Οι θέσεις για την πενηντάχρονη πορεία του μ-λ κινήματος (3)

Ο ιδεολογικός και πολιτικός αγώνας του μ-λ κινήματος της χώρας μας στα χρόνια 1964-1967
Με βάση το γενικό αυτόν προσανατολισμό, που αποφάσισε η σύσκεψη του Ιούνη και έδιναν τα υλικά της “Αναγέννησης”, ξεδίπλωσαν όλη την πρακτική δράση τους οι μαρξιστές - λενινιστές στα χρόνια 1964 - 1967. Στηριγμένοι στην αρχή πως μόνο μέσα στους καθημερινούς λαϊκούς αγώνες για τις άμεσες, μερικές, οικονομικές και πολιτικές διεκδικήσεις και μέσα σε μια πορεία βαθμιαίας ανύψωσής τους ως το επίπεδο της πάλης για τα γενικά μακροπρόθεσμα παλλαϊκά και πανεθνικά αιτήματα μπορούν να συγκεντρωθούν οι απαραίτητες δυνάμεις για την προώθηση των επαναστατικών σκοπών τους, προσπάθησαν να συνδεθούν με τις λαϊκές μάζες, με τα προβλήματα και τις ανάγκες τους, να οργανώσουν και να καθοδηγήσουν τους αγώνες τους, να παίξουν τον πρωτοπόρο ρόλο τους στα διάφορα μαζικά κινήματα που αναπτύσσονταν στην Ελλάδα την περίοδο αυτή.
Στο εργατικό κίνημα, έβαλαν σαν πρωταρχικό στόχο τη δημιουργία και ανάπτυξη ενός συνδικαλιστικού κινήματος βασισμένου στις επαναστατικές αρχές της ταξικής πάλης και ενάντια στη θεωρία και πρακτική της συνεργασίας των τάξεων. Στα πλαίσια αυτά, προώθησαν το έργο της δημιουργίας συνδικαλιστικών παρατάξεων σε μια σειρά εργατικούς κλάδους και έβαλαν τη σφραγίδα τους σε διάφορες πανεργατικές κινητοποιήσεις αυτής της περιόδου και ιδιαίτερα στις μεγάλες αντιφασιστικές - αντιιμπεριαλιστικές διαδηλώσεις μετά το παλατιανό πραξικόπημα του Ιούλη του 1965.
Στο φοιτητικό κίνημα, ιδρύθηκε η Προοδευτική Πανσπουδαστική Συνδικαλιστική Παράταξη (ΠΠΣΠ), τον Μάη του 1966, που συσπείρωνε και κινητοποιούσε αγωνιστικά ολοένα και πιο πλατιές μάζες φοιτητών και στάθηκε η ψυχή της φοιτητικής αντίστασης μπροστά στις επιθέσεις των διαφόρων κυβερνήσεων της ολιγαρχίας ενάντια στο φοιτητικό κίνημα. Τα στελέχη και τα μέλη της ΠΠΣΠ βρέθηκαν στις πρώτες γραμμές της μάχης στη διάρκεια των μεγάλων αντιφασιστικών φοιτητικών εκδηλώσεων και των σκληρών συγκρούσεων με τις δυνάμεις της αστυνομίας και της χωροφυλακής στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, μέχρι και λίγες μέρες πριν από την εκδήλωση του φασιστικού πραξικοπήματος, τον Απρίλη του 1967.
Τόσο στο φιλειρηνικό κίνημα και στις Μαραθώνιες Πορείες Ειρήνης εκείνης της περιόδου, όσο και στο πανδημοκρατικό κίνημα που αναπτύχθηκε ορμητικά, ύστερα από το παλατιανό πραξικόπημα του Ιούλη του 1965, οι μαρξιστές - λενινιστές έπαιξαν τον πρωτοποριακό - αγωνιστικό ρόλο τους.
Σε όλη αυτή την περίοδο, κατάγγελλαν αποφασιστικά τα σχέδια και τις προετοιμασίες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και της εσωτερικής αντίδρασης για την εξαπόλυση ανοιχτού στρατιωτικού φασιστικού πραξικοπήματος, ξεσκέπαζαν το ρόλο των αστικών κομμάτων της ΕΡΕ και της ΕΚ και τη στάση του ΚΚΕ και της ΕΔΑ που αποπροσανατόλιζαν τις μάζες και υπονόμευαν τον αγώνα τους. Πριν ακόμα από το Ιουλιανό πραξικόπημα του 1965, υπογράμμιζαν πως “...η προετοιμασία για την εξαπόλυση ανοιχτού στρατιωτικού πραξικοπήματος αποτελεί το βασικό προσανατολισμό της φασιστικής δεξιάς” (“Αναγέννηση”, No 9, σελ. 1) και λίγες μόνο μέρες πριν την επιβολή του πραξικοπήματος της 21ης Απρίλη 1967 διακήρυτταν πως “...το οξύτατο πρόβλημα της στιγμής είναι σε διεθνές πεδίο η αύξηση της επιθετικότητας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και στο εσωτερικό ο άμεσος κίνδυνος επιβολής φασιστικής δικτατορίας” (“Λαϊκός Δρόμος” No 11, 8/4/1967). Και κατάγγελλαν, στο ίδιο φύλλο, πως η ΕΔΑ “παίζει το παιχνίδι της αντίδρασης, καλλιεργώντας την αυταπάτη πως θα ματαιωθεί το πραξικόπημα και οι επικείμενες εκλογές θα λύσουν όλα τα προβλήματα του λαού”.
Οι μαρξιστές – λενινιστές, όλη αυτή την περίοδο, μετέφεραν παντού το πνεύμα της αντίστασης, καλλιεργούσαν την ιδέα πως η φασιστική απειλή θα μπορούσε να αποτραπεί όχι με υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, αλλά μόνο με τον δραστήριο και αποφασιστικό αγώνα των πλατιών λαϊκών μαζών.
