούμενες κοπερατίβες. Οι περισσότερες κατειλημμένες εταιρίες προσδοκούσαν να φτιάξουν κοπερατίβες, έτσι ήταν ικανές να αποφύγουν τουλάχιστον την εκποίηση και την υποχρεωτική πώληση. Προϋπόθεση γι’ αυτή τη νομιμοποίηση ήταν οι εργάτες να αναλάβουν τα χρέη του προηγούμενου ιδιοκτήτη. Συνεπώς, η πίεση στους εργάτες να εργάζονται παραγωγικά και σύμφωνα με τις ανάγκες των αγορών είναι υψηλή. Μέχρι στιγμής δεν έχει πτωχεύσει εντελώς καμία κολεκτίβα, όμως πολλές απ’ αυτές πληρώνουν πολύ χαμηλούς μισθούς και εξαναγκάζονται να κάνουν περικοπές στα ασφαλιστικά δικαιώματα και τις συνθήκες εργασίας ή ακόμα και να διώχνουν εργάτες. Σε ορισμένες κοπερατίβες ο μισθός μόλις που φτάνει για να βγάλεις τα προς το ζην. Οι καταληψίες είναι ικανοί να αναστείλουν την καπιταλιστική διοίκηση μέσα στην εταιρία, αλλά δεν μπορούν να ελέγξουν την αγορά. Στην αγορά είναι υποχρεωμένοι να ανταγωνιστούν άλλες εταιρίες, τις οποίες μπορούν να ανταγωνιστούν μόνο αυξάνοντας την δικιά τους εκμετάλλευση».
Συνεχίζεται..
Σχόλια