Όταν οι δυνάστες του λαού και της εργατικής τάξης εμφανίζονται ως ευεργέτες της
Σύμφωνα με το Βήμα (12-3) όταν ο
βιομήχανος Ε. Μουζάκης ρωτήθηκε για το ποια ήταν η πιο ευτυχισμένη
στιγμή της ζωής του απάντησε:
“Τη ζω κάθε μέρα. Είναι γύρω στο
μεσημέρι όταν από το γραφείο μου βλέπω την αλλαγή της βάρδιας στο
εργοστάσιο. Εκατοντάδες εργαζόμενοι φεύγουν και άλλοι τόσοι
προσέρχονται. Νιώθω πολύ υπεύθυνος για αυτούς τους ανθρώπους και τις
οικογένειές τους.” Παρά τον συναισθηματισμό και το γλυκερό ύφος της
συγκεκριμένης δήλωσης, το περιεχόμενό της δεν διαφέρει σε τίποτα από
αναρίθμητες δηλώσεις άλλων μελών αυτής της κάστας που με μονότονο τρόπο
επαναλαμβάνουν ακριβώς αυτό. Το αισχρό ιδεολόγημα της κυρίαρχης τάξης,
με βάση το οποίο η εργατική τάξη τής οφείλει το δικαίωμα στην εργασία
και ούτε λίγο ούτε πολύ την ίδια της την ύπαρξη. Που μέσα από την
κάλπικη προπαγάνδα του συστήματός της επιμένει να παρουσιάζεται ως ο
“στοργικός πατέρας”, ο “υπεύθυνος ευεργέτης” του λαού και των
εργαζομένων. Βιομήχανοι, τραπεζίτες και λοιποί μεγαλοαστοί, με την αθώα
και αγαθοεργή μάσκα του “επενδυτή” εμφανίζονται ως οι δημιουργοί και
εγγυητές των θέσεων εργασίας και δεν διστάζουν να μιλούν στο όνομα των
εργαζομένων προκειμένου να επιβάλλουν την πολιτική εξυπηρέτησης των
συμφερόντων τους.
✓ Κάθε φορά που γίνεται λόγος για μια
ιδιωτικοποίηση ακολουθούν οι αναφορές στις θέσεις εργασίας “που θα
δημιουργηθούν” σαν να είναι “προσφορά” του επενδυτή. Κάθε ένσταση και
αντίσταση στο ξεπούλημα του πλούτου του δημόσιου καταγγέλλεται ως
ανάχωμα στην ανάπτυξη και την καταπολέμηση της ανεργίας. Παρακάμπτοντας
βέβαια πάντα το γεγονός ότι τα λιμάνια, τα τρένα, οι επικοινωνίες ή οι
εταιρίες ενέργειας (ΔΕΗ) που τους χαρίζονται είναι κρατική περιουσία που
χτίστηκε με το ξεζούμισμα του λαού και των εργατών τους. Αποκρύπτοντας
πάντα το γεγονός ότι και πριν να ιδιωτικοποιηθούν υπήρχαν θέσεις
εργασίας σε αυτές τις κρατικές υποδομές και κατά βάση περισσότερες και
με πολύ καλύτερες συνθήκες και αποδοχές.
✓ Κάθε φορά που μια επιχείρηση απειλείται
με κυρώσεις επειδή καταπατά νόμους και συνθήκες (πχ περιβαλλοντικούς
όρους) οι κεφαλαιοκράτες, χρησιμοποιώντας πάντα το ίδιο άλλοθι των
θέσεων εργασίας, δεν διστάζουν να μιλούν στο όνομα των εργατών και των
οικογενειών τους και να απαιτούν πλήρη ασυδοσία στην επιχειρηματική τους
δράση, για το καλό πάντα των “ασθενέστερων κοινωνικά στρωμάτων”.
✓ Κάθε φορά που μια επιχείρηση χρεοκοπεί,
οι ίδιοι πάλι, μιλώντας στο όνομα των εργαζομένων και της υπεράσπισης
της εργασίας τους, απαιτούν ρυθμίσεις! Δηλαδή απαιτούν παραγραφή χρεών
προς εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία ακόμη και την κάλυψη των δανειακών
τους υποχρεώσεων από το κράτος. Και το κράτος τους πάντα ανταποκρίνεται
απαλλάσσοντάς τους από τα χρέη και τις υποχρεώσεις τους, “για την
προστασία των φτωχών λαϊκών στρωμάτων”. Αυτών που όταν χρωστάνε ένα
στεγαστικό δάνειο με ευκολία τούς παίρνουν το σπίτι. Και πάλι όμως, για
κάλυψη των χρεών των επιχειρήσεων χρησιμοποιούνται πόροι που βγαίνουν
από τον ιδρώτα του ελληνικού λαού. Και σε αυτή την περίπτωση, στη θέση
του “ευεργέτη” βρίσκεται η εργατική τάξη.