Παρά τις σωστές πολιτικές εκτιμήσεις και τη σωστή προοπτική τους δεν μπόρεσαν ωστόσο να εξασφαλίσουν μια ανάλογη οργανωτική προετοιμασία μπροστά στο φασιστικό πραξικόπημα. Έτσι, το πραξικόπημα βρήκε την Οργάνωση ουσιαστικά απροετοίμαστη από οργανωτική άποψη. Βέβαια, το πολιτικο - οργανωτικό επίπεδο ανάπτυξης της δουλειάς τους είχε περιορισμένες δυνατότητες τον Απρίλη του 1967. Δεν μπορούσαν να επιδράσουν στην εξέλιξη των γεγονότων με έναν τρόπο ουσιαστικό, να αποτρέψουν το πραξικόπημα ή να προβάλουν μια σοβαρή αντίσταση σ' αυτό. Όμως, μια πιο σωστή και έγκαιρη οργανωτική δουλειά θα τους βοηθούσε να εκδηλώσουν την παρουσία τους πιο έντονα και στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονταν ύστερα από την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας, να ανταποκριθούν καλύτερα στα καθήκοντά τους με λιγότερες απώλειες και από καλύτερες θέσεις να συνεχίσουν τον αγώνα.
Συμπερασματικά, στα τρία περίπου χρόνια, από τον Ιούνη του 1964 μέχρι τον Απρίλη του 1967, η  οργάνωση των μαρξιστών – λενινιστών, με την “Αναγέννηση”, στάθηκε το ιδεολογικό-πολιτικό και οργανωτικό κέντρο σημαντικών προσπαθειών και αγώνων που θεμελίωσαν το μαρξιστικό - λενινιστικό κίνημα της Ελλάδας. Το έργο τους θα πρέπει να αποτιμηθεί έχοντας επίγνωση των πολύ μικρών υποκειμενικών τους δυνάμεων και των εξαιρετικά δύσκολων συνθηκών εκείνης της περιόδου, καθώς το ξεκίνημά τους στηρίχθηκε στην προσπάθεια πέντε - δέκα αγωνιστών, που στη συνέχεια κατόρθωσε να συσπειρώσει έναν αξιόλογο, για τα δεδομένα εκείνης της περιόδου, αριθμό αγωνιστών. Παρά το γεγονός πως αντιπροσώπευαν μια μικρή δύναμη την περίοδο αυτή, έδωσαν σκληρές μάχες για την προβολή και τη νίκη της γραμμής τους στο λαϊκό κίνημα και σε πολλές περιπτώσεις, μέσα στις παλλαϊκές διαδηλώσεις, μπόρεσαν να βάλουν την πολιτική σφραγίδα τους και να επηρεάσουν, να προσδιορίσουν αυτοί την κατεύθυνση εξέλιξης των γεγονότων.
Το πιο σημαντικό ήταν πως, μέσα από τις αλλεπάλληλες συγκρούσεις με την αντίδραση και το ρεβιζιονισμό, πρόβαλαν την ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία τους, το πολιτικό τους πρόγραμμα μπροστά στις λαϊκές μάζες και δέθηκαν με αυτές, συσπειρώνοντας στις γραμμές τους, σ' αυτά τα τρία περίπου χρόνια της δράσης τους, έναν αξιόλογο για τις συνθήκες εκείνες αριθμό αγωνιστών, θέτοντας ισχυρές παρακαταθήκες για την επόμενη περίοδο.
Γι' αυτό και, παρά τις αρνητικές εξελίξεις που σημειώθηκαν αργότερα στους κόλπους του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος με τις αντιπαραθέσεις και διασπάσεις στις γραμμές του, όλη η δουλειά αυτής της περιόδου και το έργο της “Αναγέννησης'’, που έριξε τα θεμέλια, παραμένει μέχρι σήμερα ένα κοινό κτήμα και σημείο αναφοράς όλων των μαρξιστών - λενινιστών, όλων όσων εξακολουθούν να αγωνίζονται για τις μεγάλες αρχές που υπεράσπισε και πρόβαλε η “Αναγέννηση”.
Η πάλη της Οργάνωσης Μαρξιστών - Λενινιστών Ελλάδας (ΟΜΛΕ) στην περίοδο της φασιστικής δικτατορίας 1967 - 1974
Με την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας στις 21 Απρίλη 1967, πολλά στελέχη και μέλη της οργάνωσης πιάστηκαν και κλείστηκαν στα στρατόπεδα εξορίας. Τα στελέχη που κατόρθωσαν να διαφύγουν τη σύλληψη προχώρησαν στη δημιουργία παράνομης οργάνωσης, αναπτύσσοντας σταθερά τη δράση τους στις νέες δύσκολες συνθήκες της παρανομίας. Η οργάνωση αυτή άρχισε να κυκλοφορεί ένα “Πληροφοριακό Δελτίο” και, στη συνέχεια, την εφημερίδα “Προλεταριακή Σημαία” σαν όργανο των μαρξιστών - λενινιστών της Ελλάδας. Ακριβώς την περίοδο αυτή έγινε γνωστή και καθιερώθηκε σαν η Οργάνωση Μαρξιστών - Λενινιστών Ελλάδας (ΟΜΛΕ).
Απ' όλες τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας, η ΟΜΛΕ ήταν η μόνη που διακήρυξε ανοιχτά μπροστά στις λαϊκές μάζες μια αγωνιστική γραμμή για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας και της αμερικανοκρατίας, με σταθερή εμπιστοσύνη στο λαό και στη δύναμη του λαϊκού αγώνα.
