Στα ίχνη του ανέμου του ΤΕΪΛΟΡ ΣΕΡΙΝΤΑΝ ΑΜΕΡΙΚΗ (2017)


Θύματα του πιο βάρβαρου εποικισμού στην ιστορία, οι αυτόχθονες Αμερικανοί (αυθαίρετα αποκαλούμενοι ‘Ινδιάνοι’ από τους Ευρωπαίους κατακτητές), είδαν το γένος τους ν’ αφανίζεται (πάνω από 100 εκατ. εξολοθρεύτηκαν από το 1492 ως το 1933 – υποκύπτοντας σε μεγάλο βαθμό στις αρρώστιες που μετέφεραν οι Ευρωπαίοι, αλλά και άγρια δολοφονούμενοι σε αρκετές περιπτώσεις), τη γη τους να λεηλατείται - με τους συνεπαγόμενους μαζικούς εκτοπισμούς, και τον πολιτισμό τους να ρημάζεται.

Με το νόμο Dawes Act του 1887, 380 εκατομμύρια στρέμματα γης μεταβιβάστηκαν αναγκαστικά από τις φυλές σε λευκούς ιδιοκτήτες, κάποια εδάφη έναντι ευτελούς τιμήματος και άλλα δωρεάν, προκειμένου να εγκατασταθούν με τους δέοντες τίτλους ιδιοκτησίας οι Ευρωπαίοι έποικοι.
Ηττημένοι κατά κράτος από την κατακτητική μανία, την απληστία και την υπεροπλία των λευκών διωκτών τους, όσοι αυτόχθονες επέζησαν - παρά το διαρκές κυνηγητό και τον συστηματικό αποδεκατισμό, εγκλωβίστηκαν σε αυστηρά οριοθετημένες περιοχές, μακριά από την προγονική τους γη, βίαια αποκομμένοι από τα ήθη και τα έθιμα που τους συντηρούσαν υλικά και πνευματικά για αιώνες: το κυνήγι, το ψάρεμα, τη ζωτική σχέση με τη φύση, τα ζώα, τα δάση και τα νερά, ριζικά και τελεσίδικα στερούμενοι την (υλική τους) αυτάρκεια και την κουλτούρα τους.
Η πολιτική “αφομοίωσης και εξαμερικανισμού”, συνίστατο μεταξύ άλλων στην απαγόρευση της χρήσης των γλωσσών τους, στην (αναγκαστική) αποβολή των ιδιαίτερων στοιχείων του πολιτισμού τους, και τέλος, σ’ ένα μεθοδικό παιδομάζωμα, που εδραιώθηκε νομικά στα 1886 με την απόφαση United States versus Kagama του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, παρέχοντας απεριόριστη εξουσία στις αρχές προκειμένου να ενσωματώνουν βίαια τους “βάρβαρους Ινδιάνους” στην αμερικανική κοινωνία. Σε ειδικά οργανωμένα προς τούτο σχολεία, τα παιδιά των αυτόχθονων υπόκειντο σ’ έναν αναγκαστικό εξαμερικανισμό, υποχρεούμενα ν’ αποβάλουν την ιδιαίτερη εθνική και πολιτισμική τους ταυτότητα, ν’ αλλάξουν κι αυτά ακόμα τα ονόματά τους, μεταλλασσόμενα σταδιακά σε πειθήνια αμερικανάκια, που χρησιμοποιούνταν ως επί το πλείστον σαν φτηνό εργατικό δυναμικό στα εγγύς εργοστάσια κι αγροκτήματα.  
 Ο αμερικάνικος κινηματογράφος, όταν δεν αναλώνεται στο ανώδυνο φολκλόρ (π.χ. “Λυκόφως”), σημειώνει, σε ανεξάρτητο κυρίως επίπεδο, κάποιες θαρραλέες αν μη τι άλλο απόπειρες ανασύστασης της πραγματικής ιστορίας, των ανηλεών σφαγών, εκτοπισμών και λεηλασιών που στόχευσαν – και πέτυχαν ν’ αφανίσουν εκατοντάδες ιστορικά, περήφανα έθνη/φυλές, και τα πιο χαρακτηριστικά, τα πιο αρχέγονα στοιχεία κάθε ιδιαίτερου πολιτισμού: Ο “Στρατιώτης Μπλου” (1970) του Ραλφ Νέλσον, το “Μεγάλο ανθρωπάκι” (1970) του Άρθουρ Πεν, αλλά και οι πιο πρόσφατες “Ο τελευταίος των Μοϊκανών” (1992) του Μάικλ Μαν, “Η καρδιά του Κεραυνού” (1992) του Μάικλ Άπτεντ, το τηλεοπτικό “Bury my heart at Wounded Knee” (2007) του Υβ Σιμονό και το “Παγωμένο ποτάμι” (2008) της Κώρτνεϊ Χαντ.
Ο Τέιλορ Σέρινταν του “Στα ίχνη του ανέμου”, τον οποίο γνωρίσαμε ως σεναριογράφο του νευρώδους θρίλερ “Sicario: Ο Εκτελεστής” (2015) και του πολιτικά τολμηρότερου περυσινού “Πάση θυσία ”, καταθέτει μιαν έντιμη, αν μη τι άλλο ματιά πάνω στις ημέρες των σημερινών Ινδιάνων, αποτυπώνοντας με ειλικρίνεια τη γεωγραφική και κοινωνική τους απομόνωση, και σ’ έναν τουλάχιστον βαθμό, τη σκόπιμη εγκατάλειψή τους από την επίσημη πολιτεία όπως και την ευδιάκριτη εξαθλίωσή τους, χωρίς ωστόσο να σκάβει βαθύτερα• το κύριο θέμα του άλλωστε δεν είναι η καταγραφή της κοινωνικής πραγματικότητας των αυτόχθονων Αμερικανών.
Εστιάζοντας κυρίως στα ζητήματα της απώλειας, της ηθικής ως θεμελιώδους άξονα ζωής, της απονομής δικαιοσύνης και της σχέσης με τη φύση και τους νόμους της, στήνει ένα στιβαρό, καλοκουρδισμένο θρίλερ, ευφάνταστα σκηνοθετημένο (εξαιρετικό το εύρημα της εισαγωγής των πραγματικών γεγονότων στο δεύτερο μέρος της ταινίας). Σε δεύτερο πλάνο, τα οικονομικά αίτια κι οι επιπτώσεις της ‘λευκής’ επέκτασης (επιδερμικό το σχόλιο για την επίδραση της κοντινής επιχείρησης εξόρυξης πετρελαίου), ή οι βαθιές κοινωνικές ρίζες των δεινών που μαστίζουν τούτες τις περιφρονημένες από τη “λευκή” Αμερική κοινότητες αυτόχθονων, θίγονται μάλλον ακροθιγώς.
Ο επίλογός του είναι παρόλα αυτά μια εύστοχη, λιτή όσο κι ευθύβολη αποστροφή για το τραγικό αδιέξοδο αυτών των ‘Τελευταίων των Μοϊκανών’, που καταπίνονται από τον δυτικό “πολιτισμό” μες στη σιωπή και την ένδεια.
   Αξιοπρόσεχτες ερμηνείες
– κυρίως από τους αυτόχθονες Γκιλ Μπίρμινχαμ και Ταντού Καρντινάλ• βραβείο κοινού στο φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι, και βραβείο σκηνοθεσίας του τμήματος Ένα Κάποιο Βλέμμα στις Κάννες.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ανεμογεννήτριες: Μικρό όφελος - μεγάλη καταστροφή λένε τώρα οι επιστήμονες.

Σχόλιο