✓ Κάθε φορά που απαιτούν μείωση του φόρου
των επιχειρήσεων, μείωση των μισθών και των συντάξεων, διάλυση των
κοινωνικών υποδομών υγείας-παιδείας-πρόνοιας ή επέκταση της ελαστικής
εργασίας και όποιο άλλο αντεργατικό μέτρο, ορκίζονται στην
ανταγωνιστικότητα και την προσέλκυση επενδύσεων. Ακόμη και την πιο
βάρβαρη πολιτική επιχειρούν να την επιβάλλουν στο όνομα των εργαζομένων
για τη λύτρωσή τους από το τέρας της ανεργίας. Και αυτό όμως δεν είναι
τίποτε άλλο παρά η αναδιανομή του πλούτου σε βάρος του κόσμου της
εργασίας. Είτε με τη μορφή του μισθού είτε με αυτή των κοινωνικών
δαπανών, ένα ακόμη τμήμα του πλούτου φεύγει από την τσέπη των εργατών
για να προστεθεί στα θησαυροφυλάκια των αστών.
✓ Το ίδιο συμβαίνει κάθε φορά που κατά
παραγγελία των κυρίαρχων, η εκάστοτε κυβέρνηση θεσμοθετεί επιδοτούμενα
προγράμματα απασχόλησης ή μαθητείας και πρακτικής άσκησης, πάλι
υποτίθεται για τη “δημιουργία θέσεων εργασίας”. Δίνεται έτσι η εντύπωση
ότι οι θέσεις εργασίας αυξάνουν. Στην πραγματικότητα όμως οι θέσεις
μένουν ίδιες και αυτό που αλλάζει είναι οι σχέσεις εργασίας, οι οποίες
μετατρέπονται σε “σχέσεις γαλέρας”. Είτε πρόκειται για “επιδοτούμενη
απασχόληση” είτε πρόκειται για την περιβόητη “μαθητεία” (που ο ΣΥΡΙΖΑ
τελικά θεσμοθέτησε), είτε για όποιο άλλο πρόγραμμα παροχής τζάμπα
εργαζομένων στους επιχειρηματίες, το περιεχόμενο είναι το ίδιο. Οι
εργαζόμενοι πληρώνουν το φθηνό μεροκάματο άλλων εργαζομένων, που μέχρι
πριν θα πλήρωναν οι επιχειρήσεις. Τους παρέχουν δηλαδή τζάμπα δυναμικό,
αυξάνοντας και με αυτό τον τρόπο τα κέρδη και την ανταγωνιστικότητά
τους.
Όσα παραδείγματα και αν σκεφτεί κανείς όλα
αποδεικνύουν ακριβώς αυτό. Κόντρα στα ευφυολογήματα του
νεοφιλελευθερισμού που θέλουν τους εργάτες να “χρωστάνε” την ύπαρξή τους
στους αστούς, ισχύει το ακριβώς αντίθετο.
Αναμφίβολα σε μια ταξική κοινωνία η κάθε
τάξη δεν μπορεί παρά να κομίζει την αλήθεια της. Μπορεί πράγματι οι
κεφαλαιοκράτες να “ξεχνούν” ότι τα ιδιόκτητα μέσα παραγωγής τα
“λήστεψαν” από την κοινωνία.
Μπορεί να κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν
ότι το χέρι των κρατικών θεσμών που υπογράφει την παραχώρηση του
Ελληνικού, των λιμανιών, της ΔΕΗ, των αεροδρομίων και ολόκληρου του
δημόσιου πλούτου της χώρας, είναι στην πραγματικότητα το δικό τους,
ντυμένο με τον κοινοβουλευτικό μανδύα και τους κρατικούς τους θεσμούς.
Μπορεί όντως να αισθάνονται ως “έντιμοι” αγοραστές της εργατικής
δύναμης.
Αυτή όμως δεν είναι η αλήθεια, αν μη τι
άλλο για τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Οι λαοί γνωρίζουν καλά
την τεράστια ληστεία και τα σκάνδαλα που κρύβονται πίσω από τους
μεγιστάνες του πλούτου.
Οι εργαζόμενοι καταλαβαίνουν καλά ότι η
συσσώρευση του κεφαλαίου δεν προηγείται της εργασίας τους. Μόνο το
αντίθετο μπορεί να συμβαίνει. Είναι σε θέση να γνωρίζουν ότι δεν είναι
το κεφάλαιο αυτό που δημιουργεί την εργασία, αλλά η εργασία και η
υπεραξία της, αυτή που δημιουργεί το κεφάλαιο. Και είναι βέβαιο ότι ο
καθένας μπορεί να καταλάβει τούτο: ότι η εργασία και η εργατική τάξη
μπορουν να υπάρξουν και χωρίς την αστική τάξη.
Η αστική τάξη όμως δεν μπορεί να υπάρξει
χωρίς την εκμετάλλευση της εργασίας. Μπορεί να υπάρξει μόνο παρασιτικά
σε βάρος της εργατικής τάξης, στα πλαίσια των σχέσεων του καπιταλιστικού
συστήματος.
Και είναι καταδικασμένη να τελειώσει μαζί του.
Σχόλια