Αποκάλυψε το ρόλο των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών και του ΝΑΤΟ, κατάγγειλε την αντιλαϊκή και αντεθνική πολιτική της φασιστικής χούντας, ξεσκέπασε την καιροσκοπική στάση της αστικής αντιπολίτευσης και τον συνθηκολόγο και αποδιοργανωτικό ρόλο των ρεβιζιονιστών. Έδωσε σημαντικές πολιτικές μάχες ενάντια στα δύο ψευτοδημοψηφίσματα που οργάνωσε το φασιστικό καθεστώς, το 1968 για το “Σύνταγμα” και το 1973 για την “Προεδρική Δημοκρατία”, και για το ξεσκέπασμα της μαρκεζινικής “φιλελευθεροποίησης”, προβάλλοντας και στις δύο περιπτώσεις τη θέση της αποχής από τη φασιστική φαρσοκωμωδία, σε αντιπαράθεση με τη γραμμή της συμμετοχής που υιοθέτησαν οι δυνάμεις της αστικής αντιπολίτευσης και τα δυο ρεβιζιονιστικά κόμματα, μια γραμμή προσαρμογής και υποταγής στη φασιστική νομιμότητα.
Τα μέλη και στελέχη της ΟΜΛΕ δούλευαν δραστήρια για το ανέβασμα της αγωνιστικότητας μέσα στις μάζες των εργαζομένων και της νεολαίας, για την καταπολέμηση των αυταπατών, του πνεύματος της αναμονής και του διπλώματος που καλλιεργούσαν μέσα στο λαό οι εκπρόσωποι της αστικής αντιπολίτευσης και οι σύμμαχοί τους ρεβιζιονιστές κάθε απόχρωσης. Η βασική προσπάθειά τους ήταν να δείξουν πως ο φασισμός μπορούσε να ανατραπεί, ενισχύοντας την πίστη στο μοναδικό μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού, που ήταν ο αγώνας.
10. Σταδιακά, νέες δυνάμεις έρχονταν να ενταχθούν στις γραμμές της ΟΜΛΕ, ενώ ξεκίνησαν να συγκροτούνται αντιφασιστικές - αντιιμπεριαλιστικές πολιτικές ομάδες, κύρια στους φοιτητικούς χώρους. Οι δυνάμεις αυτές αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια της δικτατορίας και, έτσι, στη διάρκεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου μπόρεσαν να παίξουν τον πρωτοπόρο ρόλο τους, να συνεισφέρουν στην οικοδόμηση μιας πλατιάς αντιφασιστικής - αντιιμπεριαλιστικής ενότητας στο φοιτητικό κίνημα και να δώσουν τη συμβολή τους στη γενικότερη λαϊκή πάλη για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας.
Στην κατεύθυνση αυτή ο ΟΜΛΕ, ύστερα από την πρωθυπουργοποίηση του Μαρκεζίνη το 1973, ξεσκέπασε τη μανούβρα της “φιλελευθεροποίησης”, κατάγγειλε τη συμμετοχή της αστικής αντιπολίτευσης και των ρεβιζιονιστών στις λεγόμενες “πολιτικές διαδικασίες”, κάλεσε το λαό να σαμποτάρει αυτές τις διαδικασίες που αποσκοπούσαν να λουστράρουν το δικτατορικό καθεστώς, και ανέλαβε δραστήριες προσπάθειες ανάμεσα στις εργαζόμενες μάζες για την οργάνωση της αντίστασής τους, διαδραματίζοντας πρωτοπόρο ρόλο στην εξέγερση του Νοέμβρη.
Ένα μήνα πριν από τον ηρωικό ξεσηκωμό τόνιζε: «Για όποιον δεν νοσταλγεί την αντιπολίτευση στα πλαίσια της φασιστικής νομιμότητας, όπως συμβαίνει με την αστική αντιπολίτευση και τους συρόμενους πίσω απ' αυτήν ρεβιζιονιστές ηγέτες, αυτό που επέρχεται στη χώρα μας, και που έχει τεράστια σημασία, δεν είναι η επάνοδος στο κοινοβούλιο και οι εκλογές με τη συμμετοχή των υπό τον έλεγχο του “Συνταγματικού Δικαστηρίου”  “εθνικοφρόνων” κομμάτων, αλλά η ανάπτυξη των μαζικών αγώνων της εργατικής τάξης και της νεολαίας, που ανοίγουν ελπιδοφόρες προοπτικές για την ανάπτυξη ενός πλατιού αντιφασιστικού - αντιιμπεριαλιστικού κινήματος”. (Απόφαση ΟΜΛΕ, Οκτώβρης 1973, “Λαϊκός Δρόμος” Νο 17). 
Ο επαναστατικός ξεσηκωμός του Νοέμβρη προώθησε στην ημερήσια διάταξη τα μεγάλα αιτήματα για την απαλλαγή της Ελλάδας από την αμερικανονατοϊκή υποδούλωση και το γκρέμισμα της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας και έδειξε το μοναδικό δρόμο για την πραγματοποίηση αυτών των αιτημάτων, που ήταν η ενεργητική συνένωση του φοιτητικού κινήματος με το αντιφασιστικό - αντιιμπεριαλιστικό επαναστατικό κίνημα, η επαναστατική συσπείρωση και πάλη των πλατιών λαϊκών μαζών με επικεφαλής την εργατική τάξη.
Κατά τη διάρκεια των γεγονότων του Νοέμβρη, αντιπαρατέθηκαν από την αρχή μέχρι το τέλος δυο βασικά αντίθετες πολιτικές γραμμές και κατευθύνσεις. Η πρώτη, που υποστηρίχθηκε και από τις δυο πτέρυγες του ρεβιζιονισμού, ήταν μια γραμμή άρνησης της κατάληψης του Πολυτεχνείου. Και όταν η γραμμή αυτή ανατράπηκε και χρεοκόπησε επεδίωξαν με κάθε τρόπο να περιορίσουν, να συγκρατήσουν και υπονομεύσουν το αντιφασιστικό, αντιαμερικάνικο και αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο της εξέγερσης και τις αγωνιστικές διαθέσεις των μαζών. Η δεύτερη, που υποστηρίχθηκε από τους μαρξιστές – λενινιστές, ήταν μια σωστή αγωνιστική αντιφασιστική, αντιιμπεριαλιστική γραμμή που ανταποκρίνονταν στο επίπεδο των αγωνιστικών διαθέσεων του λαού και της νεολαίας και η οποία κυριάρχησε και έβαλε τη σφραγίδα της στον επαναστατικό ξεσηκωμό του Νοέμβρη.
11. Ένα κεφάλαιο της γενικής πάλης τους, στα χρόνια της φασιστικής δικτατορίας, αντιπροσώπευαν οι αγώνες των κρατούμενων μαρξιστών - λενινιστών. Στις φυλακές και ιδιαίτερα στα στρατόπεδα πολιτικών εξόριστων, έκαναν έναν παρατεταμένο και επίμονο αγώνα ενάντια στην ηττοπαθή γραμμή και πρακτική των ρεβιζιονιστών ηγετών, για τον αγωνιστικό προσανατολισμό των κρατουμένων κομμουνιστών, για το δυνάμωμα της αντίστασης ενάντια στη δικτατορία. Όλη η δουλειά τους είχε στόχο να ανεβαίνει το αγωνιστικό φρόνημα των κρατουμένων, να διαπαιδαγωγούνται οι αγωνιστές στο πνεύμα της κομμουνιστικής αδιαλλαξίας απέναντι στον εχθρό και, πάνω στη βάση αυτή, να οργανώνονται όλο και πιο ενεργητικές πολιτικές αντιδικτατορικές εκδηλώσεις, έτσι ώστε να φτάνει στο λαό το ανυπότακτο πνεύμα της αντίστασης και να δέχεται πλήγματα η φασιστική δικτατορία.
Σημαντικά αποτελέσματα έφερε η δουλειά που ανέπτυξε η ΟΜΛΕ, στην περίοδο της δικτατορίας, ανάμεσα στους έλληνες εργάτες, μετανάστες και φοιτητές στη Δ. Ευρώπη. Με πρωτοβουλία της, δημιουργήθηκε το Αγωνιστικό Μέτωπο Ελλήνων Εξωτερικού (ΑΜΕΕ) τον Ιούνη του 1967, μια αντιφασιστική, αντιιμπεριαλιστική, αντιρεβιζιονιστική οργάνωση, που αναπτύχθηκε γοργά και στάθηκε ο πρωτεργάτης μιας σειράς αντιδικτατορικών, αντιαμερικάνικων κινητοποιήσεων των Ελλήνων του εξωτερικού, ενώ το δημοσιογραφικό του όργανο, η εφημερίδα “Λαϊκή Ενότητα”, κατέκτησε χιλιάδες αναγνώστες.
Όλη η ανάπτυξη της δουλειάς της Οργάνωσης στο εξωτερικό συντελούνταν μέσα σε συνθήκες ιδεολογικής και πολιτικής σύγκρουσης με τους ρεβιζιονιστές και με διάφορα νεοτροτσκιστικά στοιχεία. Η πάλη για την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας και της αμερικανοκρατίας στην Ελλάδα συνδέθηκε στενά με την πάλη ενάντια στους ιδεολογικούς αντιπάλους του μαρξισμού - λενινισμού και στο εξωτερικό. Σημαντικό ρόλο στην πάλη αυτή έπαιξε το περιοδικό “Λαϊκός Δρόμος” που άρχισε να εκδίδεται το Δεκέμβρη του 1967 και στάθηκε το κέντρο του ιδεολογικού και πολιτικού αγώνα της Οργάνωσης στη Δ. Ευρώπη.
Η Μαρξιστική Λενινιστική Οργάνωση (ΜΛΟ) των πολιτικών προσφύγων οπό την Ελλάδα στις ανατολικές χώρες, ύστερα από την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας, εκδήλωσε με κάθε τρόπο την αλληλεγγύη της στον αγώνα της ΟΜΛΕ και του λαού μας. Παρά τις πιέσεις, τους περιορισμούς και τα κάθε λογής μέτρα των ρεβιζιονιστικών κρατικών αρχών, έκαναν κύριο περιεχόμενο της καθημερινής πολιτικής τους δραστηριότητας τη συμβολή στον αγώνα του λαού και πραγματοποίησαν μια σειρά αντιφασιστικές, αντιδικτατορικές πολιτικές διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις και εκδηλώσεις.
Στην πορεία του κοινού επαναστατικού αγώνα ανάμεσα στις δυο οργανώνεις, την ΟΜΛΕ και τη ΜΛΟ, αποκαταστάθηκε στενή επαφή και άρχισαν συζητήσεις που κατέληξαν στη δημιουργία, τον Αύγουστο του 1972, Συντονιστικού Γραφείου των δύο οργανώσεων. Τελικά οι δύο οργανώσεις ενοποιήθηκαν, στα πλαίσια της ΟΜΛΕ, τον Οκτώβρη του 1974.
Η κρίση και διάσπαση της ΟΜΛΕ. Η μεγάλη υποχώρηση του μ-λ κινήματος.  Το ρεύμα του διαλυτισμού και αγνωστικισμού
12. Ύστερα από την πτώση της δικτατορίας, η ΟΜΛΕ πέρασε στη νομιμότητα, επανεκδόθηκε ο βδομαδιάτικος “Λαϊκός Δρόμος”, επανεμφανίστηκε η ΠΠΣΠ στις φοιτητικές σχολές, συγκροτήθηκε η Προοδευτική Μαθητική Συνδικαλιστική Παράταξη (ΠΜΣΠ) στο μαθητικό  κίνημα, ενώ πραγματοποιήθηκε το πιο σημαντικό βήμα με τη δημιουργία εργατικής συνδικαλιστικής αντιρεφορμιστικής παράταξης σε πανελλαδικό επίπεδο, της Προοδευτικής Εργατικής Συνδικαλιστικής Παράταξης (ΠΕΣΠ).
Ταυτόχρονα, αναπτύχθηκε μια πλατιά δουλειά στις συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά με τη δημιουργία πολλών συνοικιακών συλλόγων που συσπείρωναν και κινητοποιούσαν ένα μεγάλο δυναμικό αγωνιστών.
Μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα, η δουλειά της ΟΜΛΕ και των παρατάξεων που συγκροτήθηκαν με πρωτοβουλία της αναπτύχθηκε σημαντικά, για να οδηγήσει στα χρόνια 1975 -1976 στον υψηλότερο, ως τότε, βαθμό την ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική επιρροή του μ-λ κινήματος. Για πρώτη φορά, από το 1964, η ΟΜΛΕ είχε τη δυνατότητα να συμμετέχει με μαζικούς όρους όχι μόνο στο φοιτητικό κίνημα αλλά και στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, συσπειρώνοντας χιλιάδες αγωνιστές κάτω από τα πανό της στις μεγάλες δημοκρατικές, αντιιμπεριαλιστικές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις εκείνης της περιόδου.
Αλλά τότε ακριβώς ξέσπασε ανοιχτά η κρίση στην ΟΜΛΕ και το μ-λ κίνημα μπήκε σε μια πορεία διαδοχικών διασπάσεων και κατακερματισμού των δυνάμεών του. Πρώτα έγινε η διάσπαση της ΟΜΛΕ, το Νοέμβρη του 1976, που οδήγησε στην εμφάνιση του Μ-Λ ΚΚΕ και του ΚΚΕ(μ-λ). Στα επόμενα χρόνια, οι δυο οργανώσεις γνώρισαν νέες διασπάσεις που αναπαρήγαγαν την ίδια μεθοδολογία και πρακτική, δημιουργώντας μια εξαιρετικά αρνητική και κρίσιμη κατάσταση στο μ-λ κίνημα.
Το 1979 διασπάται το Μ-Λ ΚΚΕ και το 1980-1982 δημιουργείται μια διαλυτική κατάσταση στο ΚΚΕ(μ-λ). Έκφραση αυτής της κρίσης ήταν τα διαδοχικά κύματα διαρροών μεγάλου αριθμού κομματικών και παραταξιακών μελών, ο περιορισμός της επιρροής και της ακτινοβολίας του, η μεγάλη εξασθένιση των δυνάμεών του που είχε σαν συνέπεια τη μείωση της παρουσίας και της πρακτικής δράσης του στους μαζικούς χώρους και γενικότερα στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Στην μεταπολιτευτική περίοδο, εμφανίστηκε επίσης με αξιόλογη επιρροή, κύρια στο φοιτητικό κίνημα, το ΕΚΚΕ. Την παρουσία τους έκαναν ακόμα και ορισμένες άλλες οργανώσεις ή ομάδες που, όπως και το ΕΚΚΕ, είχαν δημιουργηθεί στον καιρό της δικτατορίας. Και σε αυτές τις οργανώσεις, επίσης, ξέσπασε κρίση που οδήγησε σε αλλεπάλληλες διασπάσεις και τελικά στη συρρίκνωση ή και τη διάλυση, τις περισσότερες από αυτές.
Στο τέλος της δεκαετίας του 1970, ισχυροποιείται, ιδιαίτερα στους χώρους της νεολαίας, το ρεύμα του διαλυτισμού, που τροφοδοτείται απ' όλες τις αρνητικές πλευρές των νεολαιίστικων κινημάτων αμφισβήτησης της Δ. Ευρώπης, το οποίο, σε συνδυασμό με τις αντεπαναστατικές εξελίξεις στην Κίνα και την πολιτική και κοινωνική άνοδο της σοσιαλδημοκρατίας του ΠΑΣΟΚ, δημιουργεί ισχυρές τάσεις αποσυσπείρωσης στο μ-λ κίνημα.
Κόντρα σ' αυτό το κλίμα των διασπάσεων και κατακερματισμού κινήθηκε η ΚΕΜΛ, μια οργάνωση που ανέπτυξε πλούσια δράση, τη μεταπολιτευτική περίοδο, στο φοιτητικό κίνημα στην Ήπειρο με κέντρο τα Γιάννινα. Το βασικό δυναμικό των στελεχών και μελών της ΚΕΜΛ αποφάσισε να προσχωρήσει στο Μ-Λ ΚΚΕ στα τέλη του 1977.
Το βασικό συμπέρασμα από τη διαβρωτική επίδραση του διαλυτισμού, που διατηρήθηκε και διατηρείται με άλλες μορφές ως τις μέρες μας, είναι ότι οι κομμουνιστές χρειάζονται να αντικρούσουν με λόγια και έργα το βασικό λιγκβινταριστικό οπλοστάσιο. Η αντικατάσταση της οργάνωσης - κόμματος με δίκτυα και οριζόντια σχήματα, ο αγνωστικισμός, η αμφισβήτηση των θεμελιωδών αρχών και της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος, η αναίρεση της εργατικής τάξης ως κεντρικού επαναστατικού υποκειμένου και η αντικατάστασή της με άλλα κοινωνικά στρώματα, η αποθέωση του αυθόρμητου και της «από τα κάτω δράσης» πρέπει να αντικρουστούν με πειστικότητα και αποφασιστικότητα.
13. Η κρίση στην ΟΜΛΕ κυοφορούνταν πολύ καιρό πριν και άρχισε να παίρνει σοβαρές και επικίνδυνες διαστάσεις μετά τη μεταπολίτευση. Μετά την πτώση της δικτατορίας, μπροστά στην ΟΜΛΕ ξανοίγονταν ένα ευρύτατο πεδίο δράσης. Είχαν δημιουργηθεί ευνοϊκές συνθήκες αλλά και μια σύνθετη πολιτική πραγματικότητα διεθνώς και στη χώρα μας. Και καλούνταν η οργάνωση, με νέες δυνάμεις και δυνατότητες, να δώσει απαντήσεις σε σημαντικά προβλήματα που αφορούσαν τη συγκρότηση, τη λειτουργία και την προοπτική της, τη διεθνή και την εσωτερική πολιτική της με την εμφάνιση του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού και το ρόλο του ντόπιου ρεβιζιονισμού, τη γενική γραμμή και την τακτική της, το ξάνοιγμα όλης της δουλειάς της στις νέες αυτές συνθήκες.
Τότε ακριβώς στον καθοδηγητικό πυρήνα της οργάνωσης εμφανίστηκαν σοβαρές διαφωνίες. Διαφωνίες ανάμεσα στα καθοδηγητικά στελέχη της οργάνωσης είχαν εκδηλωθεί και σε προηγούμενες φάσεις του κινήματος, αλλά τώρα πήραν ένα γενικευμένο και οξύτατο χαρακτήρα. Και το χειρότερο ήταν πως αυτές οι διαφωνίες δεν αντιμετωπίστηκαν με σωστό κομματικό τρόπο σύμφωνα με το χαρακτήρα τους, ώστε να ξεπεραστούν και να επιλυθούν μέσα στα πλαίσια της οργάνωσης. Αντί για μια συντροφική, εσωκομματική συζήτηση των διαφωνιών και των διαφορών, όπως θα έπρεπε να γίνει για μια κομματική λύση στα προβλήματα που είχαν προκύψει, οι διαφωνίες ανάχθηκαν σε διάφορες ιδεολογικές, οππορτουνιστικές παρεκκλίσεις και ακολουθήθηκε ο δρόμος της εσωκομματικής πάλης και αντιπαράθεσης, που πήρε το χαρακτήρα γενικευμένης σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο γραμμές και χώρισε τα στελέχη και τα μέλη σε δυο εχθρικά στρατόπεδα με τη διαμόρφωση φραξιονιστικών συσπειρώσεων, οδηγώντας αναπόφευκτα στη διάσπαση της ΟΜΛΕ με οδυνηρές συνέπειες.
Με αυτόν τον τρόπο, έκλεισε ο δρόμος για μια ουσιαστική συζήτηση πάνω στις διαφορετικές απόψεις και εκτιμήσεις που θα αναδείκνυε και το πραγματικό βάθος των προβλημάτων που υπήρχαν και εκδηλώθηκαν στην πορεία και άνοιξε ο δρόμος των διαδοχικών διασπάσεων, του κατακερματισμού των δυνάμεων και της βαθιάς κρίσης στην οποία μπήκε το μ-λ κίνημα.
Τα επίμαχα ζητήματα που βρέθηκαν στο επίκεντρο της εσωκομματικής αντιπαράθεσης, όπως η ανάλυση της διεθνούς κατάστασης εκείνης της περιόδου ("θεωρία των τριών κόσμων"), η εκτίμηση του ρόλου του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού στον κόσμο και στη χώρα μας, η τοποθέτηση για το χαρακτήρα της πολιτικής του ΚΚΕ, και ορισμένα άλλα, είχαν σίγουρα τη σημασία τους, καταγράφοντας τις διαφορετικές απόψεις και αντιλήψεις που αντιπαρατέθηκαν, όμως δεν ήταν αυτές ή οι άλλες απαντήσεις σε αυτά τα ζητήματα που προσδιόρισαν και καθόρισαν την πορεία του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος της χώρας μας, όπως έδειξε η ίδια η ζωή τα τελευταία σαράντα χρόνια.
Άλλα ήταν τα πραγματικά και κρίσιμα προβλήματα που υπόβοσκαν και αναδείχθηκαν καθαρά την αμέσως επόμενη περίοδο. Και αυτά φάνηκε πως ήταν η ταλάντευση για την αναγκαιότητα της ιδεολογικοπολιτικής και οργανωτικής ρήξης με το ρεβιζιονισμό, ως πού πρέπει να φτάσει αυτή η ρήξη, και κατά πόσο μπορεί το μαρξιστικό - λενινιστικό κίνημα να τα βγάλει πέρα στην πάλη του με το ρεβιζιονισμό και να αλλάξει τους συσχετισμούς δυνάμεων μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα. Και αυτή τροφοδοτούσε μια ακόμη μεγαλύτερη και καταστροφικότερη ταλάντευση, αν είναι σε θέση το κομμουνιστικό κίνημα να αναμετρηθεί και να τα βγάλει πέρα με το καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό σύστημα, που στην πράξη οδηγούσε στην εγκατάλειψη του αγώνα, στην υπονόμευση και διάλυση του κομμουνιστικού κινήματος.
Σε αυτές ακριβώς τις συνθήκες, εκδηλώθηκε και αναπτύχθηκε στις γραμμές του μ-λ κινήματος, ξεκινώντας από ηγετικά του κλιμάκια, ένα διαλυτικό ρεύμα, στα τέλη της δεκαετίας '70, κάτω και από την επίδραση της ρεβιζιονιστικής ανατροπής και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στην Κίνα, που κήρυττε μέσα σε ένα κλίμα γενικού ιδεολογικού κλονισμού και αγνωστικισμού, την άρνηση, το μηδενισμό και την αυτοδιάλυση του μ-λ κινήματος, προξενώντας μεγάλη ζημιά στις οργανώσεις του.
Αυτοκριτική τοποθέτηση για τα λάθη μας χωρίς στείρα και καταστροφική  λαθολογία. Το κύριο χαρακτηριστικό της δράσης του μ-λ κινήματος είναι η θετική συνεισφορά του στον αγώνα του λαού μας
14. Η εξέλιξη αυτή υπογραμμίζει τον κρίσιμο ρόλο και τις ευθύνες της καθοδήγησης και του κάθε στελέχους ξεχωριστά. Η αρνητική εμπειρία του κινήματός μας ανέδειξε ένα βασικό συμπέρασμα, πως η διάσπαση του καθοδηγητικού πυρήνα οδηγεί αναπόφευκτα και σε διάσπαση της οργάνωσης, ενώ αντίθετα στο βαθμό που διαμορφώνονται συνθήκες σωστής λειτουργίας και τα καθοδηγητικά στελέχη δουλεύουν με πνεύμα συντροφικότητας και ενότητας, στη βάση μιας επαναστατικής πολιτικής αρχών, τότε η οργάνωση δυναμώνει, ενισχύοντας τη συσπείρωση των γραμμών της.
Στις κυριότερες και πιο κρίσιμες φάσεις διαμόρφωσης του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος, ιδιαίτερα κατά την πρώτη περίοδο 1964 - 1976, δεν έγινε δυνατό να εξασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία και η αναγκαία σύμπνοια και ενότητα στον καθοδηγητικό πυρήνα. Στην ουσία, όλη αυτή την περίοδο, ποτέ δεν μπόρεσε να λειτουργήσει σωστά η οργάνωση με βάση τη λενινιστική συγκρότηση και τη θεμελιακή αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Η υποχώρηση του κομματικού πνεύματος, η χαλάρωση των συνεκτικών κρίκων της οργάνωσης, επέτρεψε ώστε η πάλη απόψεων να οδηγήσει στην ομαδοποίηση και τον φραξιονισμό. Η ίδια η εξέλιξη και η πορεία των πραγμάτων, αυτή την περίοδο, επιβεβαιώνει ότι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα του μ-λ κινήματος ήταν ότι δεν μπόρεσε να διαμορφώσει και να σφυρηλατήσει ένα σταθερό επαναστατικό ηγετικό πυρήνα, ικανό να κρατήσει το τιμόνι της οργάνωσης σε κρίσιμες φάσεις. Βασικά καθοδηγητικά στελέχη της οργάνωσης, όπως έδειξε η πορεία τους, κλονίστηκαν ιδεολογικά, υιοθέτησαν βαθιά λαθεμένες απόψεις, οδηγήθηκαν στον αγνωστικισμό και στην άρνηση του μ-λ κινήματος.
Υπάρχουν σοβαρές ευθύνες των ηγετικών στελεχών για λάθη που διαπράχθηκαν και αυτές θα πρέπει να αποδοθούν με αντικειμενικότητα και αυστηρότητα ως προς το χαρακτήρα τους, παίρνοντας υπόψη τη συνολική προσφορά τους, τη στάση και την πρακτική τους κατά τη διάρκεια της πενηντάχρονης αγωνιστικής πορείας του μ-λ κινήματος.
Υπάρχουν και ορισμένοι ακόμη παράγοντες που επέδρασαν σε αυτή την εξέλιξη. Μέσα σε συνθήκες μεγάλων ανατροπών στο διεθνές και ντόπιο κομμουνιστικό κίνημα και απότομων πολιτικών εξελίξεων και εναλλαγών στις οποίες έκανε τα πρώτα του βήματα το μ-λ κίνημα, δεν έγινε δυνατό, και λόγω της άσχημης εσωκομματικής κατάστασης και των διασπάσεων που συντελέστηκαν στις γραμμές του, να αναπτυχθεί μια ουσιαστική προσπάθεια αφομοίωσης των νέων αγωνιστών που αποτελούσαν το μεγαλύτερο αριθμητικά τμήμα του, ώστε να κατακτήσουν τον επαρκή εκείνο ιδεολογικοπολιτικό εξοπλισμό που απαιτούσε η αντιμετώπιση των δύσκολων προβλημάτων.
Και ακόμα πιο σημαντικό ήταν το γεγονός πως υποτιμήθηκε η πιο σοβαρή δουλειά, αυτή για το τράβηγμα κόσμου από την εργατική τάξη, με αποτέλεσμα το μ-λ κίνημα να συγκροτηθεί βασικά από στοιχεία μικροαστικής προέλευσης, ενώ οι εργάτες αντιπροσώπευαν ένα ελάχιστο ποσοστό. Μια τέτοια κοινωνική σύνθεση της οργάνωσης αναπόφευκτα οδηγούσε σε αστάθεια και ταλαντεύσεις και η ταξική βάση της δεν ήταν αυτή που θα της εξασφάλιζε την αναγκαία σταθερότητα απέναντι στις μεγάλες ιδεολογικές και πολιτικές πιέσεις που δέχθηκε.
15. Τα λάθη του παρελθόντος, οι αδυναμίες και ανωριμότητες που εκδηλώθηκαν στις γραμμές του πρέπει να αποκαλυφθούν, να αναλυθούν και να εξηγηθούν θαρραλέα και αυτοκριτικά, για να αποτελέσουν έτσι έναν αρνητικό δάσκαλο και για να εξοπλιστούμε στην παραπέρα δουλειά μας.
Αλλά αυτό δεν μπορεί να έχει σχέση με τη στείρα και καταστροφολογική λαθολογία που μηδενίζει όλη τη δράση του μ-λ κινήματος και δεν βλέπει σε αυτή τίποτα άλλο εκτός από λάθη και αποτυχίες, σπέρνοντας την απογοήτευση, την απαισιοδοξία και την ηττοπάθεια.
Το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα στη χώρα μας έχει πίσω του μια πορεία μισού αιώνα θετικών και αρνητικών εμπειριών. Μια πορεία που έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό τη θετική συνεισφορά του, ώστε να κρατηθεί ανοικτός ο δρόμος για την ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος. Μια πορεία που επιβεβαιώνει την ορθότητα της ρήξης με τους φορείς του ρεβιζιονισμού και τη σπουδαία συμβολή του στην προώθηση του στρατηγικού καθήκοντος της ανασύστασης του κόμματος της εργατικής τάξης. Μια πορεία ταυτόχρονα και με αρνητικές εμπειρίες που συνδέονται με το λαθεμένο τρόπο επίλυσης των εσωκομματικών αντιθέσεων, με λάθη και αδυναμίες στην καθοδηγητική και οργανωτική συγκρότηση και λειτουργία του, στην πολιτική δουλειά και στην πολιτική τακτική του.           
Τα προβλήματα του μ-λ κινήματος, όπως και τα λάθη που διέπραξε, θα πρέπει να εξεταστούν μέσα στο ιστορικό πλαίσιο και στις συνθήκες που επικρατούσαν εκείνη την περίοδο, παίρνοντας υπόψη ότι δυόμισι χρόνια μόλις μετά την έκδοση της “Αναγέννησης” και τη δημιουργία του μ-λ κινήματος και πριν καλά - καλά ο καθοδηγητικός του πυρήνας συγκροτηθεί, διαμορφωθεί και λειτουργήσει, επιβλήθηκε στη χώρα μας η εφτάχρονη στρατιωτικοφασιστική δικτατορία. Από το 1964 μέχρι το 1974 το μ-λ κίνημα έδωσε τη σύνθετη και δύσκολη πάλη του μέσα σε συνθήκες περιορισμών, απαγορεύσεων και διώξεων από τις κυρίαρχες αντιδραστικές δυνάμεις του συστήματος της υποτέλειας, σε συνθήκες ημινόμιμης και παράνομης πολιτικής δράσης, με πυκνές μεταβολές στο πολιτικό σκηνικό και με τις ρεβιζιονιστικές δυνάμεις να υποβάλλουν σε διωγμούς τους πρωτεργάτες του, να το συκοφαντούν και να το προβοκάρουν.
Ο καθοδηγητικός του πυρήνας λίγο μετά τη δημιουργία του διασκορπίστηκε. ‘Άλλα στελέχη του συνελήφθησαν αμέσως μετά το πραξικόπημα και βρέθηκαν στις φυλακές και στις εξορίες, άλλα πέρασαν στην παρανομία και ανέπτυξαν τη δράση τους στην Ελλάδα για να συλληφθούν αργότερα, να φυλακιστούν και να εξοριστούν, άλλα διέφυγαν στο εξωτερικό και ανέπτυξαν τη δράση τους στις χώρες της Δ. Ευρώπης, ενώ στις χώρες της Α. Ευρώπης παρέμεναν εγκλωβισμένα τα στελέχη και μέλη της πολιτικής προσφυγιάς (ΜΛΟ).
Αντιμέτωπα με διαφορετικά προβλήματα, ανάγκες και απαιτήσεις, ευρισκόμενα σε διαφορετικούς χώρους και συνθήκες, χωρίς τη δυνατότητα μιας ομαλής κομματικής ζωής που θα επέτρεπε μέσα από ουσιαστικές ιδεολογικοπολιτικές συζητήσεις μια γόνιμη ανταλλαγή απόψεων και γνωμών ή την ανεμπόδιστη ανάπτυξη της κριτικής και πάλης των διαφορετικών απόψεων πάνω στα σοβαρά προβλήματα της παγκόσμιας και εσωτερικής πολιτικής κατάστασης και στα σημαντικά ζητήματα του διεθνούς και του δικού μας κομμουνιστικού κινήματος που είχαν ξεσπάσει εκείνη την περίοδο, τα παλιά και νέα καθοδηγητικά στελέχη, μιας νεοδημιουργημένης οργάνωσης, διαμορφώνονταν κάτω από την επίδραση διαφορετικών παραγόντων, αντιλήψεων και επιρροών, που εκφράστηκε όταν βρέθηκαν μαζί ύστερα από την πτώση της φασιστικής δικτατορίας, το καλοκαίρι του 1974.
Τα διαφορετικά τμήματα του στελεχικού δυναμικού δεν συνενώθηκαν σε ένα συμπαγή πυρήνα που θα έδινε ώθηση σε όλη τη δουλειά της οργάνωσης, με βάση τις νέες ευνοϊκές συνθήκες μετά την πτώση της φασιστικής δικτατορίας και τις ενισχυμένες υποκειμενικές δυνατότητες που είχαν διαμορφωθεί, αλλά παρέμειναν στην πραγματικότητα “ξένα σώματα” που βαθμιαία, με την εμφάνιση των διαφωνιών και την αναγωγή τους σε ιδεολογικές παρεκκλίσεις, οδηγήθηκαν σε σύγκρουση με καταστροφικές συνέπειες για την ενότητα της οργάνωσης.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ανεμογεννήτριες: Μικρό όφελος - μεγάλη καταστροφή λένε τώρα οι επιστήμονες.

Σχόλιο